United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα εγελασθήκαμεν εις μίαν τέτοιαν ψευδή ελπίδα· επειδή και εκείνος, καταλαμβάνοντας τους στοχασμούς μας, μας εφανέρωσεν ότι ποτέ δεν εκοιμούνταν, και πως την χώνεψιν των φαγητών την έκαμε χωρίς να λάβη ύπνον.

Εγώ μην έχοντας κανένα δηνάριον, έτσι και δεν ημπορούσα να του δώσω. Αυτός ελογίασε να μη γροικώ την Περσικήν γλώσσαν. Όθεν άρχισε να τραγουδή Αραβικά, μα καταλαμβάνοντας ότι εγώ δεν είχα τίποτα να του δώσω, μου είπεν· Αδελφέ, δεν ημπορώ να καταλάβω, εσύ να είσαι χωρίς δηνάρια; Βέβαια έτσι είνε του απεκρίθηκα· εγώ δεν έχω επάνω μου ούτε άσπρον, και δεν ηξεύρω πού να κτυπήσω το κεφάλι μου.

Ο Χεδέρ καταλαμβάνοντας μίαν ημέραν την ανησυχίαν μου, είπε· γνωρίζω πολλά καλά, ότι ήθελες να είσαι εις την Μπάσραν και με το να μην είναι αρκετές οι ηδονές ετούτου του περιβολιού να σε κρατήσουν πλέον, αποφάσισα να πληρώσω την επιθυμίαν σου. Λέγοντας έτσι, εσήκωσε τους οφθαλμούς του εις τον αέρα και βλέποντας ένα μικρόν σύννεφον επάνωθέν μας το εσταμάτησε και το ερώτησε πού πηγαίνει.

Αυτός καταλαμβάνοντάς τον θαυμασμόν μου μού είπεν· βλέπω καλά, ω υιέ μου, ότι θαυμάζεσαι εις το να με θεωρής θλιμμένον και καταπονεμένον τόσον ζωντανά εις τα πάθη που σου έτυχαν· μα έξω από αυτό εγώ είμαι μιας φύσεως τόσον ευσπλαγχνικής εις τας δυστυχίας των άλλων, που δεν ημπορείς να την στοχασθής· σου ομολογώ πως εσυνέλαβα διά λόγου σου ευθύς που σε είδα μιαν μεγαλωτάτην αγάπην, με όλον που δεν είσαι από την θρησκείαν μου· είμαι διαπερασμένος εις την καρδίαν και τετρωμένος διά τες δυστυχίες που σου εσυνέβηκαν, τες οποίες οπόταν τες διηγηθής του πατρός σου, είμαι βέβαιος πως δεν θέλει συντριβή η καρδία του περισσότερον από την ιδικήν μου.

Τότε εγώ εστάθηκα διά να την θεωρήσω, και αυτή καταλαμβάνοντας που την εκύτταζα, ετραβήχθη μέσα και έκλεισε το παραθύρι· εγώ, τετρωμένος από την ωραιότητά της, όλην εκείνην την ημέραν και την νύκτα δεν εστοχαζόμουν άλλο παρά αυτήν· και άκουσον τι μου επροξένησεν αυτή η αγάπη.

Καταλαμβάνοντας αυτός ότι ημείς τέλος πάντων εκλίναμεν διά να του πληρώσωμεν την επιθυμίαν, έγινε πολλά ήμερος και μας εφανέρωσεν, ότι πολλά του εκακοφαίνονταν, που ημείς του εδώσαμεν αιτίαν διά να μας μεταχειρισθή με εκείνον τον τρόπον· έπειτα μας είπε πως μας αγαπούσε διά την αιτίαν, που τον εβγάλαμεν από την θάλασσαν, εις την οποίαν έπρεπε να αποθάνη από την πείναν· και πως διά το καλόν μας, επιθυμούσεν, ότι να συναπαντήση κανένα άλλο καράβι, που να είναι πλούσιον από ζωοτροφίαν, διά να υπάγη εις εκείνο, και ημάς να μας αφήση εις ειρήνην.

Ο Ταμίμ ακούοντας αυτήν την εξομολόγησιν που έκαμε, και καταλαμβάνοντας καταλεπτώς όλην την κακίαν του αδελφού του, και την αθωότητα της Ρεσπίνας του, έδωσεν ένα μέγα βρυχμόν, και έπεσε λιποθυμημένος. Οι περιεστώτες έτρεξαν να τον σηκώσουν και κάνοντάς τον να ξαναλάβη τας αισθήσεις του με διάφορα μυρωδικά, επλησίασεν εις τον θρόνον της βασίλισσας και είπεν.

Οι σκλάβες καταλαμβάνοντάς τον δόλον εδόθησαν να φωνάζουν μεγάλως, και η Ρετζία εφάνη πολλά θυμωμένη. Αχ, τρισάθλιε, μου λέγει, με τόσον δόλον έρχεσαι να φανερωθής έμπροσθέν μου, η αυθάδειά σου πρέπει να παιδευθή σκληρώς, και μη στοχάζεσαι διά την ηδονήν που μου έδωσες να συμπαθήσω δι' αυτήν την απάτην.

Εγώ μένοντάς μου το λογικόν, και καταλαμβάνοντάς την γνώμην του, εδόθηκα εις μίαν ταχείαν φυγήν, και με όλον τούτο ο σκληροκάρδιος δεν έλειψε που να τελειώση την επιβουλήν του, μα του εστάθη αδύνατον. Ιδού νέα μου συμφορά, που δι' αυτό εκαταστάθηκα να ζω με τα ζώα εις τα βουνά και εις τους λόγγους.

Εγώ εις εκείνο το αναμεταξύ, που ο βασιλεύς ευρίσκονταν μαζί με τον Αλή, ήλθα εις περιέργειαν διά να ιδώ τον βασιλέα, και απεφάσισα να έμβω εκεί που αυτός ωμιλούσε με τον Αλή. Εμβήκα λοιπόν ωσάν θυγατέρα του ζωγράφου, μην υποπτεύοντας κανένα εναντίον· μα εγελάσθηκα. Ο βασιλεύς ευθύς που με είδεν ετρώθη από τον έρωτα διά εμένα, το οποίον καταλαμβάνοντας το ετραβήχθηκα από εκεί.