United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την επαύριον σηκωνόμενοι ανταμώθηκαν με ένα καραβάνι από πραγματευτάδες, και επήγαν εις το Αστραχάν, εκεί που εβασίλευεν ο Ορμώζ, επονομαζόμενος ο βασιλεύς χωρίς θλίψιν. Φθάνοντας δε εκεί επήγαν και κατέλυσαν εις ένα χάνι, και ακολουθούσαν να δείχνωνται πως ήτον ντζοβαϊρτζήδες.

Μίαν ημέραν τον καιρόν που ευρισκόμουν εις τες συνηθισμένες μου φαντασίες, έρχεται ο βεζύρης μου να μου ειπή, ότι είναι ολίγες ημέρες, που έξω από τες πόρτες του Αστραχάν φαίνονται μεγαλοπρεπέστατοι λουτροί με νερά καθαρά, που κάνουν χαράν και θαυμασμόν και αυτοί οι λουτροί είνε στερεωμένοι επάνω εις στύλους από εκλεκτόν μάρμαρον και όλος ο λαός τρέχει ακαταπαύστως διά να τους ιδή και δεν τους θαυμάζει τόσον διά την μεγαλοπρέπειάν τους, όσον τους θαυμάζει που δεν είδαν να τους φτειάσουν επειδή μίαν ταχυνήν ευρέθησαν κτισμένοι.

Ετούτη η συνομιλία επροξένησε το αποτέλεσμά της επάνω εις το πνεύμα του βασιλέως. Κάνει χρεία, αυτός λέγει προς τον βεζύρην, εβγαίνοντας από τον καφενέ, ότι αύριον να μισεύσωμεν διά το Αστραχάν. θέλω να ιδώ αυτόν τον βασιλέα χωρίς θλίψιν. Εγώ δεν επιθυμώ ολιγώτερον από την βασιλείαν σου, απεκρίθη ο βεζύρης, και είμαι έτοιμος να σε ακολουθήσω.

Εμίσευσα λοιπόν από το Αστραχάν με τους ανθρώπους που μου εδιώρισεν ο πατέρας μου· ανάμεσα εις αυτούς που με εδούλευε διά λαλάς· ο οποίος κατά πολλά με αγαπούσε, και ωνομάζετο Χασάν.

Ο βασιλεύς του Αστραχάν Ορμώζ, ωσάν ετελείωσε την ιστορίαν του, ο Βεδρεδίν τον ευχαρίστησε, που εκαταδέχθη να του πληρώση την περιέργειαν, και τον ίδιον καιρόν τον εβεβαίωσε πως αγροικούσε μέγαν πόνον εις την καρδίαν του διά την ανησυχίαν της ζωής του· έπειτα από αυτά ετούτοι οι δύο βασιλείς εχωρίσθησαν, και ο βασιλεύς Βεδρεδίν ευθύς εμίσευσε με τον Ταλμούχ και τον Σεήφ, διά να υπάγουν εις άλλο βασίλειον.

Επήγα εις την Βαβυλώνα, εις την Αίγυπτον, εις την Περσίαν, και εις όλους τους τόπους που εστάθηκα, αστερέωσα την καλήν τύχην όλων εκείνων εις τους οποίους συνέλαβα αγάπην· περιδιαβάζοντας τέλος πάντων τον κόσμον, ήλθα εδώ εις το Αστραχάν, εις το οποίον εστοχάσθηκα και εδώ να κάμω να ομιλήσουν διά εμένα.

Ο Ορμώζ το εδέχθη με ευχαρίστησιν, και είπε προς αυτούς, ότι ήθελεν όσον καιρόν έμελλε να σταθούν εις το Αστραχάν, να υπάγουν να μένουν εις το παλάτι του. Αυτοί την ιδίαν ημέραν, επήγαν εκεί και κατέλυσαν· εις τους οποίους εδόθηκεν ένας ωραιότατος χοντζερές στολισμένος όλος από μεταξωτά, ομοίως και οφφικιάλοι του βασιλέως διά να τους υπηρετήσουν.

Και αφού έφυγαν από τον διδαχτήν, είπε του βεζύρη και του Σεήφ· ας υπάγωμεν να απεράσωμεν το επίλοιπον της ημέρας εις ένα μεγάλον καφενέ, και εκάθησαν εις μέρος που ήτον δύο ευγενείς άνδρες, που εσυνωμιλούσαν κατά τύχην διά τες δυστυχίες, που είνε υποκειμένη η ανθρωπίνη φύσις· και άλλος δεν χαίρεται την σήμερον μίαν ζωήν ευχαριστημένην, παρά ο βασιλεύς του Αστραχάν, που βεβαίως καμμία πικρότης δεν του συγχίζει την γλυκύτητα των ευτυχισμένων ημερών του· και κοντολογής, πως εκείνος ήτον ένας άνθρωπος πολλά ευτυχής· και με δίκαιον τρόπον τον ωνόμαζαν κατ' εξοχήν, ο βασιλεύς χωρίς θλίψιν.

Ο Βεδρεδίν είπε του τζοχαντάρη, πως είμεθα πραγματευτάδες τζοβαϊρτζήδες, και ερχόμασθε από το Αστραχάν, και πηγαίνομεν διά το Μπαγδάτι· και επειδή και ημείς σου εφανερώσαμεν ποίοι είμασθε, κάμε μας την χάριν να μας ειπής το όνομα του αυθέντος σου, και τι αξίας άνθρωπος είναι.

Ο βασιλεύς της Δαμασκού εξέστη εις το να ακούση τον βασιλέα του Αστραχάν να ομιλήση με αυτόν τον τρόπον· και ανάφτοντάς του την περιέργειαν εις το να μάθη το αίτιον της ανησυχίας του, έκαμε τόσον, που ο Ορμώζ του έταξε διά να του το φανερώση οπόταν εύρη καιρόν αρμόδιον.