United States or Monaco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο τόσον βαθέως υποκριτικός, ώστε να μη αναγνωρίζη την ιδίαν υποκρισίαν του. Ευχαριστεί τον Θεόν διά τας κακίας του τας οποίας ενόμιζεν ως αρετάς, κ' εφαντάζετο ότι Εκείνος θα ηρέσκετο εις λατρείαν εν ή ούτε ταπείνωσις υπήρχεν, ούτε αλήθεια, ούτε ευορκία, ούτε αγάπη.

Διά τούτο η γερόντισσα εθεράπευε, προς παρηγορίαν της, πάντοτε ένα μικρόν γειτονόπουλον, με κεφαλήν, ως ένα μικρό καρπουζάκι και μάγουλα κατακόκκινα ως το μήλον, το οποίον ηρέσκετο να βλέπη συχνά και να το φιλεύη και να το θωπεύη, ιδίως όταν είχεν ανάγκην η γραία να της κουβαλή το μικρόν παιδίον θάλασσαν, να ξύη τα οψάρια.

Μαριγούλαν δε ωνόμαζε και το ολόχρυσον τσιβούρι. Το είχε στολίσει σαν την ασπίδα του Αχιλλέως χωρίς να έχη διαβάσει τον Όμηρον. Ο Καπετάν-Γιακουμής ήτο αδελφός του πλοιάρχου, αλλ' ευθύμου και διαχυτικού χαρακτήρος, ηρέσκετο να συνανατρέφηται μετά των ναυτών συνήθως, εν τη πρώρα.

Έμεινε τώρα, μία κόρη, η Αφέντρα, η τελευταία. Η μήτηρ της την είχε πλέον «χαδούλα και χαδιάρα», και αι εξαδέλφαι της μητρός της δεν ανησύχουν πολύ δι' αυτήν. Η Ασημήνα έτρεφε μητρικήν φιλοδοξίαν, την οποίαν ηρέσκετο να σχετίζη με τον καϋμόν της διά την αποδημίαν του υιού, κ' έβλεπε ξυπνητά τα όνειρα εν σχέσει προς την μέλλουσαν λαμπράν και ένδοξον εκ της Αμερικής επάνοδον εκείνου.

Η Κρατήρα όμως το έκαμνε και από επίδειξιννοικοκυρά αυτή με τόσα περιβόλιααλλά ηρέσκετο και εις την φλυαρίαν των φούρνων. Διότι, ως γνωρίζετε, εις τα χωρία υπάρχουσι καφενεία διά τους άνδρας, και φούρνοι διά τας γυναίκας.

Άνευ αυτού ο Κ. Πλατέας επνίγετο και δεν εγράφετο η παρούσα ιστορία. Ιδού πώς συνέβη το πράγμα: Δεν ήτο κολυμβητής περίφημος ο Κ. Πλατέας, αλλ' ηδύνατο όπως δήποτε να πλέη, ηρέσκετο δε προπάντων εις το να απλώνη τα νώτα επί των υδάτων. Ανεπαύετο λοιπόν ούτω μίαν θερινήν ημέραν, πλέων ανάσκελα.

Αφού προσέφερε τα δώρα ταύτα εις τους Δελφούς ο Κροίσος ηρώτησε το μαντείον εκ τρίτου· διότι αφότου επείσθη περί του αλανθάστου του μαντείου, ηρέσκετο να τω προτείνη ερωτήσεις. Ηρώτησε λοιπόν εάν η βασιλεία του ήθελε διαρκέσει πολύ· η δε Πυθία τω απεκρίθη ως εξής·

Ο ταλαίπωρος Περεγρίνος ή, όπως αυτός ηρέσκετο να αυτονομάζεται, ο Πρωτεύς, έπαθεν ακριβώς ό,τι και ο Πρωτεύς του Ομήρου• διότι αφού υπέστη μυρίας μεταμορφώσεις και περιπετείας, χάριν της διαφημίσεως• επ' εσχάτων μετεμορφώθη και εις πυρ• υπό τοσαύτης δοξομανίας κατείχετο.

Εν τη απομονώσει εις ην τον είχε καταδικάση η μητρυιά αυτού φύσις ο Ροΐδης ηρέσκετο, ως είπομεν, να στρέφεται προς τα έτη της παιδικής και νεανικής του ηλικίας, τα μόνα ίσως οπωσδήποτε ευτυχή έτη της ζωής του.

Και ούτε ο θρησκομανής μεσαίων ηδυνήθη να περιστείλη την χρήσιν του ψιμμυθίου. Είς των Γάλλων πριγκήπων, επί Λουδοβίκου ΙΔ', νομίζω, ου μόνον ηρέσκετο να φορή γυναικεία ενδύματα και να ζη πάντοτε εν μέσω γυναικών και να φέρεται ως αύται, αλλά και εψιμμυθιούτο. Και όμως ο θηλυπρεπής ούτος ανεδεικνύετο εις τας μάχας ατρόμητος. Την ιστορίαν του ψιμμυθίου ακολουθεί και το βάψιμον της κόμης.