United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κιανείς δεν κατέει. Όλο ανήμπορη κιαρρωσταρά νε. Δε μπορεί καλά καλά να σηκώση το σταμνί να πάη στη βρύση. Και με τη μάνα σου' νε στα μαχαίρια, μα είντα 'χουνε δε μπόρεσα να καταλάβω. Η μάνα σου δε θέλει να τη δη στα μάτια τση και λέει και κακά λόγια για την καϊμένη την κοπελιά. Μ' αυτή δεν ανοίγει το στόμα τση. Ποτέ δεν την ήκουσα να πη κακό για τη μάνα σου.

Ίσως τις διαβάσης. ΠΡΩΤΟΣ ΠΛΙΚΟΣ «................................................................ Πού είμαι, πού βρίσκουμαι, δεν μπόρεσα ακόμη να το καταλάβω. Τι παράξενο σπίτι που τοίχους δεν έχει! Δεν είναι ξύλο, δεν είναι πέτρα, δεν είναι σίδερο τα ντουβάρια· είναι καμωμένα από καταχνιά και μοιάζουν πιο γερά παρά ξύλο, πέτρα και σίδερο. Πολεμώ να κάμω τρύπα και δεν το κατορθώνω.

Τα δύο κορίτσια, καθώς έπαιζαν με την καλαμιά έπεσαν στη στέρνα . . . Κατά πως φαίνεται, όσο μπόρεσα να καταλάβω, είχαν πιάσει καυγά ποια να κρατή την καλαμιά, για να βγάλη τάχα τα ψάρια . . . Η μικρή ήθελε ν' αρπάξη την καλαμιά απ' τη μεγάλη . . . Σπρώχνοντας η μεγάλη τη μικρή, την έρριξε μέσ' το νερό, και πιάνοντας η μικρή την μεγάλη, κατά πως φαίνεται, την ετράβηξε μαζύ της μέσ' τη στέρνα.

Εγώ μην έχοντας κανένα δηνάριον, έτσι και δεν ημπορούσα να του δώσω. Αυτός ελογίασε να μη γροικώ την Περσικήν γλώσσαν. Όθεν άρχισε να τραγουδή Αραβικά, μα καταλαμβάνοντας ότι εγώ δεν είχα τίποτα να του δώσω, μου είπεν· Αδελφέ, δεν ημπορώ να καταλάβω, εσύ να είσαι χωρίς δηνάρια; Βέβαια έτσι είνε του απεκρίθηκα· εγώ δεν έχω επάνω μου ούτε άσπρον, και δεν ηξεύρω πού να κτυπήσω το κεφάλι μου.

Τι άλλο θέλεις να είνε; απήντησεν ο ξένος. — Δεν ειμπορώ να καταλάβω απ' αυτά, είπεν αύθις ο Γύφτος. — Και ποίος ειμπορεί να καταλάβη; — Είνε άλλοι οπού καταλαβαίνουν. — Δεν βαρύνεσαι! — Λοιπόν ουδέ συ δεν ειξεύρεις τίποτε; — Τι ειμπορώ να ειξεύρω; — Αφού είσαι μέσα. — Πού μέσα; — Μέσα στα πράγματα. — Ε, απ' έξω απ' έξω. — Πώς απ' έξω; — Δεν ειξεύρω τα μυστικά. — Διατί; — Δεν μ' εμβάζουν μέσα.

Κ' εγώ απόμεινα εγώ κακογεράματη, απελπισμένη, αδύνατη, να κλαίω κουκουβάγια του σπιτιού μου το γκρέμισμα. Μα γιατί μου είπεΦεύγω τώρα, εκείνο ; Γιατί να θρονιαστή στου οχτρού μου το σπίτι; Δε μπορώ, δε μπορώ, δε μπορώ να καταλάβω ακόμα.....» Η Ασημίνα η Αντριώτισσα πριν να μπη δούλα στο σπίτι του Παναγιώτη Μαχαλά, ηθέλησε να κάμη ορθάκοφτά τις συμφωνίες της.

Ακούτε κει να κάθουμαι τόση ώρα να φιλονικώ με τους Διόνυσους και ναραδιάζω φιλοσοφίες, χωρίς να το καταλάβω απαρχής πως αφτά είναι προσωπικά! Και βέβαια. Τίποτις άλλο. Από τη στιγμή που ο Παλαμάς έγραψε για το Γιαννίρη ένα άρθρο, και που τον είπε πως είτανε το μυθιστόρημα της ελληνικής ψυχής, αμέσως βγήκαν οι Διόνυσοι στη μέση, κι αμέσως η δημοτική έγινε μισή γλώσσα.

Τα άλλα θα μου τα πης κατόπιν καθένα με τη σειρά του και στην ώρα του. Αλλά να μη λησμονής Σόλων, ότι μιλάς σ' ένα βάρβαρον• εννοώ δηλαδή να μη μου λες μπλεγμένα και πολλά, διότι φοβούμαι ότι όσο να καταλάβω τα ύστερα θα λησμονώ τα πρώτα.

Όχι, μου απεκρίθη, μα εξ εναντίας το χαίρομαι, επειδή και επιθυμώ πάντα την ευτυχίαν των φίλων μου και λέγοντας έτσι, με αγκάλιασε, και μ' εφίλησε, διά να μου δώση με τούτο να καταλάβω πως ομιλεί με την καρδίαν ανοικτήν.

Έπειτα άρχισε να κλαίη και τα δάκρυά της έπεσαν στο πρόσωπό μου. Κείπε με φωνή περίλυπη: — Μα δε θέλουνε, πουλί μου, να σαγαπώ. — Ποιοι; Αντί να μου δώση απάντηση, με ρώτησε: — Εσύ θα μαγαπάς; — Ναι. — Παντοτεινά; — Παντοτεινά. — Θέλουνε και δε θέλουνε; — Θέλουνε και δε θέλουνε. Δεν ήτο δύσκολο να καταλάβω ότι η μάνα μου ήτο που δεν ήθελε να μαγαπά το Βαγγελιό.