United States or Anguilla ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλως είξευραν ότι ο ιδιοκτήτης του μικρού σκάφους είχε συνήθειαν να κοιμάται κατ' οίκον, η δε οικία του δεν είχε το πλεονέκτημα να είνε παραθαλασσία. Το κόττερον ήτον «νέο σκαρί», και ο καπετάνιος του ήτον «νειόγαμπρος». Μόνον υπήρχον εντός του πλοίου ο σύντροφός του, γέρων ναυτικός, ο Κώτσος ο Φραγκούλας, όστις είχεν έργον να φυλάττη το πλοίον.

Την κοίταξα καλά μέσα στα μάτια και της είπα: «Θεία Νοέμι, εγώ θα παντρευτώ την Γκριζέντα, επειδή μόνο η Γκριζέντα, φτωχή σαν κι εμένα, νέα και μόνη σαν κι εμένα, μπορεί να είναι η σύντροφός μου». Τότε η Νοέμι χλόμιασε σαν να ήταν νεκρή∙ φοβήθηκα και έφυγα. Έκλαιγα∙ σου το είπε; Έλα, Έφις, δεν με ακούς. Έλα! Να η θεία Έστερ.

Ο γέρος σύντροφός του όμως σηκώθηκε ξαφνικά, ψηλός, ταλαντευόμενος σαν βλαστός δέντρου που τον σείει ο άνεμος, έκανε μερικά βήματα και έπεσε επάνω στον Ιστένε ρίχνοντάς του γροθιές στο κεφάλι σαν να’ τανε σφυριά.

Αυτή διά να ευχαριστήση εμένα, τον εδέχθη με πολλήν ευγένειαν, υστερότερα δε εκαθήσαμεν εις την τράπεζαν και οι τρεις. Ο σύντροφός μου ήτον έως τριάντα χρόνων άνθρωπος και είχε πολύ πνεύμα, και έκαμε πολλά ογλήγορα να γνωρισθή προς την κυράν ότι ήτον ένας, που δεν εμισούσε τες ηδονές, και πως έκανεν ολίγην τιμήν του φορέματός του.

τον πρόδομον επλάγιαζεν ο θείος Οδυσσέας· επάνω εις βωδοτόμαρον αμάλακτ' είχε στρώσει πολλαίς προβείαις των αρνιών, 'που σφάζαν οι μνηστήρες· και, άμ' αναπαύθη, σκέπασμα του έρριξ' η Ευρυνόμη, αυτού κινώντας εις τον νουν ολέθριατους μνηστήραις 5 άγρυπνος έμενεν αυτός· και απ' το παλάτ' η κόραις, όσαις με κείνους άσεμνα να σμίγουν συνειθούσαν, βγαίναν και γέλια και χαραίς έκαμναν μεταξύ των. αλλ' εταράζετο η καρδιάτα σωθικά του εκείνου, και διαλογίζονταν πολύ μες της ψυχής τα βάθη, 10 εάν θα ορμήση θάνατον να δώσ' εις καθεμία, ή αφήση με τους προπετείς μνηστήραις να 'χουν σμίξι την ύστερή των· και η καρδιά μέσα σφοδρά του αλύκτα. και ως σκύλ', οπού τα τρυφερά μικρά της περιτρέχει, άνθρωπον ξένον αλυκτά κ' είν' έτοιμητην μάχη· 15 όμοια του αλύκτα μέσα του, καθώς αγανακτούσε. και την καρδιά του ωνείδισε, τα στήθη του κτυπώντας·βάστα, καρδιά· σκυλίτερον έχεις βαστάσει πόνον, όταν ο άγριος Κύκλωπας μου 'τρωγε τους γενναίους συντρόφους· και συ βάστασες ως ότου απ' τ' άντρο κείνο, 20 όπ' έβλεπες τον θάνατον, η γνώσι σ' έφερε έξω.— τους λόγους τούτους έλεγε προς την καρδιά του εκείνος· τότεαυτόν υπάκουσε με υπομονή μεγάλη μέσα η καρδιά του· πλην αυτός γύριζ' εδώθ' εκείθε· και ως ότε απ' αίμα γεμιστήν και απ' άλειμμα κοιλίαν 25 άνθρωπος στρέφει εδώ κ' εκείτην φλόγα οπ' έχει ανάψει, ότι ποθεί ταχύτατα να την ιδή ψημένην, εδώθ' εκείθ' εγύριζε και αυτός κ' εμεριμνούσε το πώς τους αδιάντροπους μνηστήραις να κτυπήση μόνος, κ' εκείν' ήσαν πολλοί· τότεαυτόν η Αθήνη 30 κατέβη από τον ουρανό κ' είχε θνητής το σχήμα·την κεφαλή του στάθηκεν επάνω κ' είπ' εκείνου· «Πάλι αγρυπνείς, ο άμοιρος, ως άλλος δεν ευρέθη; ιδού, το σπίτι σου, κ' ιδούτο σπίτ' η σύντροφός σου, και το παιδί σου, οπ' όμοιον κάθε πατέρας θέλει»· 35

