Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Μετά από δυο μήνες βρέθηκε στην ανάγκη να πάη στη Λισσαβώνα για υποθέσεις του εμπορικές και πήρε μέσα στο πλοίο του τους δυο φιλοσόφους. Ο Παγγλώσσης του εξήγησε, πως όλα ήταν όσο δεν μπορούσε καλύτερα. Ο Ιάκωβος δεν είχε την ίδια γνώμη. — Πρέπει, έλεγεν, οι άνθρωποι νάχουν διαφθείρη τη φύση, γιατί δεν γεννήθηκαν λύκοι κ' έγειναν λύκοι.
Τότε έτσι αφτός πεθαίνει. 470 Μα άρχισε απάνου του σφαγή σκυλήσα πεισματάρα των Τρώων και των Αχαιών, και χοίμιξαν σα λύκοι ένας να φάει τον άλλονε, κι' άντρας κοπάνιζε άντρα.
Δε σειέται φύλλο 'ς τα κλαριά... Κανένα νυχτοπούλι Μοιρολογάει το σκοτωμό και κάπου κάπου οι λύκοι Που ανάμεσό τους γρούζουνε ποιος να πρωτοχορτάση Με τα πηχτά τα αίματα... Εδώ κ' εκεί κουφάρια Και ροχχαλιάσματα βαθειά...
Κι η γριά, που δεν είχε ανοίξη ακόμα το στόμα της, ακολουθώντας πίσω το γέρο της, με τη φωνή πνιγμένη απ' το λαχάνισμα, μουρμούρισε: — Βρισκόμαστε, που λες, για να μη.. για να μη τον φαν' οι λύκοι σαν τύχη και ξεπέση κανένας χριστιανός από δω......,
Ο Πάνας θυμόνει με την κόρη, γιατί της εζήλεψε το τραγούδι και δεν απόλαψε την ομορφιά της· και κάνει τρελλούς τους βοσκούς και τους γιδάρηδες. Κ' εκείνοι σαν σκυλιά ή σαν λύκοι την κατακομματιάζουν και σκορπούνε στη γις τα κομμάτια της, που ακόμα τραγουδούσαν.
— Τι κάθεσαι έτσι μαζεμένος και περιμένεις; Τον ρώτησεν ο Ρένας. — Δε βρίσκω κουβά να πάρω νερό. Ολόγυρα οι ναύτες φωνάζανε, σπρωχνόντανε, τραβούσανε τους κουβάδες, μαζευόντανε γύρω στην τρούμπα. — Και βέβαια, πού να βρεις! έκανε με συμπάθειαν ο Ρένας. Πού αφίνουν τόσοι λύκοι δω πέρα.,, Έλα μαζί μου.
Τι γυρεύεις από μένα, εσύ; Μήπως έρχομαι εγώ να σε βρω; Όλοι εσείς σ’ εμένα έρχεστε, όταν η πείνα ή το βίτσιο σας σπρώχνουν. Ήρθε ο ντον Τζάμε, ήρθαν οι κόρες του, ήρθε ο εγγονός του. Ήρθες κι εσύ, φονιά! Και όταν έχετε ανάγκη είστε καλοί, μετά όμως γίνεστε άγριοι σαν λυσσασμένοι λύκοι. Φύγε….»
— Δεν ξεύρω αν θα μείνωμε και άλλην μίαν βραδειά εις το βουνό να ξενυχτίσωμεν. — Και εις αυτό το μέρος λέγουν πως είνε λύκοι. — Λύκοι! είπε μετά τρόμου η Αϊμά. — Σου λέγω, ο δρόμος μας είνε χαμένος, επανέλαβεν ο Γύφτος. — Και τώρα τι να κάμωμεν; είπεν η Αϊμά συνάπτουσα τας χείρας. Ο Γύφτος περιέβλεψεν εισέτι επί τινα χρόνον εξετάζων τα πέριξ, περιήλθε το μέρος, και επέστρεψε προς την Αϊμάν.
Αλλά βεβαίως ούτε με ηνιόχους παραταχθέντας εις διαγωνισμόν, οι οποίοι διά δώρων κατεπείσθησαν να αφήσουν την νίκην εις άλλα ζεύγη. Θα ήτο φρικαλέα η παρομοίωσις, την οποίαν παρουσιάζεις με αυτόν τον λόγον. Βεβαίως δε ούτε με στρατηγούς ούτε με ιατρούς ούτε με γεωργούς ούτε με βοσκούς αλλ' ούτε και με κύνας, τους οποίους εμάγευσαν οι λύκοι. Πρόσεχε τα λόγια σου. Πώς είναι δυνατόν;
Αυτάς τας αληθείας πρέπει, παιδί μου, να κατανοής, και να μάθης ότι η φιλία του εραστού δεν προέρχεται από ευεργετικήν στοργήν, αλλ' ότι γεννάται ως όρεξις φαγητού χάριν κορεσμού, καθώς οι λύκοι το αρνάκι αγαπούν, έτσι κ' οι ερασταί αγαπούν το παιδί . Τούτο είν' εκείνο πού σου έλεγα, Φαίδρε, ότι δεν θ' ακούσης τίποτε περισσότερον από εμέ, αλλ' ο λόγος μου ας τελειώση για σένα πλέον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν