United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λοιπόν δεν σ' εμπιστεύονται; — Φαίνεται. — Και δεν βλέπεις τίποτε; — Από πού; — Από καμμίαν τρύπαν. — Δεν έχει τρύπαν. — Δεν ακούεις τουλάχιστον; — Τι ν' ακούσω; — Τι λέγουν. — Δεν ακούεται. — Δεν μυρίζεσαι τον αέρα, δεν έχει τίποτε σημάδια; — Τι σημάδια; — Τίποτε οπού να μπορή να καταλάβη κανείς; — Τίποτε. — Κρίμα! — Διατί; — Διότι είνε καλά να ειξεύρη κανείς απ' όλα.

Δίχως άλλο έπρεπε να φύγη, και να το πάρη απόφασι πως για τελευταία φορά είχε κρατήσει, κάτω από την κάπα του προσκυνητήστον Άσπρο Κάμπο — τ' ωραίο σώμα της Ιζόλδης στα χέρια του. Τρεις ημέρες ακόμη έφαγε έτσι, χωρίς να μπορή να ξεκολλήση από τον τόπο που ζούσε η Βασίλισσα.

ΒΕΡΑΚαι όμως πρέπει να είναι γενναίος κανένας. Γενναίος ως το τέλος. Είναι αρκετό ακόμα να μπορή να ζήση ο άνθρωπος μ 'ένα όνειρο, που δεν τώσβυσε με την ίδια την πνοή του. Ας ζήσωμε με αυτό. Είναι κάτι τι και είναι πολύ, σε βεβαιόνω. ΦΛΕΡΗΣΒέρα, Βέρα! Πόσο είσαι ανώτερή μου. ΒΕΡΑΑνώτερη από τη Μοίρα μου ίσως. Αυτό είνε το καθήκον του καθενός μας.

Με άσπλαγχνην σκληρότητα εσείς γεμίσετέ με από τα νύχιατην κορφήν, — το αίμα πήξετέ μου, — τους δρόμους όλους φράξετε εις την συνείδησίν μου, ώστε της φύσεως ορμή ευσπλαγχνική καμμία να μη μπορή τον φοβερόν σκοπόν μου να κλονίση, ούτε να φέρη δισταγμόν εις την εκτέλεσίν του!

Πήρες πάλι το χουλιάρι στο χέρι σου. Μην ξεχνάς όμως πως έχουμε και μερικές μικρούτσικες σφίγγες. Αυτές θα βοΐζουν κάποτες γύρω στ' αυτιά σου, και κανένας, μήτε ο μεγαλήτερός σου ο διαφεντευτής, δε θα μπορή να τις πιάση. Αυτές οι σφίγγες είναι ψυχές. Την ψυχή δεν την πιάνεις, όσο ψιλά δίχτυα κι αν στήσης.

Και πόσο ανεπαρκώς το κάνει, ζητώντας να παραδεχτούμε το σαρίκι του Μαύρου ως σύμβολο της υψηλής λύσσας του Οθέλλου ή έναν κρονόληρο σε μια φουρτούνα ως την άγρια μανία του Ληρ! Κ' εν τούτοις φαίνεται σαν τίποτε να μη μπορή να το σταματήση.

Κι ωσάν αγάπη λίγη πια εδώ να την κρατή, ποθεί μακριά να φύγη κι αυτά να πάη να βρη. Γλυκέ φίλε, συχνά δε φεύγει μέρα που ο καημός σου στο νου μου δεν περνά, έχεις γεμίσει τόσο τον αέρα που γύρω μας ανάσανες τερπνά, ώστε ο καιρός να μην μπορή να σβήση το γοργοπέρασμά σου ό τι έχει αφήσει.

Αν κανείς δεν μπορή να αισθανθή ευχαρίστηση διαβάζοντας ξανά και ξανά ένα βιβλίο, δεν είναι ανάγκη να το διαβάση καθόλου. Αλλά τι λες για το ξαναγύρισμα στη Ζωή και στη Φύση; Είναι η πανάκεια που πάντα μας τη συσταίνουν. ΒΙΒΙΑΝ. — Θα σου διαβάσω το τι φρονώ γι' αυτό το ζήτημα.

Όλοι οι θαλασσινοί έλεγον, τους ήκουεν αυτός να λέγουν, ότι διά να γείνη τις καλός ναυτικός, πρέπει να περάση από φουρτούναν, από πολλές μάλιστα φουρτούνες. Και έπειτα να «κατιάζη» τις απαράλλακτα, όπως η κόττεςτο σπιτάκι της θεια-Σειραϊνώς με τους τρεις τοίχους και την μισήν στέγην και με το καραβόπανον, δοκιμάζει όλα τα δυσάρεστα της τρικυμίαςχωρίς να μπορή ποτέ να γείνη καλός ναυτικός.

Ότι, άρχοντας αυτός τώρα, πώς θα μπορή ν' ανεβοκατεβαίνη από το σπίτι 'ςτ' αργαστήρι κι από τ' αργαστήρι 'ςτό σπίτι του αυγή, γιόμα και βράδυ περπατώντας, τόσο δρόμο, τόσον ανήφορο.