United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δυστυχισμένος πραγματευτής έμεινε μισαποθαμμένος από την τρομάραν του, έπεσεν εις τα πόδια του Τελωνίου, και το παρακαλεί μετά δακρύων να τον αφήση, διότι δεν έκαμε κακόν κανένα, και δεν έχει κανένα πταίσιμον. Απεκρίθη το Τελώνιον καθώς εσύ εσκότωσες τον υιόν μου, έτσι τυχαίνει να σε σκοτώσω και εγώ.

Εγώ της απεκρίθηκα· ο φόβος σου είνε που σε παρακινεί να ομιλής έτσι, το βλέπω πολύ καλά· εγώ δεν φοβούμαι παντελώς ούτε ψηφώ τέτοια Τελώνια και μάλιστα τώρα θέλω τσακίσει τον καθρέπτην εκείνον και είμαι έτοιμος να τσακίσω και την κεφαλήν του Τελωνίου, ευθύς που θα έλθη εδώ.

Εις εκείνο το αναμεταξύ εσήκωσεν η γυναίκα τα μάτια της και βλέπει επάνω εις το δένδρον τους δύο εκείνους άνδρας και τους έκαμε νεύμα να κατεβούν, αλλά χωρίς να κάμουν κτύπον, και αυτοί πάλιν με νεύματα την επαρακαλούσαν να τους συμπαθήση διά τον φόβον του Τελωνίου.

&Ιστορία του πραγματευτού και Τελωνίου.& Γαληνότατε βασιλεύ, ήτο μίαν φοράν ένας πραγματευτής πλουσιώτατος, είχε πολλά υπάρχοντα κινητά και ακίνητα και εις διαφόρους τόπους, είχε πραγματείες συντροφικώς με πολλούς· και εσυνήθιζε κατά τις χρείες του να πηγαίνη ν' ανταμώνη τους συντρόφους του εις κάποιες μακρυνές πολιτείες.

Και λέγοντας αυτά το Τελώνιον ευθύς έγινεν άφαντον. Ο ψαράς απεφάσισε να φυλλάξη την παραγγελίαν του Τελωνίου απαράλλακτα· και κινώντας προς την πολιτείαν έκαμε διαφόρους στοχασμούς εις όσα του συνέβησαν και φθάνοντας εις την πόλιν επήγε κατ' ευθείαν εις το παλάτι το βασιλικόν, διά να προσφέρη εις τον βασιλέα ως δώρον τα ψάρια του νέου κυνηγίου του.

Και αφού επλήρωσε την επιθυμίαν της, είδε και εβαστούσεν ο καθένας ένα δακτυλίδιον, και τους τα εζήτησε· και ως τα έλαβε τους έδειξεν αυτή μίαν αρμαθιάν οπού είχεν ενενήντα οκτώ δακτυλίδια, εις την οποίαν αρμάθιασε και εκείνα τα δύο και έγιναν εκατόν· ύστερα τους λέγει· βλέπετε πόσα δακτυλίδια έχω, τόσους λοιπόν αγαπητικούς εχάρηκα, και επλήρωσα την όρεξίν μου, έως τώρα ωσάν και εσάς, εις το πείσμα και γινάτι του αδιακρίτου και σκληρού Τελωνίου, που με φυλάττει κλεισμένην εις εκείνην την κασέλαν μέσα εις το βάθος της θαλάσσης.

Εγώ υπήκουσα μετά φόβου τα λόγια του πιστού τελωνίου, και εγύρισα οπίσω και εις ολίγον έφθασα εις την ρίζαν του βουνού, χωρίς να βλαφθώ από τα φοβερά θηρία επειδή και τα ηύρα εις την κατάστασιν που τα αφήκεν ο Αφρικός.

Τότε ο γέρων που είχε την έλαφον, τον επληροφόρησε δι' όσα συνέβησαν μεταξύ του Πραγματευτού και του Τελωνίου. Απεκρίθη εκείνος· είμαι περίεργος να προσμείνω διά να ιδώ το αποβησόμενον· και εκάθισε σιμά εις τους άλλους. Και εν τω αναμεταξύ που συνωμιλούσαν οι τρεις, ιδού φθάνει ένας τρίτος γέρων, και αυτός πλησιάζοντας τους ηρώτησε διατί ο πραγματευτής ήτο έτσι λυπημένος και αδημονών.

Λέγει μου η βασιλοπούλα· η ιδική μου ευχαρίστησις και ξεφάντωσις είνε να απολαμβάνω την συντροφιάν σου εννέα ημέρας, και την δεκάτην να την αφίνης του Τελωνίου.