Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Πόθεν λοιπόν είχε το ύδωρ το ζων; Μήπως Συ είσαι μεγαλείτερος από τον πατέρα ημών Ιακώβ, όστις έσκαψε το φρέαρ τούτο και έπιεν εξ αυτού; Ο πατήρ σας Ιακώβ έπιεν εκ του φρέατος τούτου και απέθανε· το ύδωρ, το οποίον θα δώσω Εγώ, όστις πίη, δεν θα διψήση εις τον αιώνα. — Κύριε, δος μοι από το ύδωρ αυτό, διά να μη διψώ, και να μην έρχομαι καθημερινώς εις το φρέαρ.
Και εξεμούσα την περιφρόνησιν της πατρικίας προς τον πλυβείον, το μίσος του Ιακώβ κατά του Εδώμ, τον ήλεγχε διά την προς τους προδότας αδιαφορίαν του, την αδράνειάν του προς τους Φαρισαίους, οι οποίοι τον διέβαλον, την ανανδρείαν του διά τον λαόν, ο οποίος τον εβδελύσσετο. «Είσαι και συ, όπως εκείνος! ομολόγησέ το! Και λυπείσαι την μελαψήν η οποία χορεύει γύρω εις τους βράχους. Πάρε την πάλιν.
Όταν η σιωπή απεκατεστάθη, διηυθέτησε τας πτυχάς του μανδύου του και ως κριτής έκαμεν ερωτήσεις. — «Αφού ο προφήτης απέθανεν.....» ψιθυρισμοί τον διέκοψαν. Ενόμιζον ότι ο Ηλίας μόνον εξηφανίσθη. Ωργισμένος κατά του όχλου εξηκολούθει την κρίσιν του. — Φαντάζεσαι ότι ανεστήθη; — «Διατί όχι;» είπεν ο Ιακώβ. Οι Σαδουχαίοι ύψωσαν τους ώμους.
Εφαίνετο, ότι Αθηναίος τις Ιακώβ μετά των υιών και θυγατέρων, των νυμφών και των γαμβρών, των εγγόνων και των δισεγγόνων του, απήρχετο εις υπερπόντιον παντοτινήν μετοικεσίαν.
Ο Αμμώνιος, ο μαθητής του Φίλωνος του Πλατωνικού την έκρινε βλακώδη, και το έλεγεν εις τους Έλληνας οι οποίοι περιέπαιζον τους χρησμούς. Ο Μάρκελλος και ο Ιακώβ είχον λάβη μέρος εις την ομιλίαν. Ο πρώτος διηγείτο εις τον δεύτερον την χαράν την οποίαν είχεν αισθανθή κατά το βάπτισμα του Μιθρά, και ο Ιακώβ τον προέτρεπε ν' ακολουθήση τον Ιησούν.
Οι φίλοι του Αντίπα, οι προύχοντες της Γαλλιλαίας, επανέλαβον κινούντες την κεφαλήν. — Χωρίς άλλο είνε συνεργία του διαβόλου. Ο Ιακώβ όρθιος μεταξύ των τραπεζών του Αντίπα και των ιερέων εσιώπα με ύφος αγέρωχον και γλυκύ. Οι άλλοι τον εβίαζον να ομιλήση. — Δικαιολόγησε την δύναμίν του. Έκυψε τους ώμους και χαμηλή τη φωνή, αργά ως φοβούμενος τον εαυτόν του.
Λέγει πως και τον ανασασμό του ακόμη αν θελήση να μεταχειρισθή θ' αποσβολώση τον εχθρό του. Τον σπρώχνει αποδώ, αποκεί τον ξεσχίζει, αλλού τον στραγκαλίζει. Αισθάνεται να τον περιχύνη το αίμα του, τα κοψίδια να κρέμωνται στα δάχτυλα του σπαρταριστά κ' εκείνος όλο φυσά και όλο θυμώνει και αντρειεύεται, όπως ο Ιακώβ όταν επάλαιψε νύχτα με το Είδος του Θεού. Σε τέτοια θέσι τόρα ήμουν κ' εγώ.
Οι Σαδδουκαίοι πιθανώς υπέθετον ότι αι λέξεις εσήμαινον απλώς, είμαι ο Θεός εις τον οποίον επίστευσαν, ο Αβραάμ και ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, αλλ' όμως πόσον κακός θα ήτον ο ορισμός ούτος και πόσον ανεπαρκής διά να εμπνεύση την πίστιν την απαιτουμένην προς ηρωικάς πράξεις!
Και τόρα εντός του μικρού δωματίου των, εις την κλίνην, εις τα καθίσματα, εις τας γωνίας, εις όλα τα έπιπλα αυτού διαβλέπουσα τον Γιάννο, πάντα τον Γιάννο, εις τον ελάχιστον θρουν νομίζουσα ότι ακούει το πάτημά του, ότι διακρίνει την φωνήν τον, στενάζει απαρηγόρητα, ως ο Ιακώβ προ των αιμοφύρτων ενδυμάτων του Ιωσήφ. Πόσα έχασε με τον χαϋμόν αυτού!
Αυτός ο Ναζωραίος τον προσέβαλε, και λόγος ισχυρότερος ότι έπρεπε να προηγηθή της ελεύσεως του Ηλία. Ο Ιακώβ αντέτεινεν. — Αλλ' ο Ηλίας ήλθε. — «Ο Ηλίας, ο Ηλίας!» απήντησαν τα πλήθη από άκρου εις άκρον της αιθούσης. Όλοι με την φαντασίαν παρετήρουν ένα γέροντα εις την πτήσιν ενός κόρακος, τον κεραυνόν πυρπολούντα ένα ναόν, τους ειδωλολάτρας ποντίφηκας πίπτοντας εις τους χειμάρρους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν