United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος θα μας πη πόσα ρυάκια μάζωξε στο δρόμο; Ποιος θα μας πη, ύστερα από τόσες χώρες που ξέπλυνε, που τα νερά του είναι πάντοτες τα ίδια, που η φύση τους δεν άλλαξε λιγάκι; Πέρασε από τόσα χώματα μέσα, που θα πήραν τα νερά του καινούρια στοιχεία, καινούρια σώματα που δεν είχε πρώτα.

Ο ήλιος διάφανος, δροσερός αγκάλιασε πάλι την εξοχή, μεγάλοι κόμποι νερού τρεμούλιαζαν στην άκρη των μαδημένων φύλλων των δέντρων των κλημάτων, ο ουρανός άπλονε τη θολωτή αγκαλιά του πιο γαλάζια, τα πουλιά λουσμένα στη βροχή, φτερούγιζαν να στεγνώσουν ήλιο. Κ' η λαμπράδα αυτή του καθάριου ουρανού, του μεγάλου ήλιου, έπεφτε με μια μεγάλη λύπη απάνω στην κατατσακισμένη, την καταστραμμένη φύση.

Κ' εκείνος τον πατέρα και την μητέρα πρώτ' από τους άλλους αγκάλιαζε και σαν να τους εγνώριζε από καιρό τους έσφιγγε στα στήθεια του και δεν ήθελε να βγη από την αγκαλιά τους. Έτσι γλήγορα η φύση γεννάει την εμπιστοσύνη. Παρολίγο να λησμονήση και τη Χλόη.

Έβλεπες το τριαντάφυλλο κι άρπαζες σύνωρα το μοσκοβόλημά του· έβλεπες θέρο κ' ένοιωθες το ψωμί δίπλα σου· έβλεπες φονικό κι ανατρίχιαζες σύψυχος· έβλεπες εχτροτσάκισμα και φώναζες: απάνω τους! — Ωραίο κέντημα! Είπε ο Δημητράκης. Νόμιζα πως μονάχα η φύση μπορούσε να μας δώση τόσο τέλειο κέντημα. — Και μήπως εγώ δεν είμαι γέννημα της φύσης! Κ' εγώ κ' εσύ και όλοι μας.

Όποια σπουδή είναι ικανή να μας ανοίξη το νου, να μας μάθη τίποτις ή για τον υλικό βίο και τη φύση του κόσμου, ή για τον κρυφό οργανισμό του αθρώπου και της ψυχής του, είναι μεγάλη, είναι σοβαρή κι άγια σπουδή, γιατί μόνη της θα μας φανερώση τα δυο μεγάλα, σοβαρά κι άγια μυστήρια, την αθρωπότητα και τον κόσμο.

Αυτός μήτε τη θεότητα του Χριστού καλά καλά δεν παραδέχουνταν, παρά τον ήθελε μια και μονάχη φύση. Καινούριες μάχητες το λοιπόν, καινούρια σκάνταλα πάλι.

Όσον αναλύει κανείς τους ανθρώπους, τόσο και λείπουν οι λόγοι της αναλύσεως· αργά ή γρήγορα φθάνει κανείς στο φοβερό εκείνο παγκόσμιο πράμα που λέγεται ανθρώπινη φύση. Η αλήθεια, καθώς το ξέρει καλά όποιος εργάσθηκε ανάμεσα στους φτωχούς, η αδελφωσύνη των ανθρώπων δεν είναι απλώς ποιητικόν όνειρο, μα μια παραπολύ απογοητευτική και ταπεινωτική πραγματικότης.

Ποιος τόπος λοιπόν είναι αυτός, λέγανε κι' ο ένας κι' ο άλλος, άγνωστος απ' όλο τον άλλο κόσμο κι' όπου όλη η φύση είναι τόσο διάφορη από τη δική μας; Είναι πιθανώς ο τόπος όπου όλα είναι καλά: γιατί πρέπει απολύτως να υπάρχη ένας τέτοιος τόπος! Κι' ό,τι κι' αν είπε ο διδάσκαλος Παγγλώσης, συχνά παρατήρησα, πως όλα ήτανε κακά στη Βεστφαλία. &Τι είδανε στη χώρα του Ελδοράδου.&

Και ο Ήλιος που έγερνε τώρα σιγαλά και λυπημένα προς τη δύση, άπλωνε ένα παράπονο σ' όλη τη φύση, σαν να της μηνούσε πως δεν θα ξαναφανή πια στον ουρανό και πως θα κοιμηθή για πάντα στα βάθη του Ωκεανού. Πέρα στον κάμπο ένα δρομαλάκι ξεχώριζε μέσα στην πρασινάδα. Ανέβαινε ήσυχαήσυχα το λόφο, στριφογύριζε σαν φιδάκι και χανότανε κάπου εκεί πέρα, μακρυά στο φλογισμένον ορίζοντα.

Αν κανείς δεν μπορή να αισθανθή ευχαρίστηση διαβάζοντας ξανά και ξανά ένα βιβλίο, δεν είναι ανάγκη να το διαβάση καθόλου. Αλλά τι λες για το ξαναγύρισμα στη Ζωή και στη Φύση; Είναι η πανάκεια που πάντα μας τη συσταίνουν. ΒΙΒΙΑΝ. — Θα σου διαβάσω το τι φρονώ γι' αυτό το ζήτημα.