United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όθεν μίαν ημέραν μη υπομένοντας πλέον την αυθάδειαν και αδιαντροπίαν της γυναικός επήγα εις το παλάτι των δακρύων, διά να ιδώ τι κάμνει εκεί η αδιάντροπη γυναίκα· και από μέρος που δεν με έβλεπεν ακούω και λέγει εις τον αγαπητικόν της· αλλοίμονον εις εμέ, εγώ ευρίσκομαι εις την εσχάτην απελπισίαν ω ψυχή μου αγαπημένη, καθημέραν σου ομιλώ, και δεν μου αποκρίνεσαι ένα λόγον; έως πότε αυτή η σιωπή; δεν ακούεις τους στεναγμούς μου; δεν ακούεις τους θρήνους μου; πώς δεν μου λέγεις ένα μόνον λόγον; πόθεν προέρχεται τούτο; από αδυναμίαν σου, ή από καταφρόνησιν προς με; βλέπεις ότι εγώ προτιμώ να συμμερίζωμαι τους πόνους σου και να ζω συχνάκις μαζί σου, παρά να απολαμβάνω τας ξεφαντώσεις και ηδονάς, που δύναται να μου δώση η βασιλική εξουσία.

Αι τρυφαί και ξεφαντώσεις εις ολίγον καιρόν με έκαμαν να λησμονήσω παντελώς τες κακουχίες που υπέφερα εις τα προηγούμενά μου ταξείδια· μάλιστα η ξεφαντωτική ζωή άρχισε να μου προξενή αηδίαν· ομοίως και η νεότης της ηλικίας και η υγιής κράσις μού εκίνησαν την όρεξι να ταξειδεύσω πάλιν διά να ιδώ νέους τόπους, πολιτείας, και άλλα ήθη· και κάμνοντας κάθε ετοιμασίαν ταξειδιού εις διάφορα είδη πραγματείας, και συμφωνήσας με άλλους πραγματευτάς, εμισεύσαμεν με ένα πλοίον, διά τα νησιά της εσωτερικής Ινδίας.

Αλλ' ο Σχαζηνάν παρεκάλεσε τον αδελφόν του τον βασιλέα να τον αφήση, λέγοντας του· αδελφέ, έχε με παρητημένον από το κυνήγι, διότι η περίστασις της υγείας μου δεν μου δίδει άδειαν να κάμω τέτοιες ξεφαντώσεις και περιδιαβάσεις. Ακούοντας την γνώμην του ο Αϊδήν τον άφησεν ανενόχλητον, και επήγεν αυτός με τους άρχοντάς του.

Αι τρυφαί και ξεφαντώσεις εις ολίγον καιρόν εξάλειψαν από την μνήμην μου όλα τα περασμένα συμβάντα και κινδύνους· όθεν επεθύμησα πάλιν νέα ταξείδια διά την αχόρταγον επιθυμίαν του πλούτου.

Μετά τον θάνατον του πατρός μου, έμεινα κληρονόμος μιας αρκετής πατρικής κληρονομίας· αλλ' έχοντας κάθε ελευθερίαν και όντας αχαλίνωτος εις τα βάθη της ηδονής, έζησα άσωτος μερικούς χρόνους όθεν και έφθειρα το περισσότερον μέρος της πατρικής μου περιουσίας εις τρυφάς, μέθας και ατάκτους ξεφαντώσεις.

Μη μου ζητής πώς θα έχω να κάμω να το βάλλω εις πράξιν, διότι ούτε εγώ ο ίδιος δεν το ηξεύρω, αλλά θέλω συμβουλευθή με τες περιστάσεις, και κατά πως μου φανή αρμόδιον θέλω κάμει. Το Βασιλόπουλο καταπεισμένον εις τα λόγια μου και εις την πίστιν που είχα διά να κατορθώσω αυτό, με αγκάλιασε και, έπειτα περάσαμε το επίλοιπον της ημέρας εις ηδονές και ξεφαντώσεις.