United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αντικρύ εις το πελώριον κτίριον, το Κελλί του Παππά-Ιερεμία, δύο ή τρία σκυλιά μ' εγαύγισαν, αλλ' όταν επάτησα επί του οροπεδίου, όπου είνε ο ναΐσκος του προφήτου, παραδόξως εσιώπησαν κ' εκρύβησαν εις δύο ή τρεις καλύβας, όπου εφαίνοντο ανάμεσα εις τους κήπους. Ψυχήν δεν είχα συναντήσει.

Εκεί εμπήκα από μίαν πόρταν διαμαντένιαν, την οποίαν την εκρατούσε σφαλισμένην ένας σύρτης από σμαράγδι· και αφού εστοχάσθηκα με πολλήν μου έκτασιν ένα τόσον ωραίον κτίριον, αγροίκησα μίαν ζωντανήν περιέργειάν να ιδώ τα έσωθεν.

Πατούντες μετά προφυλάξεως και ολισθαίνοντες επί του υγρού εδάφους έφθασαν εις το βάθος της σκοτεινής κοιλάδος, υπό τας πλατάνους, όπου δεν διέκρινον πλέον την ατραπόν, και δεν ηδύναντο να προβώσι. Μεταξύ των υψηλών τούτων δένδρων έκειτο κτίριόν τι ή μάλλον ερείπιον. Ήτο δε τούτο παλαιός νερόμυλος του μοναστηρίου, διότι δεν είχον εξέλθει εκ της περιοχής.

Η οικία του ιερέως έκειτο, τελευταία και απομονωμένη, εις τους πρόποδας της αποτόμου κορυφής, της οποίας τα πλευρά κατείχον αι λοιπαί οικοδομαί του χωρίου, υπερκείμεναι αλλήλων. Εις το μέσον περίπου αυτών ήτο η μικρά εκκλησία της Υπαπαντής, κτίριον παλαιόν Βυζαντινού ρυθμού, με τρούλον πυργοειδή υψούμενον υπεράνω των πέριξ ταπεινών οικιών.

Εκεί απ’ έξω ήτο μία στοίβα χόρτου, και μεταξύ της στοίβας και της οικίας ήτο έν μικρόν κτίριον καλαμοσκεπασμένον. — Θα κοιμηθώ εκεί εις την σκέπην, είπεν ο μικρός Κλώσος. Δεν πιστεύω να καταίβη ο πελαργός να μου δαγκάση την νύκτα το πόδι^ διότι παρετήρησεν ότι ένας πελαργός είχεν εκεί παρεπάνω την φωλεάν τον.

Έμενα εκστατικός εις παρομοίαν διήγησιν και έλαβα την περιέργειαν διά να υπάγω να ιδώ με τους οφθαλμούς μου ένα τέτοιον εξαίσιον κτίριον, το οποίον μου εφαίνετο παράξενον.

Την στιγμήν εκείνην ήκουσα μέγαν θόρυβον έξω, δεξιόθεν του ναού, εις το μέρος όπου ήτο το παλαιόν κτίριον, το «στοιχειωμένον». Πάραυτα ήλθεν εις τον νουν μου η διήγησις της εξαδέλφης Μαχούλας. Έλαβον την λαμπάδα, και έτρεξα έξω της θύρας. Αύρα έπνεε ψυχρά, και ηπείλει να σβύση την λαμπάδα. Επειδή εδέησε να περιστεγάσω το φως διά της παλάμης, δεν έβλεπον τίποτε πέραν του τοίχου του ναού.

Και τα μεν πλοία ανεχώρησαν ταχέως εκ της Ζακύνθου, κατά την παραγγελίαν του Δημοσθένους· οι δε Λακεδαιμόνιοι παρεσκευάζοντο να προσβάλουν το τείχος κατά γην και κατά θάλασσαν, νομίζοντες ότι ευκόλως θα εκυρίευαν κτίριον το οποίον κατεσκευάσθη βιαστικά και εφυλάσσετο από ολίγους ανθρώπους.

Ο Σκούντας διελογίσθη ότι ουδείς κίνδυνος ήτο να διέλθωσιν ενταύθα την νύκτα, διότι αι καλογραίαι δεν εμελλον βεβαίως να τους καταδιώξωσι διά νυκτός. Το κτίριον ήτο ημισκεπές και ετοιμόρροπον. Ο Σκούντας έψαυσε την θύραν, πιστεύσας ότι αύτη θα ήτο ανοικτή. Αλλ' όμως δεν ηνοίχθη. Μέγας λίθος τεθειμένος όπισθεν εμπόδιζε τούτο.

Τα συμπεράσματα αυτής ήσαν άλλα, έμελλε δε να πλάση ολόκληρον ιστορίαν περί του πράγματος, αν δεν επροτίμα να κάμη μίαν αληθή. Προς τούτο ήρχισε να κατασκοπεύη περί την εσπέραν τα κατατόπια, όπου είχε μάθει ότι κατώκει η ξένη. Αύτη ήτο έγκλειστος εις το υψηλότερον δώμα, κτίριόν τι πυργοειδές, μέρος έρημον, οπού σπανίως ανέβαινον αι μοναχαί.