United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Άιντε, μώρ’ πλιάκ' Ιντερμπούαρ, κου ιντέ γκιθ! Μόλις εβγάλαμε τον ανήφορα του Διποτάμου κ' εκονέψαμε 'ςτες Δυο Εκκλησίες. Μας είχε πάρει το μεσημέρι. Φωτιάν έχυνε ο ουρανός από πάνου μας. Ο ήλιος εζάριζε. Αύγουστος μήνας. Βάχτι καλοκαίρι. Της ποταμιάς η πνοή δεν έφταν' εδώ. Και τ' αέρι που κατέβαζαν τα βουνά, άναφτε 'ςτην πετρίλα που πέρναε και μας έπνιγε τον ανασασμό.

Ο γέρος, όρθιος, ακούνητος, φιλούσε, φιλούσε ολοένα το μαγεμένο στόμα. Και η βάρκα, με το πανί λασκάδο, χωρίς καμμιά πνοή περίγυρα, άρχισε να σχίζη το κύμα, βουβό στην πλώρη της, να μακραίνη μαγεμένη απ' τη στεριά και να χάνεται στο χρυσό χάος του πελάγου. Σε λίγο μόνο τα μεγάλα μαλλιά του γέρου ανέμιζαν, σαν σβύσιμο αφρού, ανάμεσα στα μαγεμένα νησιά... Εμείς τα παιδιά ξέραμε πολλά πράγματα.

Η εσπερινή δρόσος καταβάλλει τον κονιορτόν της ημέρας, αι διψώσαι κάλυκες των μηκώνων εγείρουσι τας πορφυράς των κεφαλάς, τα δειλινά διαστέλλουσι τα κλεισμένα των χείλη προς το φίλημα της νυκτός, και η αναψύχουσα του δάσους πνοή φαιδρύνει την λάλον αηδόνα, προσαγορεύουσαν τους διά μέσου του φυλλώματος σπινθηρίζοντας αστέρας.

Ήταν η ρυθμική φωνή του κούκου, το τραγούδι των πρώιμων τριζονιών, ο στεναγμός κάποιου πουλιού• ήταν ο αναστεναγμός των καλαμιών και η φωνή, όλο και πιο καθάρια, του ποταμού. Πάνω απ’ όλα όμως ήταν μια πνοή, ένα λαχάνιασμα όλο μυστήριο που έμοιαζε να βγαίνει μέσα από την ίδια τη γη.

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Όχι· αν τα λόγια είναι πνοή, κ' είναι η πνοή ζωή, δεν έχω ζωήν ώστε πνοήν να δώσω εις ό,τι μου 'πες. ΑΜΛΕΤΟΣ Θα υπάγω εις την Αγγλίαν· τούτο το γνωρίζεις; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ωιμένα! το 'χα λησμονήση· αποφασίσθη.

ΠΡΟΣΠ. Εις τούτη την τρικυμία. — Καταλαβαίνω ότι οι Κύριοι εδώ απορούν για τούτο το συναπάντημα τόσο, που κατατρώνε τον νου τους, και φοβούνται μήπως τους γελούν τα μάτια τους, μήπως τα λόγια τους δεν είναι φυσική πνοή.

Και πρώτον ως φιλόσοφος τι σύστημα πρεσβεύει και πότε σοβαρεύεται και πότε χωρατεύει κανείς καλά δεν εννοεί... Μειλίχιος φιλόσοφος, αλλ' όμως και φρικτός, το σύστημά του ήλιος και ζόφος της νυκτός, αγγέλων κι' όφεων πνοή.

Η νεοελληνική λογοτεχνία συνειθισμένη τότε σε θεατρικά δημιουργήματα εθνικοσκολαστικά, ψυχρά κι ανούσιαεξόν από λιγοστές τιμημένες εξαίρεσεςείχε ανάγκη από έργα πλημμυρισμένα από τέχνη, από ζωή κι από νιάτα. Ο «Γήταυρος» με την επαναστατική του πνοή, ενθουσίασε αμέσως όλους εκείνους που ονειρευόντανε το ξύπνημα της μάζας, σύμφωνα με τα προοδευτικά κοινωνιστικά ιδανικά.

Είπε, και σιώντας τόρηξε· μα του Διός η κόρη με μια πνοή τ' αλάργεψε μακριά απ' τον Αχιλέα, φυσώντας το αλαφρά αλαφρά· κι' αφτό γυρίζει πίσω 440 και πέφτει χάμου, αφτού μπροστά στου Έχτορα τα πόδια. Χύνεται ο άλλος σα θεριό, με λύσσα κι' αλυχτώντας φριχτά· μα του τον άρπαξε ο Φοίβος, έτσι αμέσως σα δα θεός, και με πυκνό τον σκέπασε σκοτάδι.

Κ' ενώ αυτή η γυναίκεια τρυφερότητα με χάδευε σαν πνοή ευτυχίας ανέκφραστης, αιστανόμουνα ταυτόχρονα μια κεντιά μέσα μου: γιατί με ρώτησε γι' αυτό το πράμα; Πέρασε στο στοχασμό μου όλη η νιότη μας κι όλα χρόνια της αγάπης μας.