United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα σε ποιον τόπο μάγων κατώρθωσε να βρη φάρμακο για της πληγές του. Ασφαλώς είναι κάποιος μάγος. Ναι, η βάρκα του ήταν νεράιδα καθώς και το ξίφος του, και μαγεμένη είναι η άρπα του που κάθε μέρα σταλάζει δηλητήρια μέσ' την καρδιά του Βασιληά Μάρκου.

Τους άφινε σε ηλικία και με καλή κληρονομιά. Όχι πως δεν ήταν άλλοι με περισσότερο βιος μέσα στο χωριό. Μα ήταν και πολλοί που λιμάζανε το ψωμάκι. Είχανε χρέη, είχαν και παιδιά. Κακές πληγές και τα δυο. Ενώ οι γιοι του ήταν κι από τα δυο ελεύθεροι. Αληθινά το σπίτι τους ήταν χαμηλό, μικρούτσικο. Δεν είχε παρά τρία δωμάτια και το μαγεριό.

ΝΕΑΝΙΑΣ Ώ! κακομοίρης που 'μουνα! πούθ' έχεις ξετρυπώση και μου πετάχτηκες;— κακό που να σου ρθή μεγάλο! Ουφ! τούτη είνε βάσανο χειρότερο απ' τάλλο! Β' ΓΡΑΥΣ Σε σέρνει ο νόμος, κι' όχι εγώ. ΝΕΑΝΙΑΣ Τάχα γιατί δεν είπες ότι με σέρνει μια βλογιά, πώχει πληγές και τρύπες; Β' ΓΡΑΥΣ Άφησε, τρυφεράδι μου, τα λόγια κ' έλ' απάνω.

Φιγούρες καθισμένες ανακούρκουδα, ωχρόφαιες και μαβιές, μερικές με φοβερά μάτια λευκά, άλλες με κόκκινες πληγές και μελανά αποστήματα, με γυμνά τα στήθη σαν γδαρμένα, με τα μπράτσα και τα ψαχουλευτά δάχτυλα μαυρισμένα σαν καμένα κλαδιά, διαγράφονταν μεταξύ των θάμνων με φόντο τη γαλάζια και λευκή γραμμή του ορίζοντα.

Έπλυνε καλά τις πληγές, καθάρισε, συγύρισε τον άρρωστο κ' ύστερα τον χάιδεψε στις πλάτες. — Ησυχία τώρα, είπε. Ούτε να μιλάς, ούτε να κουνιέσαι πολύ. Εσύ παλληκάρι μου, είπε πάλι στο Βαγγέλη, να κάτσης εδώ να τον προσέχης και να κάνης τα όσα θα σου πω. Τον πήρε πάρα πέρα και τον ωρμήνεψε.

Να, τα κουρέλια μας είναι κολλημένα στης πληγές μας που βγάνουν κακό ιδρώτα.

ΚΡΕΟΥΣΑ Του Ποσειδώνα η Τρίαινα με της πληγές τον σκότωσε. ΙΩΝ Πέτρες Μακρές τον τόπο αυτόν, που εθάφτηκε, τον λένε; ΚΡΕΟΥΣΑ Το πράμα τι το ξαναλές; και τι μου το θυμίζεις; ΙΩΝ Τον τόπο εκείνον τον τιμά ο αστραφτερός Απόλλων; ΚΡΕΟΥΣΑ Ναι, τον τιμά χωρίς τιμή, κάλλιο να μη τον είχε ιδή! ΙΩΝ Οσ' αγαπάει ο θεός εσύ τα καταριέσαι; ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι• μα έγιν' έγκλημα μέσα σ' εκείνη τη σπηληά.

Έτρεξα ευθύς και εγέμισα το φακκιόλι μου νερόν και της το έφερα· και αφού έπιεν άνοιξε τους οφθαλμούς της και κυττάζοντάς με μου είπε· Μουσουλμάνε, βλέπω που ο Προφήτης σε εξαπέστειλε διά να με συντρέξης· πάσχισε σε παρακαλώ το λοιπόν διά να σταματήση το αίμα από τες πληγές μου.

Μπορώ κι' είμαι ένας διαβάτης ... Είδα ένα ωραίο τοπείο. Αχ! τι ησυχία! τι ησυχία! Κι' όμωςτι θάνατος .. . Αλήθεια θα είνε δυνατό να ζήσω κι' αύριο έτσι πεθαμένος ; Βελόνες της υποψίας, μαχαίρια της λύπης, φίδια της ζήλειας — η καρδιά μου που είχε την τρέλλα να γιατρευτή, τώρα φωνάζει και ζητεί της πληγές σας. Ω, ξαναρθήτε! Παρίσι, 1909.

Αλλά ο Τριστάνος, για την τιμή αυτού του τόπου, πήγε και τον αντιμετώπισε, και κάθε μια από της πληγές που πήρε τότε έφτανε για να πεθάνη. Αυτός είναι ο λόγος που τον μισείτε, και γι' αυτό τον αγαπώ εγώ περισσότερο από σένα, Αντρέ, περισσότερο από όλους σας, περισσότερο από κάθε τι. Αλλά τι ισχυρίζεσθε πως ανακαλύψατε; Τι είδατε; Τι ακούσατε;