United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν αι πανδήμως ωραίαι και κατανυκτικαί αύται λέξεις εξηνέχθησαν κατά την ευκαιρίαν ταύτην, ως αυστηρός και θλιβερός αποχαιρετισμός προς το δημόσιον κήρυγμά Του εν τη χώρα ην ηγάπα, αδυνατούμεν να είπωμεν· αλλά βεβαίως η ψυχή Του ήτο ακόμη πλήρης λύπης επί τη απιστία και σκληροκαρδία, επί ταις εσκοτισμέναις διανοίαις και τη διεφθαρμένη συνειδήσει εκείνων οίτινες δεν άφινον ούτω δι' Αυτόν την δύναμιν να πατήση τον πόδα εις την γενέθλιον χώραν Του.

Πρώτη- πρώτη μετάλαβε η γριά με τη φαμίλλια της, αυτή πήρε πρώτη αντίδωρο κι' αυτή βγήκε πρώτη από την εκκλησιά και τράβησε για το σπίτι της, γιατί είταν η πρώτη του χωριού και κανένας άλλος δε μπορούσε να της πατήση αυτό το δικαίωμα.

Άλλη μέριμνα της πτωχής γρηάς! Έπρεπε να κάνη καλωσύνη μέχρις ου πατήση η άνοιξις.

Πρόσταξε τότε να δέσουν τον ξένο, που αποκότησε να πατήση το περιβόλι του βασιλιά, και να τον πάρουνε μακρυά από τη χώρα του να τον ρίξουν στάγρια θηοία. Κι' από το κακό του πρόσταξε να κτίσουν ένα σιδερένιο πύργο και να κλείσουν μέσα τη βασιλοπούλα. Η βασιλοπούλα άρχισε τα κλάματα και τα παρακάλια, μα ο βασιλιάς δεν άλλαζε γνώμη.

Και ιδού κοπαδάκι φαιών περιστερών προσέρχεται δειλά-δειλά με το ταχύ και νευρικόν πτερύγισμά του να ποτισθή εις το δροσερόν ρεύμα. Αλλ' αίφνης εν τη θέα των ξανθομάλλων παρθένων τρομάζει και χωρίς να πατήση εις τα βρεγμένα λιθάρια υποστρέφει πάλιν δειλά-δειλά.

Αλλά πώς ήτο δυνατόν ο Μανώλης της Αλτανούς να ζήση μακράν του αιγιαλού; Χωρίς να πατήση εις την θάλασσαν; Να κολυμβήση, να πιή, να φάγη θάλασσαν, μίαν φοράν τουλάχιστον την ημέραν; Τας πρώτας ημέρας επειδή ο γέρω-Παππούς, τον παρεφύλαττεν, αναγκασθείς να τηρήση την διαταγήν αυτού, δεν προσήγγισεν εις τους αιγιαλούς και πήγε να σκάση, να σκαρταδιάση.

Εμπρός, ως που να έβγουν οι πάτοι των υποδημάτων σου αυτών, και να μην έχη πού να πατήση η νοστιμάδα σου.... ΡΩΜΑΙΟΣ Διά να ξεπατώση το πνεύμα σου . ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Βοήθεια, Μπεμβόλιέ μου, κ' εχάθηκα! Αι; δεν είναι καλλίτερα έτσι παρά να μου βογκάς από έρωτα; Τώρα μου αρέσεις· τώρα είσαι ο Ρωμαίος οπού θέλω. ΡΩΜΑΙΟΣ Κύτταξ' εκεί· τι είναι αυτό που έρχεται; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Ένα πανί! ένα πανί!

Ο μεγαλείτερος την ηλικίαν, όστις ήτο και ο &ερμηνευτής& της κλάσεως, μεταβάς προς τον τοίχον εξεκρέμασε τον &χάρτην&, και κομίσας τον απέθηκεν επί μικράς τραπέζης, προ της οποίας ηρέσκετο να κάθηται ο διδάσκαλος δυσκόλως αποφασίζων να πατήση με τα μακρά και πλατύτατα υποδήματά του επί των σεσαθρωμένων σανίδων της υψηλής δασκαλοκαθέδρας.

Τούτων ένεκα, μεγάλης χαράς ήτο αφορμή διά τον μπάρμπ’-Αλέξην, όταν κατώρθωνε «στη χάσι και στη φέξι» να έχη κανένα επιβάτην, τον οποίον, εν ανάγκη, να &περάση& ως τον περίφημον Γιάννην τον Πανταρώταν. Αλλά πού επιβάτης; ποίος ετόλμα να πατήση τον πόδα εις την παληόβαρκαν;

Πολλοί άλλοι δραματουργοί μεταχειρίστηκαν το κοστούμι ως μέσον για να εκφράσουν απευθείας στο ακροατήριο τον χαρακτήρα ενός προσώπου μόλις πατήση στη σκηνή, όχι όμως τόσο ζωηρά όσον ο Σαίξπηρ στην περίπτωση του δανδή Parolles, του οποίου τη στολή, εν παρόδω, μόνο ένας αρχαιολόγος μπορεί να νοήση· το αστείο ενός προϊσταμένου κ' ενός υπηρέτη που αλλάζουν τα πανωφόρια τους μπροστά στους ακροατές, το άλλο ναυαγών θαλασσινών που μαλλώνουν απάνω στη μοιρασιά ενός δέματος καλών φορεμάτων και το αστείο ενός χαλκωματά ντυμένου σαν δουξ απάνω στο μεθύσι του μπορούν να θεωρούνται ως μέρος του μεγάλου ρόλου που πάντα έπαιξε το κοστούμι στην κωμωδία από τον καιρό του Αριστοφάνη ίσαμε τον κ.