Όταν τελειώσουν τας συζητήσεις των περί του ξένου αρχίζουν και περί αυτών των ιδίων· ο πριν σύντροφος γίνεται μόλις απομακρυνθή της ομηγύρεως κέντρον της κακολογίας των άλλων. Δεν ήτο λοιπόν δυνατόν ούτοι να σεβασθούν και να τηρήσουν μυστικόν το πάθημα του Δημήτρη.

Ο βοσκός, ο σύζυγος της λεχούς, και ο σύντροφός του, ο αδελφός εκείνηςοίτινες τώρα μόλις είχον έλθει με το κοπάδι από το πέραν Μέγα ρεύμα, όπου είχον οδηγήσει εις το υπήνεμον τα πρόβατατους επερίμεναν. — Έρχονται, έρχονται! — Είναι κι' ο παπάς μαζύ.

Σε καρτερώ! του απάντησε ο Ισλιάμ Μπέντος. Ο Καραϊσκάκης, νευρικός κι' ανυπόμονος, έτρεμε πριν αρχίση ο πόλεμος. Κοντά του ήταν ο Τσάκας, πελώριος παληκαράς, παλιός του σύντροφος. Γυρίζει και λέειτον Καραϊσκάκη·Τι τρέμεις, ωρέ Γύφτο; Φοβάσαι; Και του τραβάει έναν κατακέφαλο. Τον έφαγε καλόν, χωρίς να θυμώση ο Καραϊσκάκης. Γύφτος ήταν το παράνομά του, γιατί ήταν μελαψός.

Δηλαδή ο μεν εωσφόρος, ο οποίος είναι ο ίδιος και έσπερος, σχεδόν έχει δικαιολογίαν να καθιερωθή εις την Αφροδίτην, το οποίον είναι πολύ εύλογον δι' ένα Σύριον νομοθέτην, ο δε σύντροφος του ηλίου και αυτός ομοίως έχει λόγον σχεδόν να λάβη το όνομα του Ερμού. Ακόμη δε τρεις τροχιάς ας αναφέρωμεν πλανητών κινουμένων προς τα δεξιά μαζί με την σελήνην και τον ήλιον.

Τι είναι δημοτικότης; Έκαστος δύναται να ορίση αυτήν όπως θέλει, αλλ' ημείς εννοούμεν αυτήν μόνον: ο Βαλζάκ περιηγείτο μετά τινος φίλου του εν Πολωνία· καταληφθέντες υπό χιόνος και βροχής οι δύο οδοιπόροι εζήτησαν άσυλον εις απόκεντρον τινα αρχοντικόν πύργον· η δε οικοδέσποινα έσπευσε, κατά τα εκεί έθιμα, να προσφέρη ιδίαις χερσίν εις τους αγνώστους εκείνους ξένους το τσάι της φιλοξενίας· αλλ'ενώ περιέφερε τον δίσκον, ο σύντροφος του κλεινού μυθογράφου έτυχε ν' αποτείνει αυτώ τον λόγον αποκαλών «Κύριε Βαλζάκ». Εις το άκουσμα εκείνο η Πολωνίς, βλέπουσα προ αυτής τον γράψαντα τον Λαμβέρτην και την Ευγενία Γρανδέ υπό τοσαύτης κατελήφθη συγκινίσεως, ώστε εξέφυγε της χειρός της ο δίσκος και κατεκυλίσθησαν τα φλυτζάνια κατά γης.