United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το μόνον το οποίον μας διηγείται ο Ευαγγελιστής είνε ότι, ρίψας οιονεί Εαυτόν εν πλήρει εμπιστοσύνη εις την προστασίαν των μαθητών Του των από της Γαλιλαίας και των εν Ιερουσαλήμ, ευρέθη αίφνης καθήμενος εις μίαν των μεγάλων στοών των ανοιγομένων προς τας αυλάς του Ναού, και εκεί εδίδαξε. Προς καιρόν τον ηκροάσθησαν εμβρόντητοι εν σιωπή.

Έγινα υπομονετικός και δεν περίμενα να γυρίση τόσο γλήγορα τους στοχασμούς της από κείνον, που χάθηκε, σε μας, που μας είχε ακόμα. Έτσι μου έδειχνε περσότερη εμπιστοσύνη κ' έγινε ειλικρινέστερη μαζί μου. Το ταξίδι όμως γλυστρούσε σιμά μας, σα να είτανε μόνο φανταστικά όλα όσα βλέπαμε.

Τώρα όμως πρέπει να μου δώσετε τα χρήματα για το ταξίδι. Θα σας δώσω μια άλλη συναλλαγματική.» «Ποιος την υπογράφει;» «Εγώ!», είπε με θάρρος. «Εγώ! Έχετέ μου εμπιστοσύνη. Σώστε μια ψυχή. Ελάτε, γρήγορα! Και φυλάξτε το μυστικό

Καταλαβαίνετε, κύριέ μου; Ο υπηρέτης είναι άγριος, μην του έχετε εμπιστοσύνη!» Ο Τζατσίντο έμεινε για μια στιγμή ακίνητος κοιτάζοντας τα χέρια του που επάνω τους τρεμόπαιζε η σκιά μιας κληματίδας. Έπειτα ανασκίρτησε. «Δεν θα του έχω εμπιστοσύνη. Θέλω μάλιστα να φύγω. Δεν μπορώ πια να ζήσω, εδώ….. Θα κερδίσω όμως χρήματα και σε σαράντα μέρες θα σας τα επιστρέψω όλα, μέχρι την τελευταία δεκάρα.

Εγώ έχω μεγάλην ευχαρίστησιν, ω ακριβή μου φιλενάδα, απεκρίθη η Ρεσπίνα και δεν έχω λόγια αρκετά εις το να δοξάσω τον Ουρανόν, διά την χάριν που μου έκαμεν επειδή και έμπροσθεν εις τον άνδρα μου θέλει γνωρισθή η εμπιστοσύνη μου, και η ανομία εκείνων που με έβλαψαν· θέλω να ιατρευθούν, τον καιρόν που ήθελα να προστάξω να τους παιδεύσουν με σκληρότατα παιδευτήρια, και θέλουν δοκιμάση με μεγάλην τους καταισχύνην την γενναιότητα της ευσπλαχνίας μου· εσύ απόψε ετοίμασε τα ιατρικά διά να μοιράσης κατά την αρρωστίαν του καθενός, και αύριον οπόταν έλθουν εδώ, θέλω σε προστάξει διά να τους τα δώσης να ιατρευθούν και εσύ, ας είσαι βεβαία, ότι θέλεις λάβει από εμέ ανταμοιβήν αξίαν της εμπιστοσύνης σου.

Θα την νικήση! Τις πρώτες ημέρες δεν είχε ύπνο στα βλέφαρα· δεν είχε σε κανένα εμπιστοσύνη. Ατού! το χέρι στο τιμόνι· τα μάτια στα ουρανοθέμελα. Οι άλλοι άρχισαν να μουρμουρίζουν. Τους επείραζε στο φιλότιμο. — Τι διάβολο, καπετάν Θύμιο, τσοπάνιδες είμαστε! ετόλμησε να του παραπονεθή μιαν ημέρα ο γραμματικός. Δεν πιάσαμε κ' εμείς τιμόνι, δεν ίδαμε μπούσουλα!... Εκείνος το αισθάνθηκε.

Κ' εκείνος τον πατέρα και την μητέρα πρώτ' από τους άλλους αγκάλιαζε και σαν να τους εγνώριζε από καιρό τους έσφιγγε στα στήθεια του και δεν ήθελε να βγη από την αγκαλιά τους. Έτσι γλήγορα η φύση γεννάει την εμπιστοσύνη. Παρολίγο να λησμονήση και τη Χλόη.

Όθεν αυτός αναστενάζοντας έλεγεν· Αλλοίμονον εις εμένα· ω της ασελγείας, ω της παρανομίας των γυναικών! αδελφέ, είμαι εις μεγάλην αδημονίαν, εχάθη η εμπιστοσύνη από τας γυναίκας· ας φύγωμεν από τούτον τον τόπον τι μας χρησιμεύει το βασίλειον και η δόξα, όταν οι ίδιές μας γυναίκες μας προδίδουν την τιμήν; ας υπάγωμεν εις άλλα βασίλεια να ζήσωμεν ωσάν ξένοι και αγνώριστοι.

Να ελπίζει κανείς, ναι, αλλά όχι και να έχει εμπιστοσύνη• ν’ αγρυπνά σαν τις καλαμιές πάνω στο φρύδι του λόφου που σε κάθε φύσημα του ανέμου χτυπά η μια τα φύλλα της άλλης σαν να ειδοποιούνται μεταξύ τους για τον κίνδυνο.

Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Κι όμως έχει πεθάνει. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Κανείς δεν είδε τον νεκρό να βγάζουν.... Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Πώς το ξέρεις; εγώ δεν έχω όπως συ καμμιά εμπιστοσύνη. Εσύ τι τάχα σκέπτεσαι και έχεις τόσο θάρρος; Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Μπορεί ποτέ ο Άδμητος να θάψη μια γυναίκατέτοια γυναίκα! έρημη, χωρίς να μας καλέση; Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Ίσως δεν έχεις άδικον.