United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Αμβλέτος φθάνει με τους απεσταλμένους εις την Αγγλίαν, και αυτού τρομάζει τον Βασιλέα με το μαγικόν του πνεύμα, και μαντεύει σκανδαλώδη απόκρυφα της βασιλικής οικογενείας. Ο Βασιλεύς συμφώνως με τα πλαστά γράμματα στέλλει εις τον θάνατον τους δύο απεσταλμένους, και αρραβωνιάζει την θυγατέρα του με τον Αμβλέτον.

Εκεί τότε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κοιμώνταν εις την αίθουσα, 'ς το τορνευτό κρεββάτι• 345του παλατιού τ' απόκρυφα και ο Αλκίνοος αναπαύθη, και η σύντροφος του η δέσποινα του ευτρέπιζε την κλίνη. Ραψωδία Θ

Σώνει μας να διαλέξουμε τον ένα δρόμο από τους δυο, κ' ή να ταφήσουμε καταμέρος τ' Απόκρυφα, ή, καθώς έκαμαν όλοι, να τακολουθήσουμε. Θα κάμουμε το δεύτερο, αν και δυσκολία ακόμα πιο μεγαλήτερή μας παρουσιάζεται.

Δε βλέπεις πόσο αδυνατεί Μες την καρδιά του να κρατή Τα εδικά του μερικά Απόκρυφα συμβεβηκά, Στα ξένα πλιο τι καρτερείς; Για πονηρόν μη τον θαρρείς. Πορεύεται άκακα κι' απλά Και με ανήλικα μιαλά, Αν θέλεις, γέλα, να σου ειπώ Τον παιδιάσισιο του σκοπό. Για μυστικό αυτός νογάει Κρυφά να το κοινολογάη.

Εις τα Απόκρυφα Ευαγγέλια δεν γίνεται μνεία της Περιτομής, και μόνον το Αραβικόν Ευαγγέλιον της Νηπιακής Ηλικίας περιέχει σχετικήν τινα νύξιν καταπληκτικώς αποτροπαίαν.

Αυτόν τον επωνόμασε Βεζύρην μελαγχολικόν, επειδή πάντοτε ήτον σκυθρωπός και μελαγχολικός, και δεν εγελούσε ποτέ του με κανένα τρόπον. Μίαν ημέραν ο Βασιλεύς του ωμιλούσε διά κάποια απόκρυφα, και διά ένα συμβεβηκός εγελούσεν υπερβολικά, που κατά αλήθειαν ήτον άξιον να γελά καθένας. Μα ο Βεζύρης τον άκουε με τόσην σοβαρότητα, που ο βασιλεύς έμεινε θαυμασμένος.

Επερνούσα το λοιπόν πολλά ειρηνικά, και αναπαυμένα τον καιρόν μου εις εκείνο το θαυμαστόν σπήλαιον, σπουδάζοντας με ησυχίαν χωρίς να κουρασθώ εις το διάστημα του χρόνου, εκείνα τα θαυμαστά βιβλία από τα οποία εκαρποφορέθηκα μεγάλως, και μάλιστα εις τα πλέον απόκρυφα της φύσεως.

Όμως εγώ εννόησα τη διαφορά τους αμέσως. Μίλια ήταν μακριά ένας από τον άλλον. Ο Γεράσιμος φαρμακομύτης, σιωπηλός, αγέλαστος, κρυφονούσηςβρασμένη ψυχή. Ο Ανέστης το ενάντιο. Βροντοκράχτης κεραυνός ο ένας· θάλασσα κρυφογκάστρωτη ο άλλος. Ό,τι έλεγε η καρδιά το έδειχνε στα χείλη ο Σπετσιώτης. Ό,τι έλεγαν τα χείλη το ετάφιαζε στ' απόκρυφα της ψυχής ο Κεφαλλωνίτης.

Τον άκουσε και πρόθυμα ποδέθη ο χοιροτρόφος, και προς την πόλιν κίνησε• και τότε της Αθήνης 155 δεν ξέφυγεν όπ' άφησεν ο Εύμαιος την καλύβα• κ' ήλθε πλησίον η θεά, καιτην μορφήν εφάνη γυνή μεγάλη και καλή, 'ς έργα λαμπρά τεχνίτρα• εστάθηκετο αντίθυρο κ' εφάνη του Οδυσσέα, κ' εκείνην ο Τηλέμαχος ούτ’ είδεν ούτε αισθάνθη• 160 ότι ολοφάνερα οι θεοί δεν φαίνονται εις καθέναν. αλλ' ο Οδυσσέας είδε την και οι σκύλοι, ουδ' εγαυγίζαν, αλλ' έγρουζαν κ' εσκόρπισαντην στάνη τρομασμένοι. ένευσε αυτή και νόησεν ο θείος Οδυσσέας. και απ' την καλύβατην αυλή σιμάτο μέγα τείχος 165 ήλθε και εμπρός της έμεινε• και του 'πε τότ' η Αθήνη• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, όλα του υιού σου τώρα ειπέ και απόκρυφα μην έχης, όπως, άμ' οργανίσετε τον φόνον των μνηστήρων, κινήσετε προς την λαμπρήν πόλιν, και δεν θ' αργήσω 170 να 'λθω σιμά σας πρόθυμη κ' εγώ μες τον αγώνα».

Ετούτος ο μέγας άνθρωπος, μου είπεν, ήξευρεν ένα μεγάλον αριθμόν σεκρέτα, ήγουν απόκρυφα, όλα πολλά περίεργα. Αυτός από την πολλήν αγάπην που επήρε, μου έδειξεν ένα σεκρέτον πολλά θαυμαστόν, και μου παρήγγειλε κανενός να μη το ειπώ με όρκον.