United States or San Marino ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στο τέλος, σαν ντροπιασμένη λίγο του είπε: «Αγαπητέ Άρχοντα, μη σας πρόσβαλα σε τίποτα; Γιατί δε μου δίνετε ούτ' ένα φιλί; Πέστε μου για να ξέρω το άδικό μου, κι' αν μπορώ, θα σας ανταμείψω ωραία. — Φίλη, είπεν ο Τριστάνος, μη θυμώσετε, αλλά έχω δώσει όρκο. Άλλοτε, σε άλλον τόπο, είχα πολεμήσει ένα δράκοντα, κι' ήρθα κοντά στο θάνατο, όταν θυμήθηκα τη Θεομήτορα.

Οι χριστιανοί προέλεγον από πολλού, ότι το πυρ θα κατέστρεφε την πόλιν ταύτην . . . Και ο Λίνος είνε εις το Οστριανόν μετά της θυγατρός του Διός . . . Οποία συμφορά έπληξε την πόλιν ταύτην!. . — Τους είδες; ηρώτησεν ο Βινίκιος. — Τους είδα, αυθέντα! . . . Δόξα εις τον Χριστόν και εις όλους τους θεούς, εάν ηδυνήθην να ανταμείψω τας ευεργεσίας σου με μίαν καλήν είδησιν.

Ο Άδραστος απεκρίθη· «Εάν δεν με διέταττες, ω βασιλεύ, δεν θα μετέβαινον εις τοιούτον αγώνα, διότι δεν αρμόζει εις άνθρωπον δυστυχή να αναμιγνύεται μεταξύ φαιδρών ομηλίκων· δεν επιθυμώ τούτο ποσώς, και πολλάκις ήδη το απέφυγα. Αλλά τώρα, αφού με αναγκάζεις, πρέπει να υπακούσω, πρέπει να ανταμείψω τας προς εμέ ευεργεσίας σου.

ΣΚΑΡΡΟΣ. Θα τους καταδιώξωμεν μέχρις εσχάτων. ΕΡΩΣ. Εδιώχθησαν, στρατηγέ, και η επιτυχία μας είναι λαμπρά νίκη. ΣΚΑΡΡΟΣ. Ας τους πελεκήσωμεν και ας συλλάβωμεν αυτούς ως λαγωούς, Είναι διασκέδασις να κτυπά τις τους φεύγοντας. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Θα σε ανταμείψω άπαξ διά την φαιδρότητά σου και δεκάκις διά την ανδρείαν σου. Εμπρός. ΣΚΑΡΡΟΣ. Θα ακολουθήσω, ας είμαι και χωλός ακόμη.

Και πώς το λοιπόν απεκρίθη ο βασιλεύς ημπορώ να ανταμείψω αρκετώς την γενναιότητά σου διά την ευχαρίστησιν που μου έδωσες; Η δεξίωσις της βασιλείας που έδειξες, και η ευχαρίστησίς μου που ελευθέρωσα την θυγατέρα σου από τα χέρια του εξωτικού που την είχεν αρπάξει, είνε διά εμένα μία μεγαλωτάτη αντάμειψις· εκείνο όλον που επιθυμώ από την βασιλείαν σου, είνε να μου ετοιμάσης ένα καράβι με το οποίον να ημπορέσω να υπάγω εις την Μπάσραν.

Ο Καλίφης αφού και τον αφηκράσθηκε με επιμέλειαν, του είπε· μου κακοφαίνεται, που εγώ είμαι η αιτία ετούτης της συμφοράς σου, επειδή και γυρίζοντας από την Μπάσρα, εστοχάσθηκα διά να ανταμείψω τες χάρες που μου έκαμες, και έστειλα ευθύς προσταγήν εις τον βασιλέα της Μπάρσας, ότι να αφήση τον θρόνον, και να σου τον δώση εσένα διά να βασιλεύης· και αυτός αντί να ακολουθήση τον ορισμόν μου απεφάσισε να σου σηκώση την ζωήν με τες τυραννίες, που ο Βεζύρης σου έκαμεν, ελπίζοντας να του φανερώσης τον πλούτον σου.

Θέλει ανταμείψω την αγάπην σας· και τώρα έχετε υγείαν, και κοντάτο μεσονύκτι θε να σας ανταμώσω εκείτον προμαχώνα. ΟΛΟΙ Τα χρέη μαςτην Υψηλότητά σου. ΑΜΛΕΤΟΣ Αγάπην θέλω από σας όσην σας έχω· χαιρετώ σας. Το πνεύμα του πατρός μου 'ς τ' άρματα! δεν είναι καλά τα πάντα· υπάρχει κάτι αισχρό παιγνίδι· Ω νύκτα, φθάσε! Ως τότε ησύχαζε, ω ψυχή μου!

Ο Τριστάνος τούκοψε το κεφάλι, έκοψε της μπούκλες που κρεμόντανε γύρω στο πρόσωπό του, και της έχωσε στη μπότα του. Ήθελε να της δείξη στην Ιζόλδη για να κάνη χαρά στην καρδιά της φίλης του. «Αλλοίμονο! συλλογιζότανε, τι έγινε ο Γκοντοΐν; Ξέφυγε! αχ, να μη μπορέσω να τον ανταμείψω με την ίδια πληρωμή

Βασιλόπουλο Σεήφ, μου λέγει με τα δάκρυα εις τα μάτια, ω, πόσον σου είμαι υπόχρεως διά τα όσα μου εδιηγήθης· αγαπώ πολλά τρυφερά την θυγατέρα μου· εγώ δεν ήλπιζα να την ξαναϊδώ· με τι τρόπον ημπορώ ποτέ να σε ανταμείψω; αχ, ακριβέ μου Σεήφ, μη με κάνης πλέον να καρτερώ διά να την ιδώ· φέρε μου την το συντομώτερον, διατί είμαι φλογισμένος από μίαν μεγάλην επιθυμίαν εις το να την ξαναϊδούν τα μάτια μου.

Έπειτα τον ξαναβάζει στο σπητάκι του, και γυρίζοντας κατά τη συστάδα λέει με δυνατή φωνή: «Πουλιά του δάσους που τόση χαρά μου φέρατε με τα κελαδητά σας, σας αγαπώ και σας χαιρετώ. Ενώ ο άρχοντάς μου Βασιληάς Μάρκος θα καλπάση για τον Άσπρο Κάμπο, εγώ θα μείνω στον πύργο του Σαιν-Λουμπέν. Πουλάκια, ελάτε κοντά μου κι' εκεί. Πλούσια θα σας ανταμείψω απόψε, σαν καλούς τραγουδιστές που είστε».