United States or American Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αφού εστοχάσθηκα πολύ τι δουλειά να μου κάμουν, τους επρόσταξα να κτίσουν ένα κιόσκι εις την μέσην της αυλής μου· ευθύς που έκαμα αυτήν την νεύσιν, όλοι αντελήφθησαν και ύστερον από ολίγην ώραν εγύρισαν όλοι καταφορτωμένοι από ξύλα, πέτρας, και άλλα αναγκαία διά να το κτίσουν.

Εστοχάσθηκα από την θεωρίαν του, και από την μεγαλοπρέπειάν του, ότι αυτός θα ήτον ο αυθέντης εκείνου του παλατίου, και άρχισα να φοβούμαι μήπως του κακοφανή, που εμβήκα εκεί χωρίς το θέλημά του. Αυτός απερνώντας από σιμά μου εσταμάτησε, και μου είπεν· Ω νέε, δεν είσαι εσύ από την Μπάσραν; Ναι, του απεκρίθηκα αυθέντη.

Αν εσύ ήξευρες ποία είμαι, και πόσην ευτυχίαν θέλει σου προξενήσει ετούτο το συμβάν, ήθελες λογισθή ο πλέον ευτυχισμένος των ανθρώπων. Τέλος πάντων η Κυρά, με την δύναμιν των λόγων της, μου απεδίωξε τον φόβον που με είχε περικυκλωμένον, και αφίνοντάς με εις τες ελπίδες που αυτή μου έδινε, δεν εστοχάσθηκα πλέον τον κίνδυνον που ήμουν, αλλά ηθέλησα να κερδίσω τον καιρόν που μου επαρουσιάζετο.

Ω! είδακαι άκουσα άλλους να τους επαινούν και πολύείδα ηθοποιούς, οπού ο Θεός να με συγχωρέση, εις την προ- φοράν, εις τα κινήματα, δεν ωμοίαζαν ούτε Χριστιανοί, ούτε εθνικοί, ούτε καν απλώς άνθρωποι· εκορδόνονταν, εμούγκριζαν τόσον, ώστε εστοχάσθηκα ότι δεν τους έκαμε η Φύσις, αλλά κάποιοι μισθωμένοι της εργάταις τους εί- χαν κακοκατασκευάση, τόσο κατηραμένα εκείνοι εμιμούντο την ανθρωπότητα.

Αυτοί όντες φυλακωμένοι υποχρέωσαν τους φύλακας βασιλικά, και το τρίτον εδόθη εις εμένα διά εκείνο που μου επήραν. Ύστερον από αυτό δεν εστοχάσθηκα άλλο, παρά να βαλθώ εις μίαν ήσυχην ζωήν με την Τζελίκαν μου. Ημείς επερνούσαμεν τες ημέρες μας με μίαν τελείαν ενότητα· η οποία δυστυχώς δεν διήρκεσε πολύ.

Εγώ την απόκοψα από την ομιλίαν της και της είπα, πως τα πλούτη της δεν τα εστοχάσθηκα, ούτε τα στοχάζομαι διά το ουδέν έμπροσθέν της, και πως όλη μου η χαρά και ευχαρίστησις ήτον διά την αγάπην που μου έδειχνε, και διά την αντάμωσίν της, παρά διά τον πλούτον όλου του κόσμου.

Επήγα εις την Βαβυλώνα, εις την Αίγυπτον, εις την Περσίαν, και εις όλους τους τόπους που εστάθηκα, αστερέωσα την καλήν τύχην όλων εκείνων εις τους οποίους συνέλαβα αγάπην· περιδιαβάζοντας τέλος πάντων τον κόσμον, ήλθα εδώ εις το Αστραχάν, εις το οποίον εστοχάσθηκα και εδώ να κάμω να ομιλήσουν διά εμένα.

Ευχαρίστησα τον γέροντα εις τα όσα μου εφανέρωσεν, έπειτα επήρα την στράταν που μου είπε, και τα ίσια ήλθα εις μίαν χώραν πολλά μεγάλην, και πολυάνθρωπον. Οι στράτες και τα παλάτια ήσαν πολλά εύμορφα και ο λιμένας γεμάτος από καράβια και από αυτό εστοχάσθηκα ότι ήτον μία χώρα πραγματευτάδικη· και το εβεβαιώθηκα από τους πολλούς πραγματευτάδες από διάφορες γενεές που εις αυτήν είδα.

Η γυναίκα του Βανάη επήκουσε και εσήκωσε το επανωμπούλωμα, και μας έκαμε να ιδούμεν όλην την ωραιότητά της, εις τρόπον που όλοι εμείναμε εκστατικοί από την ευμορφάδα της· και ομολογώ ότι ποτέ δεν είχα ιδεί πλέον νόστιμην και ευγενικήν από την Αροούγιαν· εστοχάσθηκα με επιμέλειαν τα κάλλη της, και εις το άκρον του θαυμασμού εφώναξα.

Εκεί εμπήκα από μίαν πόρταν διαμαντένιαν, την οποίαν την εκρατούσε σφαλισμένην ένας σύρτης από σμαράγδι· και αφού εστοχάσθηκα με πολλήν μου έκτασιν ένα τόσον ωραίον κτίριον, αγροίκησα μίαν ζωντανήν περιέργειάν να ιδώ τα έσωθεν.