United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αφού επέρασαν εννέα ημέραι του ταξειδίου μας, είδα μακρόθεν κάποια νησιά· τότε από την χαράν μου μεγαλοφώνως ευχαρίστησα το όνομα του μεγάλου Προφήτου, χωρίς να στοχασθώ την παραγγελίαν του γέροντος, που με ημπόδισε να αναφέρω το όνομα του Προφήτου· και μόλις ετελείωσα ταύτα τα λόγια ιδού το πλοιάριον ομού με τον άνθρωπον εβυθίσθη εις το πέλαγος.

Και ευθύς οι εκεί πραγματευταί με τα μετρητά επί χείρας μού το επλήρωσαν με μεγάλην διαφοράν, εις βαθμόν που το κεφάλαιον και το κέρδος ομού εσυμποσούντο εις εκατόν χιλιάδας φλωριά της Βαβυλώνος. Οι συγγενείς μου με εδέχθησαν με υπερβολικήν χαράν.

Τι να είπω τώρα προς την μητέρα της, πώς να την δεχθώ ; Με ποίον βλέμμα θα την ατενίσω, αυτήν, ήτις απρόσκλητος ελθούσα εδώ συνεπλήρωσε την δυστυχίαν μου; Και όμως τι το φυσικώτερον να συνοδεύση η μήτηρ την κόρην της ερχομένην εις την χαράν του γάμου της και να παραδώση φαιδρά και ευτυχής το προσφιλές της τέκνον εις εμέ τον πατέρα του, τον κακούργον πατέρα ; Και τι θα είπω προς την κόρην μου, την ταλαίπωρον παρθένον ; Παρθένον είπα ; Αλλά μόλις έλθη εδώ θα την αρπάσει εις τας αγκάλας του ως σύζυγον ο Αδης.

Εις όλας δε τας ερωτήσεις των πιστών, ο Πέτρος απεκρίνετο με ήρεμον χαράν: — Είδον τον Κύριον. Τον είδον . . . Την αυτήν εσπέραν μετέβη εις το κοιμητήριον του Οστριανού, όπως διδάξη τον λόγον του Θεού και βαπτίση εκείνους, οίτινες ήθελον να λουσθώσιν εις το ύδωρ της ζωής. Έκτοτε ήρχετο εκεί καθ' εκάστην, και πλήθη οσημέραι πολυαριθμότερα τον ηκολούθουν.

Τα παλληκάρια παρετήρησαν το έν το άλλο ωσεί συνεννοούμενα· μειδίαμα σαρκαστικόν ανεφάνη επί των χειλέων των, φανερώνον την περιφρόνησιν την οποίαν ησθάνοντο προς τους εχθρούς το δε βλέμμα των, το πλήρες θριάμβου, επρόδιδε την χαράν και την αγάπην ην έτρεφον προς τους έξωθεν ερχομένους αδελφούς των. — Χτυπούν σαν μανιωμένοι λύκοι. — Και οι τούρκοι φεύγουν σαν αρνιά. — Φόβο που τον έχουν!

Τότε, εις μίαν τοιαύτην της διανοίας της απάτην, ανεκάλυψε και τον Λαλεμήτρον εν τω ναώ του αγίου Διονυσίου κ' εκόμισε τα χαιρετίσματα εις την κατάπληκτον Θωμαήν. Επήδησεν από την χαράν της, ως είδομεν, η νεαρά σύζυγος. Αλλ' η μήτηρ αυτής, η γρηά-Κυρατσού, της διέκοπτε την αγαλλίασιν: — Πώς δεν έστειλε γράμμα! Και επανηρώτα τότε την θεια-Αννούσαν, η Θωμαή: — Μα αλήθεια τον είδες;

Η Δηλαρά τότες από την χαράν της, α ακριβέ μου Κουλούφ, εφώναξε με ανοιχτές τες αγκάλες, έλα να λάβης τον μισθόν της σταθερότητός σου, που ευχαριστήθης να κακοπάθης παρά να παραιτήσης την Δηλαράν· μα αλλοί εις εμέ, που δεν είμαι ήσυχη στοχαζομένη το τι έχουν να σου κάμουν εκείνοι οι βάρβαροι αύριον.

Αφού λοιπόν τα εντός της ψυχής συμβαίνοντα είναι τριών ειδών, δηλαδή πάθη, δυνάμεις και καταστάσεις, η αρετή είναι πιθανώς κάτι από αυτά. Θεωρώ δε ως πάθη την επιθυμίαν, την οργήν, τον φόβον, το θάρρος, τον φθόνον, την χαράν, την φιλίαν, το μίσος, τον πόθον, την ζηλοτυπίαν, τον οίκτον και εν γένει όλα, όσα παρακολουθεί η ηδονή ή η λύπη.

Και ύστερα από αυτά έβγαλα τα κλειδιά από την σακκούλαν και άνοιξα τα σίδηρα, και ελευθέρωσα την ωραίαν μου Κυράν. Με αυτόν τον τρόπον, ακολούθησεν ο Σειρμώγ να λέγη, ελευθερωθήκαμεν από την πλέον χειρότερην γυναίκα της γης. Ημείς κατά το παρόν ημπορούμεν να έμπωμεν εις το παλάτι με ελευθερίαν· η Γουλνάζε μας καρτερεί να μας απολαύση μετά χαράς, επειδή γροικά τόσην χαράν διά την ελευθερίαν της.

Ωμοίαζε προς πτηνόν το οποίον αίφνης συνέλαβον και απέθεσαν εν κλωβώ, μέσω τεσσάρων πληκτικών κιγκλιδωμάτων, μακράν πρασίνου φυλλώματος, εκτός πάσης αναστροφής μετ' άλλων ομοίων του. Η υπομονή όμως της γυναικός είνε ανεξάντλητος. Συχνάκις καταβάλλει μέγαν ηρωισμόν ίνα μη φανή δυσανασχετούσα προς την τύχην της και δώση αφορμάς κακολογίας και προξενήση χαράν εις τους γείτονας.