Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Αλλ' ο Σχαζηνάν παρεκάλεσε τον αδελφόν του τον βασιλέα να τον αφήση, λέγοντας του· αδελφέ, έχε με παρητημένον από το κυνήγι, διότι η περίστασις της υγείας μου δεν μου δίδει άδειαν να κάμω τέτοιες ξεφαντώσεις και περιδιαβάσεις. Ακούοντας την γνώμην του ο Αϊδήν τον άφησεν ανενόχλητον, και επήγεν αυτός με τους άρχοντάς του.

Ναρκωμένη, αναίσθητη, στέκεται προ αβύσσου· το παν είναι σκότος γύρω της, καμμία ελπίς, καμμία παρηγορία, καμμία προσδοκία! γιατί την άφησεν εκείνος εις τον οποίον μόνον αισθανότουν την ύπαρξίν της.

Αυτός όμως αγρόν ηγόρασε. «Πού σ' είδα πού σε ξέρωΔεν τον άφιναν ήσυχον, επί τέλους; Ποίαν υποχρέωσιν είχε να τρέχη δι' όλαις της παληοκαϊάσσαις, όσους εζήτουν να πάρουν σύνταξιν από το απομαχικόν; Αυτός, όσους ψήφους επήρε, τους είχεν αγοράσει ακριβά. Όλους πληρωμένους. Ένα εκλογέα δεν άφησεν απλήρωτον.

Βλέποντας έτσι ο γεωργός, και λογιάζοντας να είναι άρρωστον, το άφησεν εις το παχνί του, και επήγε να δώση την είδησιν του αυθέντου του του πραγματευτή, ότι το βόιδι είνε άρρωστον, και μου έκαμε τούτο και τούτο.

ΙΩΝ Τότε με γέννησες εμέ. ΞΟΥΘΟΣ Και σ' εύρε η τύχη, γυιέ μου. ΙΩΝ Πώς ήλθα στο ναό αυτό; ΞΟΥΘΟΣ Θα σ' άφησεν η κόρη. ΙΩΝ Δούλος για αυτό δεν έγινα. ΞΟΥΘΟΣ Τώρα λοιπόν, παιδί μου δέξου με για πατέρα σου. ΙΩΝ Δεν πρέπει ν' απιστήσω στο λόγο που είπεν ο θεός. ΞΟΥΘΟΣ Πολύ καλά το εσκέφθης. ΙΩΝ Τι άλλο ήθελα απ' αυτό; ΞΟΥΘΟΣ Το πράμα τώρα βλέπεις όπως σου πρέπει να το ιδής.

Έκαμε ακόμη δύο μαγείας, η μία να είναι αφανές και αθεώρητον τούτο το καστέλλι, και η άλλη που η πόρτα να μην ημπορή να ανοιχθή, και ούτω με άφησεν υστερώτερα εις ετούτο το καστέλλι, και εξεμάκρυνεν από εμένα.

Προσορμισθείς δε εκεί, είτε διότι τω ήρεσεν ο τόπος, είτε δι άλλην τινά αιτίαν, άφησεν εις την νήσον ταύτην Φοίνικάς τινας μεταξύ των οποίων και τον Μεμβλίαρον, ένα των συγγενών του. Ούτοι οι άνθρωποι, πριν έλθη ο Θήρας εκ της Λακεδαίμονος, κατώκουν εις την Καλλίστην επί οκτώ γενεάς ανθρώπων.

Όπου νάναι έφθασε και η κ. Μύρτου. Ξέρεις δα η ζωγράφος από τας Αθήνας. Ό,τι γύρισεν από την εξοχή και μήνυσε πώς θάρθη για την εικόνα της γιαγιάς. Θα μείνω να την περιποιηθώ λιγάκι. Γιατί αν την περιποιηθούμε δεν θα πάρη τίποτε. Ο λ γ ί ν α. Χρήματα άφησεν; Κα Μ ε μ ι δ ώ φ Θα ψωνίσετε με πίστωσιν. Έφθασε. Λ έ λ α. Μας εξεχάσατε.... Μ α ρ ί α. Δεν ήμουν εδώ.

Αυτή χωρίς να μου ομιλήση τίποτε εμίσευσε, και με άφησεν εις την στράταν όλον αφιερωμένον εις το να θεωρώ αδιαφόρευτα την πόρταν, μήπως ξανανοίξη διά να θεωρήσω ακόμη εκείνην την νέαν. Και με τούτην την ελπίδα επλησίασεν η νύκτα χωρίς να επιτύχω του ποθουμένου.

Τον άκουσε και πρόθυμα ποδέθη ο χοιροτρόφος, και προς την πόλιν κίνησε• και τότε της Αθήνης 155 δεν ξέφυγεν όπ' άφησεν ο Εύμαιος την καλύβα• κ' ήλθε πλησίον η θεά, καιτην μορφήν εφάνη γυνή μεγάλη και καλή, 'ς έργα λαμπρά τεχνίτρα• εστάθηκετο αντίθυρο κ' εφάνη του Οδυσσέα, κ' εκείνην ο Τηλέμαχος ούτ’ είδεν ούτε αισθάνθη• 160 ότι ολοφάνερα οι θεοί δεν φαίνονται εις καθέναν. αλλ' ο Οδυσσέας είδε την και οι σκύλοι, ουδ' εγαυγίζαν, αλλ' έγρουζαν κ' εσκόρπισαντην στάνη τρομασμένοι. ένευσε αυτή και νόησεν ο θείος Οδυσσέας. και απ' την καλύβατην αυλή σιμάτο μέγα τείχος 165 ήλθε και εμπρός της έμεινε• και του 'πε τότ' η Αθήνη• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, όλα του υιού σου τώρα ειπέ και απόκρυφα μην έχης, όπως, άμ' οργανίσετε τον φόνον των μνηστήρων, κινήσετε προς την λαμπρήν πόλιν, και δεν θ' αργήσω 170 να 'λθω σιμά σας πρόθυμη κ' εγώ μες τον αγώνα».

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν