United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εστοχάσθηκα πολλά ολίγον τα πολύτιμα στρωσίδια, και τα θαυμαστά πράγματα, που ήτον εις αυτόν, επειδή η κυρία ήτο εκείνη που μόνον εστοχαζόμουν, της οποίας η θεωρία μου επροξένησε πολλήν ευχαρίστησιν και ηδονήν.

Η διάλυσις τόσον βδελυράς γοητείας ως εκείνη ήτις είχε δεσμεύσει τον άνθρωπον τούτον, η δύναμις του μεταδούναι φως εις τον εσκοτισμένον οφθαλμόν, φθόγγον εις την παραλελυμένην γλώσσαν, νουν εις την εξηγριωμένην ψυχήν, ήτο τι το οποίον οι λαοί ποτέ άλλοτε δεν είχον ιδεί. Το θαύμα επροξένησε ρίγος εκπλήξεως, έκρηξιν θαυμασμού απροκαλύπτου.

Αυτό το κάμωμα επροξένησε περισσότερον γέλοιο εις τον βασιλέα και εις τους λοιπούς παρά από εκείνο που ο ζτουντζές εστοχάζετο να προξενήση, έπειτα από αυτό έδωκα να ιδούν ότι εχόρευα καλύτερον από εκείνο που αυτός εστοχάζονταν. Ο Σουλτάνος, ο βεζύρης και οι λοιποί που εκεί ευρίσκονταν, μου έκαμαν χιλίους επαίνους.

Επειδή υπήρξε τελώνης ο ίδιος, φυσικόν ήτο πολλοί τούτων να ήσαν τελώναι και αμαρτωλοί, απόβλητοι της κοινωνίας, αντικείμενα μίσους και περιφρονήσεως. Και όμως ο Ιησούς και οι μαθηταί Του παρεκάθισαν μετ' αυτών εις το δείπνον. Τόσον ελευθέριος αγάπη επροξένησε βαθείαν δυσαρέσκειαν εις δύο σώματα ανθρώπων ή δύο ομάδας, τους Φαρισαίους και τους μαθητάς του Ιωάννου.

Αλλ' εσκέπτετο πάλιν ότι ενδέχεται να βραδύνη ένεκα των κωλυμάτων, άτινα ήθελεν απαντήσει, και τότε εσχεδίαζε την επιστολήν, ην ήθελε γράψει προς αυτόν, αν εγίνωσκε την γραφήν, εις απάντησιν της επιστολής του Μάχτου, ην η Αϊμά δεν ηδυνήθη ν' αναγνώση. Απεκοιμήθη δε συντάττουσα καθ' εαυτήν απάντησιν τοιαύτην «Αδελφέ Μάχτο. Η επιστολή σου μοι επροξένησε πολλήν χαράν, διότι μοι λέγεις ότι θα έλθης.

Τότε ευθύς μία σκοτεινοτάτη νύκτα απεδίωξε την μεγάλην φωτοχυσίαν, που εις το παλάτι ήτον, και άφησε τον βασιλέα με τον βεζύρην του εις ένα τέτοιον σκότος, που τίποτε δεν ημπορούσαν να διαχωρίσουν, και εστάθηκαν εις αυτήν την κατάστασιν έως που έγινεν ημέρα, η οποία τους επροξένησε νέαν έκστασιν, που αντίς να ευρεθούν εις ένα παλάτι, ευρέθησαν εις ένα κάμπον, χωρίς να ιδούν κανέν σημείον της κατοικίας.

Βεβαιότατα, Σωκράτη μου. Και μάλιστα δεν είναι δύσκολον να το εύρωμεν. Όσον λοιπόν δι' εμέ, γνωρίζω ότι, εάν υπάγω ολίγην ώραν εις μοναξιάν και σκεφθώ μόνος μου, τότε θα ημπορούσα να σου το ειπώ με την μεγαλιτέραν ακρίβειαν που ημπορεί να γίνη. Σωκράτης. Αι μη λέγεις μεγάλον λόγον, Ιππία μου! Βλέπεις δα πόσας δυσκολίας έως τόρα μας επροξένησε. Μην τύχη και θυμώση και μας ξεφύγη ακόμη περισσότερον.

Την πρώτην ημέραν ελάβαμεν ένα πολλά ευτυχισμένον αέρα, και εκάμαμεν πολλήν στράταν· μα την δευτέραν ημέραν ο αέρας άλλαξε, και έγινε τόσον σκληρός που επροξένησε μίαν μεγαλωτάτην φουρτούνα, τόσον που οι ναύται έχασαν όλην τους την ελπίδα, και άφησαν το τιμόνι, διά να υπάγη το καράβι εις την διάκρισιν του αέρος, και εστάθη ένα θαύμα που δεν εκαταποντισθήκαμεν.

Και τον καιρόν που ο τζελάτης είχε σηκώσει το σπαθί διά να του κόψη το κεφάλι, αρπάχθη εις τον αέρα ο Χασάν, και έγινεν άφαντος από τους οφθαλμούς των περιεστώτων· το οποίον επροξένησε τόσον εις τον Σουλτάνον, ωσάν και εις τον λαόν, μεγάλον θαυμασμόν και φόβον.

Εγώ τα επήρα και ευθύς που τα έβαλα διά να ανοίξω, ο σύρτης ετσακίσθη εις κομμάτια, ώσπερ να ήτον από γιαλί, και η πόρτα άνοιξε μοναχή της χωρίς να την βιάσω· το οποίον μου επροξένησε ένα άκρον θαύμασμα.