United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διατί να μείνης εις την Ρώμην; Εάν απολεσθής, θα καταστήσης ακόμη μεγαλείτερον τον θρίαμβον του θηρίου. Εις τον Ιωάννην, ο Κύριος δεν προσδιώρισε ποσώς το τέρμα της ζωής. Ο Παύλος είναι Ρωμαίος πολίτης και δεν δύνανται να τον φονεύσωσι πριν τον δικάσουν.

Πόσον δε τρυφερά είνε η εικών της όρνιθος επισυναγούσης τους νεοσσούς υπό τας πτέρυγας αυτής — «και ουκ ηθελήσατε. Ιδού αφίεται υμίν ο οίκος υμών έρημος». Η μικρά σκευωρία των Φαρισαίων τούτων απέτυχεν. Είτε ο Ηρώδης πράγματι έτρεφεν αόριστον σκοπόν να θανατώση τον Ιησούν, καθώς είχε θανατώσει τον συγγενή Αυτώ Ιωάννην, είτε η φήμη ήτο απλή επίνοια, ο Ιησούς την εθεώρησε μετ' αδιαφορίας.

Το σώμα τούτο συνίστατο από διακοσίους περίπου στρατιώτας και εφοδιασθέν με τα διά συνεισφοράς συναχθέντα υπέρ αυτού χρήματα, απεφάσισε να εισέλθη, εις το φρούριον, οδηγούμενον από τον Ιωάννην Μαμούρην, όστις είχε την ανήκουσαν εμπειρίαν των οδών και των από τους εχθρούς αφυλάκτων διαβάσεων.

Ο γέρω-Αρνάκιας, κουκουλωμένος με την καπίτσαν του εις τον Άγιον Ιωάννην σ' το Κάστρο, όπου έβοσκε τ' αρνάκια του, επανειλημμένως έκαμνε τον σταυρόν του: — Άι Γιάννη μ' τι πράμα νάνε αυτό! τι πράμα νάνε αυτό, Άι Γιάννη μ'! Και έβλεπεν ακίνητος, τρέμων από του φόβου: Υψηλόσωμος άνθρωπος, κουλουριασμένος τοξοειδώς, εις το χείλος αποτόμου σκοπέλου, έκλινε προς το κύμα, ως να έπλυνε τους πόδας του.

Μαρία η Μαγδαληνή μετ' άλλων γυναικών έρχεται εις τον τάφον. Επιστρέφει να εύρη τον Πέτρον και Ιωάννην. Ώρα 11 και ημισεία. Αι άλλαι γυναίκες βλέπουσιν Άγγελον και επιστρέφουσιν εις την πόλιν. Ώρα 12. Η Ιωάννα και άλλαι επισκέπτονται τον τάφον, και βλέπουσι δύο Αγγέλους, οίτινες πληροφορούσιν αυτάς. Ο Πέτρος και Ιωάννης έρχονται εις τον τάφον.

Η προς τον Ιωάννην έχθρα των εγένετο βαθυτέρα έχθρα προς Αυτόν. Ακούσας δε ο Χριστός ότι ο Ιωάννης συνελήφθη υπό Ηρώδου του Αντίπα και εβλήθη εις την φυλακήν, απήλθεν εκ της Ιουδαίας και ανεχώρησε πάλιν εις την Γαλιλαίαν. Εκκινήσας λίαν πρωί, εστάθη μετά πολλάς ώρας εις τα εγγύς της πόλεως Συχάρ προς αναψυχήν, όπου ήτο το φρέαρ του Ιακώβ.

Αυτοί ούτοι έστειλαν προς τον Ιωάννην και ήκουσαν την μαρτυρίαν του· αλλ' Αυτός δεν είχε ανάγκην της μαρτυρίας ανθρώπου, την μνημονεύει δε μόνον προς χάριν των, επειδή προς καιρόν ηθέλησαν να εγκαλλωπισθώσιν εις τον λύχνον του θείου φωτός, τον μέγαν εκείνον προφήτην.

Αλλά δεν ηδύναντο ή μάλλον δεν ήθελον να απαντήσωσι εις το ερώτημα. Τους έφερε δε εις μέγα δίλημα. Δεν ήθελον να είπουν εξ ουρανού, επειδή εκ καρδίας τον είχον απορρίψει· δεν ετόλμων να είπωσι εξ ανθρώπων, διότι η πίστις εις τον Ιωάννην ως βλέπομεν και παρ' Ιωσήπω ήτο τόσον σφοδρά και τόσον ομόθυμος ώστε απορρίπτοντες αυτόν φανερά θα εξέθετον εις κίνδυνον την ιδίαν ασφάλειάν των.

Πιθανόν ότι τον είχε συλλάβη επί τη προφάσει ότι η διδασκαλία του, και τα πλήθη τα συρρέοντα προς αυτόν, έτεινον να διακυβεύσωσι την δημοσίαν ασφάλειαν. Ο Ηρώδης έπασχεν από είδος δεισιδαίμονος περιέργειας, ήτις τον έκαμνε να σπεύδη επτοημένως ν' ακούση τας θρησκευτικάς αληθείας, τας οποίας διά της καθημερινής ζωής του τόσον καταφώρως περιβίαζεν. Εκάλεσε τον Ιωάννην ενώπιόν του.

Ιωάννην τον Πρόδρομον, καθ' ην είχε δώσει υπόσχεσιν εις τον παπά Διανέλον. Αλλά τότε μόνον ενόησεν ότι είχε λησμονήσει από το πρωί να το &αλλάξη& ήτοι να το μετατοπίση εις άλλην βοσκήν, και το πτωχόν το ονάριον δεν εφαίνετο πολύ χορτάτον, όταν ο κύριός του το έλυσεν.