United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ολίγη ώρα ακόμη, και ο Άνθρωπος έρριπτε το ξύλον κατά γης, και απεσύρετο συντετριμμένος από τον κόπον. Είχε καταβληθή διά της υπομονής. Πλησιάζω τότε προς τον Όνον και λέγω: — Ιδού εγώ· λάλει, σε ακούω, αδελφέ. Έντρομος ερωτά ο Όνος και χωρίς προς τα οπίσω να στραφή: — Έφυγεν ο Άνθρωπος; — Έφυγεν· είμεθα μόνοι. — Παρετήρησε καλά. — Έφυγε και είνε μακράν.

Αλλ' ο Σχαζηνάν παρεκάλεσε τον αδελφόν του τον βασιλέα να τον αφήση, λέγοντας του· αδελφέ, έχε με παρητημένον από το κυνήγι, διότι η περίστασις της υγείας μου δεν μου δίδει άδειαν να κάμω τέτοιες ξεφαντώσεις και περιδιαβάσεις. Ακούοντας την γνώμην του ο Αϊδήν τον άφησεν ανενόχλητον, και επήγεν αυτός με τους άρχοντάς του.

Να μια ευκαιρία ν' απαλλαχθής, αν θέλης, από τους γιατρούς· ή, αν είσαι γεννημένος να μην μπορής να κάνης χωρίς αυτούς, είν' εύκολο, αδελφέ μου, να βρης έναν άλλο που να σε κάνη να διατρέχης ολιγωτέρους κινδύνους. ΑΡΓΓΑΝ Αχ! αδελφέ μου! αυτός ξαίρει καλά την κράσι μου και ξαίρει με τι τρόπο πρέπει να με γιατρέψη.

ΕΔΓΑΡ Τι έπαθες, Εδμόνδε αδελφέ; Τι είσαι τόσον συλλογισμένος; ΕΔΜ. Συλλογίζομαι, αδελφέ, μίαν προφητείαν, την οποίαν εδιάβασα ταις προάλλαις, το τι θα μας φέρουν αι εκλείψεις αυταί. ΕΔΓΑΡ Με αυτά τα πράγματα χάνεις τον καιρόν σου; ΕΔΜ. Σε βεβαιώνω ότι κατά δυστυχίαν όλα τα κακά, όσα προλέγεις γίνονται.

Και τείνων προς τον αρχαίον φίλον του την ταμβακέραν: — Πάρε, αδελφέ μου, πάρε! Μήνα ολόκληρον τότε ο κυρ-Δημάκης ειργάζετο εις τακτοποίησιν των λογαριασμών του κυρ-Βαρσαμού. — Ο Θεός σ' έστειλεν, αδελφέ μου! Δεν εύρισκα άκρη. Αλλ' ο κυρ-Δημάκης εύρε τέλος άκρη και τον έβγαλε λάδι τον φίλον του, όστις εκινδύνευε να κηρυχθή εις πτώχευσιν.

ΣΤΕΦΑΝ. Το βουτσί ολάκερο, αδελφέ μου. Το κρασοστάσι μου είναι σ' ένα βράχο παραγιαλού· εκεί έχω κρυμμένο το κρασί μου. Απόρριμμα, μωρέ, πώς πάει η τρεμούλα σου; ΚΑΛΙΜΠ. Δεν είσαι ουρανοκατέβατος; ΣΤΕΦΑΝ. Φεγγαροκατέβατος, σε βεβαιώνω· εγώ ήμουν εκείνον τον καιρό ο άνθρωπος του φεγγαριού.

Έμεινα πολλά διαπερασμένος από την νέαν του δυστυχίαν, και τίποτα δεν αψήφισα διά να τον χαροποιήσω· αδελφέ μου του είπα, εγώ βλέπω που εσύ τύχην δεν έχεις εις το να πραγματεύεσαι· κάνει χρεία το λοιπόν να αφεθής τελείως από την πραγματείαν, και θέλεις ζήση μαζί μου με ανάπαυσιν χωρίς να σου λείψη τίποτε.

Μου φαίνεται, προκειμένου περί γάμου, ότι πρέπει να λογαριάζη κανείς και τη συμπάθεια της κόρης, αφού θα είνε για όλη τη ζωή της και αφού από τη συμπάθεια αυτή εξαρτάται όλη η ευτυχία του γάμου. κ. ΑΡΓΓΑΝ Θα μου επιτρέψης μια στιγμή, αδελφέ μου. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Πώς; τι θέλεις να κάνης; ΑΡΓΓΑΝ Ένα κλυσματάκι· θα τελειώση γρήγορα. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Αστειεύεσαι.

ΚΑΙΣΑΡ. Χαίρε, προσφιλεστάτη μου αδελφή· είθε τα στοιχεία της φύσεως να σου είναι ευμενή και να σε ευφραίνουν! Χαίρε. ΟΚΤΑΒΙΑ. Αγαπητέ μου αδελφέ! ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Απρίλιος είναι εις τους οφθαλμούς της. Είναι το έαρ του έρωτος, τα δε δάκρυά της η ζωογόνος βροχή. Έσο φαιδρά. ΟΚΤΑΒΙΑ. Φρόντιζε, αδελφέ μου, διά τον οίκον του συζύγου μου και... ΚΑΙΣΑΡ. Τι, Οκταβία; ΟΚΤΑΒΙΑ. Θα σου το είπω κρυφά.

Καιαν θέλης να φιλοσοφήσουμεδε βρίσκω τίποτε αστειότερο και τίποτε γελοιωδέστερο πράγμα στον κόσμο από έναν άνθρωπο που του πέρασε η ιδέα να γιατρέψη έναν άλλον. ΑΡΓΓΑΝ Γιατί φαντάζεσαι, αδελφέ μου, πώς ένας άνθρωπος δεν μπορεί να γιατρέψη έναν άλλον;