Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Έτρεξα ευθύς και εγέμισα το φακκιόλι μου νερόν και της το έφερα· και αφού έπιεν άνοιξε τους οφθαλμούς της και κυττάζοντάς με μου είπε· Μουσουλμάνε, βλέπω που ο Προφήτης σε εξαπέστειλε διά να με συντρέξης· πάσχισε σε παρακαλώ το λοιπόν διά να σταματήση το αίμα από τες πληγές μου.

Αυτά 'πε• και το φλογερό κρασί του 'δωσα πάλι• 360 και τρεις του εγέμισα φοραίς, τρεις τ' άδειασε ο χαμένος. και ως το κρασί κυρίευσε του Κύκλωπα ταις φρέναις, τότε τον επροσφώνησα με λόγια πτερωμένα• «Κύκλωπα, το ένδοξ' όνομα, 'που μ' ερωτάς, σου λέγω• και, ως υποσχέθηκες, εσύ θα με φιλοδωρήσης. 365 Ουδένας ονομάζομαι, εμέ λέγουν Ουδένα η μάννα και ο πατέρας μου και ο κάθε γνώριμός μου».

Με πολύν κόπο, επήρα κ' εγώ αράδα, κ' έσυρα σπρώχνοντας με όλη τη δύναμί μου το Λευθέρη απ' το μπράτσο, κι' απ' της πλάτες, και μπορέσαμε με πολλά βάσανα να πλησιάσουμε τον παπά, και μας φώτισε με την αγιαστούρα του· ύστερα έσκυψα με το στόμα κ' ήπια αγίασμα· ύστερα εγέμισα της δύο φούχτες και της έφερα στο στόμα του ανδρός μου να πιή.

ΦΙΛ. Τι έπαθες, τρελλάθηκες; με στίχους της τραγωδίας ομιλείς προς τους φίλους σου; ΜΕΝ. Μη απορής, φίλε μου• διότι προ ολίγου ακόμη, ήμουν με τον Ευριπίδην και τον Όμηρον και χωρίς να το καταλάβω εγέμισα από στίχους, οι οποίοι αυτομάτως ανεβαίνουν εις το στόμα μου. Αλλά δεν μου λες πώς τα περνάτε εδώ εις την γην και τι γίνεται εις την πόλιν;

Εγώ μετά πάσης χαράς τας εδέχθην και όλην μου την περιουσίαν την έκαμα κοινήν και εις αυτάς· εκείνον όμως τον χρόνον έγειναν πολλά μετάξια εις ταύτην την επαρχίαν της Βαβυλώνος και οι πραγματευταί της Ινδίας, διά τους εκεί πολέμους, δεν ήλθον να τα αγοράσουν· όθεν όλοι ηξεύροντες πώς εγώ αγοράζω τα μετάξια τα έφερον εις εμέ· και εγώ έχοντας μετρητά που μου επερίσσευαν, αγόρασα όλα τα μετάξια εκείνου του χρόνου· το ίδιον ακολούθησε και τον ερχόμενον χρόνον ώστε εγέμισα πολλά μαγαζιά με μετάξια.

Λοιπόν, προς χάριν της σποράς του Βάγκου, την ψυχήν μου εγώ την εκηλίδωσα, κ' εσκότωσα τον Δώγκαν, κ' εγέμισα τον κάλυκα της συνειδήσεώς μου φαρμάκια; 'ς τον αντίπαλον του ανθρωπίνου γένους παρέδωκα τ' αθάνατον εγώ κειμήλιόν μου, διά να γείνουν βασιλείς μετέπειτα εκείνοι; Οι υιοί του Βάγκου βασιλείς!

Την ακόλουθον ημέραν κατά πρώτον επήγα με την κασσέλαν μου εις ένα υψηλόν τόπον, και εθεώρησα καταλεπτώς την κατάστασιν του στρατεύματος του Κασέμ, ομοίως και την τένταν που αυτός ήτον οικονευμένος· και ωσάν είδα όλα αυτά καλώς, επήγα εις έναν τόπον πετρώδη, και έμασα πολλότατες πέτρες μικρές και μεγάλες, και εγέμισα όσον ημπόρεσα την κασσέλαν μου· έπειτα εφέρθηκα εκείνην την ίδια νύκτα εις την τένταν του βασιλέως, τον καιρόν πού οι φύλακες εκοιμώνταν, και κατεβαίνοντας εκεί εβγήκα κρυφίως από την κασσέλαν μου χωρίς να είμαι από κανένα θεωρημένος, και βλέποντας που ο Κασέμ εκοιμώνταν, τραβώ μιαν πέτραν και τον κτυπώ με μεγάλην δύναμιν εις το κεφάλι, και τον ελάβωσα μεγάλως.

Σιμά εις τους άλλους καρπούς ήτον πλήθος σταφύλια γλυκύτατα, από τα οποία στραγγίζοντάς τα εγέμισα ένα κολοκύθι μούστον· από το τοιούτον είδος των κολοκυθιών ευρίσκοντο πολλά εις κάθε μέρος και χλωρά και ξηρά από διαφόρους χρόνους· ένα από τα ξηρά λαμβάνοντας το επάστρεψα, το εκαθάρισα, και έπειτα το εγέμισα από μούστον και το άφησα εις ένα μέρος έως που να καθαρίση, και βράζοντας να νοστιμίση.

Φθάνοντας λοιπόν εις τον πάτον του πηγαδιού αγροίκησα εις τα ποδάρια μου πολλά στρείδια, που μέσα τους έχουν τα μαργαριτάρια, εδιάλεξα τα πλέον καλύτερα από αυτά, και εγέμισα τα σακκιά, τα οποία τα ετράβηξεν ο γέρων και έβγαλεν έξω, έπειτα μου εμετάρριξε τα σακκιά, και του τα εγέμισα πολλές φορές.

Εγώ ευθύς που είδα τα κομμάτια το κρέας να πέφτουν εις εκείνα τα πετράδια επάνω, όντας μόνος εξουσιαστής εις όλους εκείνους τους πολυτίμους θησαυρούς, εσύναξα τα πλέον μεγαλύτερα και λαμπρότερα διαμάντια και εγέμισα τες τσέπες και τους κόλπους μου και εις όποιο άλλο μέρος των φορεμάτων μου εδυνήθην να βάλλω, των οποίων η τιμή ήτον αναρίθμητος και ανεκτίμητος· έπειτα με το ζωνάρι μου έδεσα επάνω εις τες πλάτες μου ένα μεγάλο κομμάτι κρέας καλά και σφιγκτά και έπεσα ταπίστομα κατά γης χωρίς να κινηθώ παντελώς και εστοχαζόμουν ότι εκείνος ήτον ο καταλληλότερος τρόπος διά να έβγω από εκείνην την άβυσσον, που έως τότε την θεωρούσα διά σκοτεινόν μου τάφον.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν