United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πού θα πάς, μάνα επανέλαβε κλαίουσα. Ω! καίετ' η καρδιά μου! — Μην κλαις!. . . Κάπου θα κρυφτώ, σε καμμιά τρύπα. . . Ησυχία, εσείς, φρόνιμα! ως που να περάση η οργή του Κυρίου! Και λαβούσα το καλάθιον και το ραβδίον της, κατήλθε σιγά. Έκαμε τον σταυρόν της. Αίφνης εκοντοστάθη εις την τρίτη βαθμίδα της σκάλας, και στραφείσα προς την Δελχαρώ, της είπε·

Εφοβείτο μήπως η προ πέντε ημερών πεσούσα χιών είχε σπάσει τίποτε κλωνάρια από τα ελαιόδενδρα, κ' επήγεν ως εκεί διά να ίδη και βεβαιωθή, ας ήτο και νυξ φθάσασα εκεί, εβεβαιώθη ότι δεν είχε γείνει ζημία τις από την χιόνα, και μείνασα ευχαριστημένη, εγύρισεν εις τον δρόμον της χαμηλότερα διά του ρεύματος, κ' έφθασεν εις τον μύλον, χωρίς να περάση από την Παναγίαν την Κεχρεάν.

Η Ρεσπίνα βλέποντας την καλήν της καρδίαν της είπεν· α κυρά μου, σε ευχαριστώ διά τες γενναίες χάρες· βλέπω καλά, ότι ο ουρανός δεν ηθέλησε να με απαρατήση να χαθώ, κάνοντάς με να τύχω εις ανθρώπους τόσον ευσπλαγχνικούς· όθεν παρακαλώ, κάμε μου την χάριν να σταθώ εις το σπήτι σου, δος μου ένα μικρόν τόπον εις τον οποίον ήθελα περάση τες ημέρες μου προσευχομένη δι' εσάς.

Ή μήπως των πλουσίων τα πλούτη θα σαρώσης; ή μήπως το πουγγί σου θα 'βρίσκεται γεμάτο; ή τάχα θα 'μπορέσης το σπήτι να πληρώσης, που έκτισες με χρέος 'στόν Φαληρέα κάτω; Και αν δεχθής ακόμη σαν τον Αναξιμένη πως ο αήρ το Σύμπαν και άπειρον σημαίνει, θαρρείς πως θα περάση και μόνον μια ημέρα, που δεν θα καβουρδίσης κοπανιστόν αέρα;

Και ετοιμάζεται να φέρη το ξυράφιον επί την παρειάν αυτού, ότε ηχεί και πάλιν ο κώδων της ανοιγομένης θύρας, — Συ είσαι Θοδωρή; φωνεί ο Παρδαλός, προβάλλων ολίγον την σαπωνόφυρτον αυτού μορφήν διά της θύρας. — Όχι, αφέντη! απαντά κάτωθεν η φωνή της υπηρετρίας, είνε ένας κύριος, . . . θέλει κάτι να σας ειπή. — Ας περάση μίαν άλλην ώραν. Έχω εργασίαν,

Ο Μοχόγλους όταν έφτασε, αντί να περάση, σταμάτησε το άλογό του μπροστά στο Σιφογιάννη και τούπε: — Πού πας, μωρέ; — Στσ' ορισμούς σου αγά. Πάω σταμπέλι μου να κάμω μια ολιά δουλειά. — Και σήμερο δεν έχετε σκόλη, εσείς οι Ρωμιοί; Ο Σιφογιάννης άρχισε να τρέμη. — Ναίσκε, αγά. — Οϊλέσα, μωρέ, είνε κρίμα να δουλεύγη τέτοια μέρα ένας Ρωμιός;

Αλλ' όμως δεν είναι βία· αύριον ζητώ να μου την δώσης. — Κι' ως πού πηγαίνεις; ΒΑΓΚΟΣ Ως εκεί που να περάση η ώρα έως το δείπνον. Αλλ' εάν δεν τρέχη τ' άλογόν μου, τότε μιαν ώραν ή και δυο θα κλέψω απ' την νύκτα. ΜΑΚΒΕΘ Μη λείψηςτο συμπόσιον. ΒΑΓΚΟΣ Βεβαίως δεν θα λείψω.

ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ο φίλος μας Οράτιος λέγει πως είναι της δικής μας φαντασίας· δεν θέλει να πιστεύση 'ς τ' όραμα, οπού δύο είδαμ' εμείς φοραίς με τρόμον της ψυχής μας· τον κάλεσα δι' αυτό την νύκτα να περάση απόψετην φρουράν μας, όπως, αν και πάλιν το φάντασμ' έλθη, αυτός ο ίδιος δικαιώση τους οφθαλμούς μας και συγχρόνως του ομιλήση. ΟΡΑΤΙΟΣ Μπα! Δεν θα φανισθή.

Λοιπόν, καλέ Θεαίτητε, οι περισσότεροι από όσους τα ήκουαν αυτά τότε, όταν περάση πολύς καιρός, εις την ωριμωτέραν ηλικίαν, επειδή θα πλησιάζουν περισσότερον την πραγματικότητα, και από τα δεινοπαθήματά των θα αναγκάζωνται να λάβουν σαφή πείραν των πραγμάτων, άραγε δεν είναι επόμενον να αλλάξουν την γνώμην που εσχημάτισαν τότε, ώστε τα μεγάλα να φαίνωνται μικρά, και τα εύκολα δύσκολα, και όλα να τα ευρίσκουν εντελώς αντεστραμμένα, όσα όνειρα έπλασε η διδασκαλία, τόρα, που ήλθαν εις το μέσον διά των πράξεων τα έργα;

Διατί η κάρια, το γνωστόν πτηνόν εις την Θεσσαλίαν, αρπάζει και συσσωρεύει εις την φωλεάν του παντοία πράγματα, τα οποία δεν της χρησιμεύουν, σαπούνια, κτένια, υφάσματα, νήματα; Αλλ' οι ημέτεροι κλεπτομανείς δεν είνε δα και τόσον ολίγον εκλεκτικοί. Εις το καφενείον Ζαχαράτου είνε γνωστός ένας κύριος αρκετά εύπορος, όστις δεν αφήνει σχεδόν να περάση ημέρα χωρίς να κλέψη ένα τσουρέκι.