Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Οπόταν έφθασα εδώ, τους δούλους του εχθρού σου μαζή με τους ανθρώπους σου τους ηύρα εις τα χέρια. Αμέσως εξεσπάθωσα διά να τους χωρίσω· αλλ' ο Τυβάλτης έξαφνα προβάλλει κορωμένος, με το σπαθί ολόγυμνον, και μου τρυπά τ' αυτιά μου με λόγια ερεθιστικά, και σείει το σπαθί του επάν' απ' το κεφάλι του, και κόπτει τον αέρα, και ο αέρας, άκοπος, σφυρίζει περιγέλιον.

Διά να εκδάρη κεφαλήν, την περιτέμνει κύκλω περί τα ώτα, την λαμβάνει εκ των τριχών, την σείει, και αφού το δέρμα αποσπασθή από το κρανίον, αποξέει το κρέας με πλευράν βοός, μαλάσσει έπειτα αυτό μεταξύ των χειρών του· αφού δε το καταστήση τοιουτοτρόπως μαλακόν ως χειρόμακτρον, το κρεμά του χαλινού του ίππου επί του οποίου ιππεύει, και γαυριά.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Τί είν' ο θόρυβος αυτός; Δος το μακρύ σπαθί μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι θα το κάμης το σπαθί; Μη θέλης πατερίτζαν; ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δος το σπαθί μου! Κύτταξε, ο γέρος ο Μοντέκης καταντικρύ μου στέκεται, και σείει το 'δικόν του. ΜΟΝΤΕΚΗΣ Μη μ' εμποδίζης, άφες με! — Ω παληο-Καπουλέτε! ΜΟΝΤΕΚΑΙΝΑ Βήμα δεν κάμνεις απ' εδώ να σμίξης τον εχθρόν σου.

— Ο άνεμος σείει τα δένδρα, είπε, καθώς εμέ η πνοή της συμφοράς. Οι διώκται όμως δεν αργούσι. Κοιμάσαι, αθώον πλάσμα, εις τας αγκάλας μου, αλλ' ουδέ υποπτεύεις πού θ' αφυπνισθής. Δεν θα σε παραδώσω εις τας χείρας των, θα σε μεταβιβάσω εις την αθανασίαν. Εις τους υποχθονίους θεούς θα σ' αφιερώσω. Συ, ω θείε άνερ, καλώς είπες, ουδ' ηδύνατο νους τις να ίδη όσα συ κατενόησας.

Και ο άνιπτος κύριος δράττεται διά των ρυπαρών του δακτύλων της χειρός του Ιωάννου, και σείει αυτήν μετά προδήλου συγκινήσεως, προσθέτων·Επεθύμουν να σας ομιλήσω μίαν στιγμήν ιδιαιτέρως. — Με συγχωρείτε . . . δεν έχω τόρα καιρών, έχω κάπου να υπάγω, και βιάζομαι . . . , απαντά ο Περδίκης εξερχόμενος εις την οδόν και παρακολουθούμενος υπό του αγνώστου.

Ο γέρος σύντροφός του όμως σηκώθηκε ξαφνικά, ψηλός, ταλαντευόμενος σαν βλαστός δέντρου που τον σείει ο άνεμος, έκανε μερικά βήματα και έπεσε επάνω στον Ιστένε ρίχνοντάς του γροθιές στο κεφάλι σαν να’ τανε σφυριά.

Άξαφνα γίνεται ένα ποδοβολητό κι αντηχούν φοβερά ξεφωνητά στις πλαγιανές απέραντες κάμαρες, κι όλος ο γυναικόκοσμος ορμά μέσα στη μελαγχολική κάμαρα, και μια φωνή μεγάλης χαράς, από τις χαρές εκείνες, που όχι πολύ συχνά νιώθει κανείς στη ζωή του, σείει όλο το παλιοσαράγι του Δημήτρη Πουρναρά: — Αγόρι, πατέρα! αγόρι, Δημήτρη!... Αρσενικό!.... να ζήσης, να το χαρής!

Αλλ' αίφνης εν βαθεία νυκτί ανατινάσσεται όρθιος από του ανακλίντρου του, τρίβει τους οφθαλμούς, σείει την κεφαλήν, τείνει το ους προς την οδόν, και δεν ηξεύρει τι κρότος παράδοξος και απαίσιος είνε ο ταράττων την ησυχίαν της νυκτός.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν