United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Με όλον τούτο ό,τι λογής και ας ήτον η έκστασίς μου, και η αγαλλίασίς μου εις το να την ιδώ, ο τρόπος με τον οποίον μου εδόθη αυτή η ευχαρίστησις με εμπόδισε να δείξω έμπροσθεν της την μεγάλην μου χαροποίησιν· εφοβούμην να μην ήτον αυτή κανένα φάντασμα, και δεν αποτολμούσαν οι οφθαλμοί μου να το πιστεύσουν· παρακαλώ σε, λέγω του φιλοσόφου, μη με γελάς, η Ρετζία που προσφέρετε εις τους οφθαλμούς μου, είναι φαντασία, ή αληθινή, ομίλησε τι πρέπει να στοχασθώ; Μην αμφιβάλης, ω βασιλέα μου, λέγει εκείνος, αυτή είνε η ίδια Ρετζία· στοχάσου την ωραιότητά της, και χαίρου χωρίς υποψίαν εις την ευχαρίστησιν που πρέπει να σου προξενήση.

Δεν ευχαριστήθη η Ρετζία εις τούτο, αλλ' ηθέλησεν ακόμη και διά να χορεύσω.

Ως τόσον εγώ επλησίαζα με τόλμην χωρίς να ακούσω την φωνήν κάποιων καλών γερόντων, που διά σπλάχνος και αυτοί μου έλεγαν να γυρίσω οπίσω, μα πολλά αργά έφθασα εκεί. Επειδή και εκείνην την στιγμήν ετελείωσε το παιγνίδι, και η Ρέτζια ανεχώρησε μπουλωμένη, ώστε δεν ημπόρεσα να ιδώ άλλο παρά το φέρσιμόν της το οποίον μου εφάνη μεγαλοπρεπέστατον.

Εις το αναμεταξύ που αυτός ο φύλακας μας ωμιλούσε, βλέπομεν να φθάνη ένας μέγας αριθμός κόσμου από την χώραν με πολλές φύλαξες του Σουλτάνου, που έφεραν δύο νέους διά να τους βάλλουν εις τους πύργους. Βλέπετε, εφώναξεν, ετούτους τους νέους τρελλούς που τους φέρουν εδώ; βέβαια, λέγει ο φύλακας, η βασιλοπούλα Ρετζία κατά πως φαίνεται σήμερον παίζει το κοντάρι.

Σύρε το λοιπόν, μου είπεν όλος θυμωμένος, τρέξε εις τον αφανισμόν σου, επειδή και δεν θέλεις να ακολουθήσης τες νουθεσίες μου. Μίαν στιγμήν υστερώτερα αφού και άφησα τον ιμάμην, ήκουσα έναν τελάλην που εφώναζε, πως η Ρετζία παίζει το κοντάρι, και πως όποιος είναι αστόχαστος ας υπάγη να την ιδή, και το φταίξιμον θέλει είναι ιδικόν του διά το κακόν που θέλει του τύχει.

Την ακόλουθον ημέραν ύστερον από το γεύμα, θέλοντας να αναπαυθώ, επήγα σε ένα αυλακάκι από κρύον νερόν πυκνωμένον από φουντωτά δένδρα, εις το οποίον η Ρετζία κάποιες φορές έρχονταν εκεί διά περιδιάβασιν, με ελπίδα διά να την ανταμώσω εκεί. Καθήμενος εκεί ήμουν περικυκλωμένος από χίλιους ηδονικούς λογισμούς, που δεν επροσφέρονταν εις άλλον, παρά εις έναν που ήθελεν είνε τυφλωμένος από αγάπην.

Και αφού τες εδούλευσα διά περιδιάβασιν, η Ρετζία έκαμε να μου δοθή ένα τζιβούρι, και με επρόσταξε να το συντροφεύσω με την φωνήν μου λέγοντας· εσύ σήμερον άρεσες πολλά του Σουλτάνου πατρός μου, έχω επιθυμίαν και εγώ διά να ιδώ αν είναι αλήθεια κατά πως άκουσα.

Έλαβα τόσην αγαλλίασιν εις το να ακούσω ότι η Ρετζία δεν ήτον υπανδρευμένη, και από την χαράν μου εφώναξα. Αχ, βασίλισσά μου, δεν ηξεύρω πώς να ευχαριστήσω τον ουρανόν, που μου έδωσε την χάριν να σε απολαύσω, καθώς επιθυμούσα· εγώ δεν είμαι άξιος να ανταμείψω την ευεργεσίαν του Αβικένα, που μου έκαμεν. Αυτά και άλλα παρόμοια λέγοντας εκατάλαβα την Ρετζίαν, που έκλινεν εις την αγάπην μου.

Ο εύμορφος τρόπος, και η γλυκύτης, με την οποίαν ωμίλησεν η Ρετζία, δεν έκαμαν άλλο του φιλοσόφου, παρά να τον κάμουν πλέον τολμηρόν και αυθάδη.

Καθώς εγώ δεν εζητούσα άλλο παρά ένα τέτοιον πρόσταγμα, ευθύς επήρα ένα κανιστράκι, και επήγα και έμασα από τα πλέον ωραιότερα λουλούδια και άνθη, και μαζί με εκείνην την σκλάβαν ήλθαμεν υποκάτω εις έναν ίσκιον διαφόρων πυκνών δένδρων, εκεί που η Ρετζία ήτον καθισμένη επάνω εις ένα θρονί χρυσό, περιτριγυρισμένη από τριάντα σκλάβες νέες, η μία ευμορφότερη από την άλλην, που κατά αλήθειαν δεν ημπορούσε να γένη μία εκλογή καλυτέρα από αυτήν διά να συντροφεύσουν της Ρετζίας την ωραιότητα.