United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκοντοστάθη ολίγον μετά τινος αγνώστου τρόμου, αλλ' είτα επειδή τα πτηνά επανέλαβον το κελάδημά των, απέδωκε τον φόβον εις την ύποπτον του ανθρώπου φαντασίαν και εξηκολούθησε τον δρόμον χωρίς να είπη τι. Γειτόνισσαί τινες είνε πεπρωμένον να προβλέπωσι πάντοτε το κακόν, με την διαφοράν ότι τούτο ως επί το πλείστον αποβαίνει εις αγαθόν.

Και μετ' ολίγον προσέθηκε: — Να είνε μπαμπάκια! Αλλά δεν ήτο καιρός· της μπαμπακιές της εσκάλιζον ακόμη. Εκοντοστάθη ολίγον ο τελωνοφύλαξ εις την άκραν του βράχου, ως εάν προσεπάθει να ίδη από εκεί το περιεχόμενον των σάκκων, ή να διακρίνη εκ του υποκώφου κρότου, ον απετέλουν εκσφενδονιζόμενα επί των οστράκων τα πλήρη εκείνα σακκία.

Και διευθύνας το υποζύγιόν του προς την κοίτην του ρεύματος, έφθασεν εις μέρος όπου είξευρεν ότι το ρεύμα εστένευε μέχρι δύο σπιθαμών πλάτους, εβίασε τον όνον του, όστις εκοντοστάθη και δεν ηθέλησε να πατήση εις τον νερόν, να υπερβή το ρεύμα, και έφθασεν έμπροσθεν του μύλου.

Πού θα πάς, μάνα επανέλαβε κλαίουσα. Ω! καίετ' η καρδιά μου! — Μην κλαις!. . . Κάπου θα κρυφτώ, σε καμμιά τρύπα. . . Ησυχία, εσείς, φρόνιμα! ως που να περάση η οργή του Κυρίου! Και λαβούσα το καλάθιον και το ραβδίον της, κατήλθε σιγά. Έκαμε τον σταυρόν της. Αίφνης εκοντοστάθη εις την τρίτη βαθμίδα της σκάλας, και στραφείσα προς την Δελχαρώ, της είπε·

Αλλ', ως κάποτε θωρούμε, προτού σπάση ανεμοζάλη, 'ς τ' ουρανού τον γύρον όλον νέφη ατάρακτα να μένουν, των ορμητικών ανέμων η πνοαίς να παύουν όλαις, νεκρικήτον κόσμον κάτω σιγαλιά να βασιλεύη, και διά μιας τ' αστροπελέκι να διασχίση τον αέρα· όμοια τότε και τον Πύρρον, οπού ολίγο εκοντοστάθη, εις το έργον σπρώχνει πάλιν το φιλέκδικό του πάθος.

Πάω 'πίσω, μάνα, είπεν η Αμέρσα . . . Αλήθεια, δεν εσυλλογίστηκα πως μπορεί να ξυπνήση το Κρινιώ, αυτήν την ώρα, να τρομάξη, που θα λείπω. — Μπορούσες να μείνης κ' εδώ, είπεν η μητέρα· μόνο μη ξυπνήση άξαφνα το Κρινιώ, και πάρη φόβο. Η Αμέρσα εκοντοστάθη προς στιγμήν. — Μάνα, είπε, θέλεις να καθίσω εγώ 'δω, να πας εσύ στο σπίτι; . . . για να ξεκουραστής, να ησυχάσης.