Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Και τοις ψυχαίς των γυναικών άμ' είχε διασκορπίσει 385την μιατην άλλη την μεριάν η θεία Περσεφόνη, η ψυχή του Αγαμέμνονα του Ατρείδ' ήλθεν εμπρός μου θλιμμένη, και τριγύρω της συνάχθηκαν η άλλαις, όσαις μαζή του απέθαναντην κατοικιά του Αιγίσθου. κ' ευθύς μ' εγνώρισεν αυτός, το μαύρ' άμ' έπιεν αίμα• 390 σφικτά θρηνούσε, αστάλακτα τα δάκρυα του κυλούσαν, κ' ετέντονε τα χέρια του ζητώντας να με φθάση• αλλά δεν είχε δύναμιν, ανδρειά δεν είχε πλέον, όπως την είχε ζωντανόςτα λυγερά του μέλη. άμα τον είδα εδάκρυσα κ' ερράισ' η καρδιά μου, 395 κ' ευθύς τον επροσφώνησα με λόγια πτερωμένα• «ω Αγαμέμνον' αρχηγέ, τρισένδοξε Ατρείδη, ποια μοίρα του ολοτέντωτου σ' εδάμασε θανάτου; μη σέ μες τα καράβια σου δάμασε ο Ποσειδώνας, σηκόνοντας αζήλευτην πνοήν κακών άνεμων, 400 ή εχθροίτην γη σ' εχάλασαν, ενώ βώδια και αρνία καλόμαλλα τους έπαιρνες ή εμάχοσουν την πόλι να πάρης και τα θηλυκά να σύρηςτην δουλεία

Ο γέρων πυρωμένος από τα διάφορα πιοτά που έπιεν, εδόθη εις κάποιαν χαροποίησιν, και έκαμε κάθε δυνατόν διά να λάβουν κάποιαν ηδονήν και οι ξένοι εκείνοι, και καταλαμβάνοντας ότι δεν εκατόρθωνε τίποτε, με το να ήταν πολλά μελαγχολικοί διά τες δυστυχίες τους, είπεν.

Ο Μουστοβασίλης, αναθαρρήσας από την έκβασιν της συζητήσεως, έπιεν εις υγείαν του συντέκνου: — Καλώς να σεύρω, σύντεκνε Μανωλιό. — Καλώς να ορίσης, σύντεκνε, απήντησεν ο Μανώλης, όστις με την βοήθειαν του οίνου είχεν ήδη λησμονήσει το φοβερόν βλέμμα, το οποίον εις την εκκλησίαν ενόμισεν ότι του εξηκόντισεν ο Χριστός εκ του τέμπλου.

Εκείνο το πονηρόν γεροντίδιον βλέποντάς με εις τοιαύτην μεταβολήν, εκατάλαβεν ότι το πιοτόν εκείνο έκαμεν αυτό το αποτέλεσμα εις εμένα και μου έκαμε νεύμα διά να του δώσω να πίη· και όταν το εγεύθη, του εφάνη τόσον γλυκύ και νόστιμον εκείνο το κρασί, που το έπιεν όλον, το οποίον ήτον αρκετόν διά να το μεθύση, καθώς και εσυνέβη.

Ο Καλίφης αφού έπιεν, ηθέλησε να επιστρέψη το ποτήρι, μα έμεινεν εκστατικός οπόταν το είδε πάλιν γεμάτο από κρασί πριν το δώση. Αυτός το ξαναπίνει έως την ύστερη σταλαγματιά, και εκεί που ήθελε να το επιστρέψη το βλέπει πάλιν γεμάτο ωσάν το πρώτο, χωρίς κανείς να το γεμίση.

Εν τούτοις ουδείς έβλαψε τόσον τους Πέρσας όσον ο Ίναρος και ο Αμυρταίος. Αλλ' ο Ψαμμήνιτος, κακά μηχανώμενος, έλαβε τον μισθόν· διότι φωραθείς ενώ εζήτει να επαναστατήση τους Αιγυπτίους και βλέπων ότι ανεκαλύφθη υπό του Καμβύσου, έπιεν αίμα ταύρου και απέθανεν αμέσως. Τοιουτοτρόπως λοιπόν ετελεύτησεν ούτος.

Οι νέοι επρόσφεραν του Καλίφη τα σερμπέτια, ο οποίος πίνοντας ωμολόγησε πώς παρόμοια εις όλην του την ζωήν δεν έπιεν, αλλ' ούτε έφαγε νοστιμώτερα γλυκύσματα και ζαχαρικά από εκείνα.

Φέροντας το κρασί, η Δηλαρά εγέμισεν ένα ποτήρι, και το δίδει του σκλάβου, έπειτα του λέγει· πίε εις υγείαν μου. Ο βασιλεύς φιλώντας το χέρι της, που εκρατούσε το ποτήρι, το επήρε και το έπιεν εις υγείαν της. Η Δηλαρά γεμίζοντας άλλο ένα ποτήρι, λέγει προς τον Κουλούφ διά να τον πειράξη· το πίνω ετούτο εις την υγείαν εκείνης που αγαπάς, ήγουν της ωραίας Γουλεδάμ, αγαπητικής του βασιλέως σου.

Ησθάνετο ότι έπιπτεν εις μίαν άβυσσον, αλλά συγχρόνως εδοκίμαζε μεγάλην ευεξίαν και ενόμιζεν εαυτόν ευτυχή. Τω εφαίνετο ότι κάποια θεότης επλανάτο επ' αυτού. Εν τούτοις ο Γλαύκος είχε τελειώσει το πλύσιμον του επί της κεφαλής τραύματος και επέθετεν επ' αυτού αλοιφήν. Η Λίγεια προσήγγισεν εις τα χείλη του τραυματίου κύπελλον ύδατος και οίνου. Εκείνος έπιεν απλήστως.

Έτρεξα ευθύς και εγέμισα το φακκιόλι μου νερόν και της το έφερα· και αφού έπιεν άνοιξε τους οφθαλμούς της και κυττάζοντάς με μου είπε· Μουσουλμάνε, βλέπω που ο Προφήτης σε εξαπέστειλε διά να με συντρέξης· πάσχισε σε παρακαλώ το λοιπόν διά να σταματήση το αίμα από τες πληγές μου.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν