United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΙΠΠΟΤ. Είν' έτοιμα. Έλα, καλό παιδί μου. Αυλή εντός του μεγάρου του κόμητος Γλόστερ Εισέρχονται εκατέρωθεν ο ΕΔΜΟΝΔΟΣ και ο ΚΟΥΡΑΝ. ΕΔΜ. Καλώς τον Κουράν ! ΚΟΥΡ. Καλώς σας ηύρα, κύριέ μου. Έρχομαι από του πατρός σου. Τον ειδοποίησα, ότι ο δούκας της Κορνουάλλης και η δούκισσά του η Ρεγάνη, έρχονται εδώ απόψε. ΕΔΜ. Πώς τούτο ; ΚΟΥΡ. Δεν ηξεύρω κ' εγώ.

Ο δε βασιλεύς της εδιηγήθη ευθύς, λέγων, πηγαινάμενος εις τον οντάν της γυναικός μου, την ηύρα με έναν που με επαρομοίαζεν· εγώ βλέποντάς τους έβγαλα το σπαθί μου να τους θανατώσω· αλλ' ο άνδρας επρόφθασε και έφυγε.

Εγώ υπήκουσα μετά φόβου τα λόγια του πιστού τελωνίου, και εγύρισα οπίσω και εις ολίγον έφθασα εις την ρίζαν του βουνού, χωρίς να βλαφθώ από τα φοβερά θηρία επειδή και τα ηύρα εις την κατάστασιν που τα αφήκεν ο Αφρικός.

Αυτή η ομιλία με εζάλισε πολύ, επειδή και εις την θυγατέρα του δεν είχα καμμίαν αγάπην, με το να μη μου άρεσε καθόλου· και διά να έβγω με εύμορφον τρόπον, ηύρα την πρόφασιν και του είπα πως είναι αδύνατον να γένη αυτό, με το να ήμουν εγώ Μωαμεθανός, και αυτός ειδωλολάτρης.

Ένα μόνο γυναικείο πλάσμα ηύρα εδώ, μια δεσποινίδα ντε Β . . , Σας μοιάζει, αγαπητή Καρολίνα, αν δύναται καμμιά να σας μοιάση. Ε! θα ειπήτε, ο άνθρωπος καταγίνεται σε κομψά φιλοφρονήματα. Αυτό δεν είναι όλως διόλου ψέμμα. Η τάξις της τής είναι βάρος, που δεν ικανοποιεί κανένα των πόθων της καρδιάς της.

ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Αν έλειπε, μέγα κενόν θα είχε η εορτή μας, ωσάν να έλειπε το παν! ΜΑΚΒΕΘ Θα έχωμεν απόψε συμπόσιον επίσημον. Παρακαλώ να έλθης. ΒΑΓΚΟΣ Σ' τους ορισμούς σου! Μ' έχεις δε εις τα προστάγματά σου δεμένον μ' άλυτα δεσμά. ΜΑΚΒΕΘ Σκοπεύεις να ιππεύσης; ΒΑΓΚΟΣ Μάλιστα! ΜΑΚΒΕΘ Ήθελα πολύ την γνώμην σου εις κάτι. Την ηύρα πάντοτε σωστήν και γνωστικήν.

Ήθελα να καταβώ μια κάτω, να ξαπλωθώ, για να δοκιμάσω . . . πρέπει να τεντωθώ καλά . . . Η παιδίσκη ακουσίως εγέλασε. — Πού σ' αφίνει, θειά, είπεν, η καμπουρίτσα που έχεις, για τα ξαπλωθής, να δοκιμάσης; . . . Η γραία εμόρφασε. — Μπα! είπε, δεν έχω καμπούρα, πού την ηύρα την καμπούρα; . . . Κ' έφερε την χείρα οπίσω εις την ράχιν της.

ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Οπόταν έφθασα εδώ, τους δούλους του εχθρού σου μαζή με τους ανθρώπους σου τους ηύρα εις τα χέρια. Αμέσως εξεσπάθωσα διά να τους χωρίσω· αλλ' ο Τυβάλτης έξαφνα προβάλλει κορωμένος, με το σπαθί ολόγυμνον, και μου τρυπά τ' αυτιά μου με λόγια ερεθιστικά, και σείει το σπαθί του επάν' απ' το κεφάλι του, και κόπτει τον αέρα, και ο αέρας, άκοπος, σφυρίζει περιγέλιον.

Εγώ οπόταν ήμουν δέκα έξ χρόνων ηύρα κατά τύχην μίαν ημέραν τον θησαυρό του πατρός μου ανοικτόν και εμβαίνοντας μέσα άρχισα να στοχάζωμαι με επιμέλειαν τα όσα πολύτιμα και εξαίρετα πράγματα εκεί ευρίσκοντο. Και ανάμεσα εις τα άλλα βλέπω μίαν κασσελοπούλαν εγκοσμημένην με διάφορα πετράδια απ' έξω, και είχε ένα κλειδί χρυσό.

ΑΔΜΗΤΟΣ Να το το χέρι μου λοιπόν, τα μάτια αλλού γυρίζω σαν της Γοργόνας νάκοβα την κεφαλή. ΗΡΑΚΛΗΣ Την ηύρες; ΑΔΜΗΤΟΣ Την ηύρα. ΗΡΑΚΛΗΣ Κράτα την καλά. Και θάρθη μια ημέρα που θα το πης και μόνος σου πως ήτανε γενναίος ο γυιός του Διός, ο ξένος σου. Για κύτταξέ την τώρα. και ιδέ αν της γυναίκας σου μοιάζει πολύ. Η λύπη την θέσι της παραχωρεί στην ευτυχία. Θεοί μου! Τι να ειπώ.