United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αισθάνομαι ακόμη πόσον συμπαθητικόν μου ήτο, όταν για πρώτη φορά εισήλθα εκεί ακριβώς ένα μεσημέρι, είχα ελαφρόν προαίσθημα οποία σκηνή ευδαιμονίας και λύπης έμελλε να μου γίνη το δάσος αυτό. Εχάρηκα για μισή σχεδόν ώρα ακόμη τις φλογερές γλυκείες σκέψεις του αποχωρισμού, και του ξαναϊδωμού κατόπιν, όταν τους άκουσα να ανεβαίνουν προς το επάνω μέρος του περιβολιού.

Αγαπητέ μου εξάδελφε Ο Γεωργάκης μου είπε την καλήν σας τύχην, και σας συγχαίρομαι με όλην μου την καρδίαν. Εχάρηκα σαν να ήμην εγώ. Σου εύχομαι του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά, και σε παρακαλώ να ενθυμηθείς εις αυτήν την περίστασιν και την πτωχήν την εξαδέλφην σου. Έρχεται χειμώνας και ο καϋμένος ο Γεωργάκης μου δεν έχει δεύτερον φόρεμα. Ο Θεός να σου τα πληθαίνη, εξάδελφέ μου.

Εχάρηκα εις αυτό το συναπάντημα, και συντροφιασμένος με αυτόν, εφθάσαμεν εις το Μπαγδάτ, και εμβαίνοντας από την πόρταν, αυτός επήγεν εκεί που είχε την δουλειάν του, και εγώ επήγα εις ένα μετζίτι, και εσταμάτησα εκεί μίαν ημέραν και μίαν νύκτα, εντρεπόμενος να έβγω εις τέτοιαν κατάστασιν εις τες στράτες, φοβούμενος διά να μη συναπαντήσω κανένα, από το Μουσούλ, που να με γνωρίζη.

Δεν είδα πλέον το καράβι του επιβούλου γέροντος, με το να εμίσευσε πάραυτα. Και τότε άρχισα να στοχάζωμαι τον κίνδυνον, εις τον οποίον πάλιν ευρισκόμουν, φοβούμενος να μη με καταφάγωσιν αι τίγρεις, θηρία τόσον άγρια· μα ο φόβος μου ογλήγορα έπαυσε, με το να εξάνοιξα ένα καράβι μακρόθεν το οποίον βλέποντάς το εχάρηκα κατά πολλά και έλαβα καλήν ελπίδα.

Έλαβα λοιπόν την μορφήν μιας ελάφου και εφανερώθηκα έμπροσθέν σου, διά να σε υποχρεώσω να με στοσχασθής· εσύ με εκυνήγησες, αλλά χωρίς να με φθάσης, και αφού ερρίχθηκα εις το νερόν, δεν ημπορείς να πιστεύσης την ηδονήν που είχα να σε βλέπω να τριγυρίζης και να ανακατώνης το νερόν διά να με εύρης, και ακούοντας πως αποφάσισες να κοιμηθής εκεί σιμά εις την πηγήν, το εχάρηκα μεγάλως, και εις το αναμεταξύ που εκοιμώσουν, έκαμα και έγινε τούτο το παλάτι διά να σε δεχθώ.

Επρόσφερα του βασιλέως Καλίφη δύο από τα μεγαλύτερά μου πετράδια ως δώρον, ο οποίος τα εδέχθη με μεγάλην χαράν και τα έθεσεν εις το θησαυροφυλάκιόν του, διά πλέον εξαίρετα πράγματα. Διεμοίρασα πολλάς ελεημοσύνας εις τους πτωχούς, από τα πλούτη που εσύναξα και απόκτησα με τόσους κόπους, εξεφάντωσα και εχάρηκα με τους φίλους μου ανεψήφιστα. Αύτη λοιπόν είνε η διήγησις του δευτέρου μου ταξειδιού.

Ζω τόσον ευτυχείς ημέρας, οποίας ο Θεός φυλάττει διά τους αγίους του· και ας μου τύχη ό,τι θέλει, δεν θα δυνηθώ να είπω ότι δεν εχάρηκα τας ηδονάς, τας αγνοτάτας ηδονάς της ζωής. — Γνωρίζεις το Βαλάιμ μου· εκεί είμαι εντελώς αποκαταστημένος· εκείθεν μισή μόνον ώρα έχω έως της Καρολίνας· εκεί αισθάνομαι τον εαυτόν μου και κάθε ευτυχίαν, που επιτρέπεται εις τον άνθρωπον.