United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα εμάσησε μίαν λέξιν: «Κόπιασε». Και δεν διέκοψε την εργασίαν του, αλλ' αναστρέψας την κάννην έχυσεν εις τον νεροχύτην το μαύρο απόπλυμα. Αλλ' η Πηγή είχεν εγερθή και προσέφερε κάθισμα εις τον Μανώλην: — Κόπιασε, Μανωλιό ... χαμήλωσε. — Μα λέω να πάω παρακάτω ... είπεν ο Μανώλης, αλλ' αντί να πάη παρακάτω εισήλθε πάρα μέσα και με επίπλαστον απροθυμίαν εκάθησεν.

Τότε εκείνος προσεποιήθη ότι επείσθη, και έμεινεν εκεί. Επειδή δε τω εφέροντο μετά πολλής φιλοφροσύνης, τοις προσέφερε και δεύτερον ασκόν. Πίνοντες λοιπόν αφθόνως οι φύλακες εμεθύσθησαν εντελώς και απεκοιμήθησαν εκεί όπου έπινον.

Μόνος ο κουρεύς της Μονής ηστειεύετο ενίοτε προς τον αδελφόν Ιωάννην, ότε ούτος προσέφερε μειδιών εις το ξυράφιον παρειάν αγένειον και λείαν ως λίμνην εν ώρα νηνεμίας.

Αφού προσέφερε τα δώρα ταύτα εις τους Δελφούς ο Κροίσος ηρώτησε το μαντείον εκ τρίτου· διότι αφότου επείσθη περί του αλανθάστου του μαντείου, ηρέσκετο να τω προτείνη ερωτήσεις. Ηρώτησε λοιπόν εάν η βασιλεία του ήθελε διαρκέσει πολύ· η δε Πυθία τω απεκρίθη ως εξής·

Έχεις γάλα στο σπίτι; δώσε μου να πιω, διψώ φοβερά. — Έχω κάτι καλύτερο από γάλα! είπε το κορίτσι· και θα σου το δώσω. Χθες ήσαν εδώ ταξειδιώται με τους οδηγούς των, ελησμόνησαν μισή μποτίλια κρασί, τέτοιο, που δεν έχεις συ ακόμη γευθή· δεν θα το πάρουν 'πίσω, εγώ δεν πίνω, πιε συ! Και το κορίτσι έφερε το κρασί κοντά του, έχυσε μέσα σε μια ξυλίνη κούπα και την προσέφερε εις τον Ρούντυ.

Εγώ δε βλέπων ταύτα, ησθανόμην μεγάλην χαράν και αν ανεγνώριζα κανένα, επλησίαζα και χαμηλοφώνως του υπενθύμιζα τι ήτο εις την ζωήν και πόσον εφούσκωνε τότε όταν από πρωίας ανέμεναν πολλοί εις τα πρόθυρα της κατοικίας του και επερίμεναν την εμφάνισίν του, ενώ οι υπηρέται του τους απεδίωκαν και έκλειαν προ αυτών την θύραν• αυτός δε, αν κατεδέχετο επί τέλους να εμφανισθή επ' ολίγον, καταστόλιστος και χρυσοκόσμητος, ενόμιζεν ότι θα έδιδε την ευδαιμονίαν και την μακαριότητα εις εκείνους εις τους οποίους θ' απηύθυνε χαιρετισμόν και θα προσέφερε το στήθος ή την δεξιάν του προς ασπασμόν.

Ιδού δε η πρώτη εκδούλευσις την οποίαν προσέφερε προς τον βασιλέα, και η αρχή όλης της ραδιουργίας την οποίαν έκαμε. Ταύτα έπραττεν εκ συνεννοήσεως μετά του Γογγύλου του Ερετριέως, εις τον οποίον ενεπιστεύθη και το Βυζάντιον και τους αιχμαλώτους.

Ποίαν ποίησιν έχει το να γράψης ότι ο Χριστός «δέχεται την λατρείαν του πτωχού λαού», και ότι πτωχός ιερεύς «προσέφερε τω θεώ θυσίαν αινέσεωςΚαι να περιγράφης το εσωτερικόν του ναΐσκου, με τας νυσταλέας κανδήλας και τας αμαυράς μορφάς των Αγίων ολόγυρα! Δεν τα εννοούμεν αυτά ημείς. Θέλομεν διήγημα, το οποίον να είνε όλον ποίησις, όχι πεζή πραγματικότης.

Καταπεσούσα έπειτα η δύστηνος κόρη επί του χώματος εκείνου, του κρύπτοντος τον μόνον αυτής επί της γης προστάτην, ανέμιξεν ως η σύζυγος του Οθέλου α λ μ υ ρ ά δ ά κ ρ υ α εις το κύμα, όπερ έβρεχε τούς πόδας της. Αφού δε προσέφερε την ευσεβή εκείνην σπονδήν επί του πατρώου τάφου απέμαξε τέλος τους στειρεύσαντας οφθαλμούς.

Τότε, ως λέγουσιν οι Λυδοί, ο Κροίσος, ιδών ότι ο Κύρος μετενόησεν, ότι όλοι κατεγίνοντο να σβέσωσι το πυρ και ότι δεν ηδύναντο να το κατορθώσωσιν, επεκαλέσθη την βοήθειαν του Απόλλωνος, ικετεύων αυτόν, εάν ποτε τω προσέφερε δώρον ευχάριστον, να τον σώση από τον έσχατον εκείνον κύνδυνον. Ταύτα προσευχόμενος έκλαιεν.