United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πλην δεν ηδυνήθη να την πείση, και είδεν ότι ήτο τωόντι ανάγκη ή να θανατώση τον κύριόν του ή αυτός να θανατωθή υπό άλλης χειρός· επροτίμησε λοιπόν να ζήση και απέτεινε την εξής ερώτησιν· «Επειδή με αναγκάζεις να φονεύσω παρά την θέλησίν μου τον εμόν δεσπότην, ας ακούσω με ποίον τρόπον δύναμαι να εκτελέσω το πράγμα.» Η γυνή αποκριθείσα είπε· «Θα ορμήσης εκ του ιδίου μέρους εκ του οποίου και εκείνος με έδειξεν εις σε γυμνήν και θα τον κτυπήσης κοιμώμενον

Θαυμάζω εις εσένα, του αποκρίνεται ο Κουλούφ ρίχνοντάς τα φλωριά και το φακιόλι, που με αναγκάζεις να χωρίσω τη γυναίκα μου, που την εστεφανώθηκα εμπροστά σου· ένας τιμημένος άνθρωπος ωσάν και εμένα δεν κάνει παρόμοια· πώς; το λοιπόν εγώ έρχομαι εις την Σαμαρκάντα, και ένας πραγματευτής με παίρνει, και μου δίδει γυναίκα και υστερότερα θέλει να την χωρίσω; ετούτο δεν θέλω το κάμει ποτέ· και παύσε, αυθέντη Αναΐππη, εις το να με παρακινήσης, διατί δεν θέλεις κάμει τίποτε.

«Καλά να παστρευθής δεν θα 'μπορέσης απ' όλα της ζωής σου τ' αμαρτήματα· θα κολασθής, 'στα Τάρταρα θα πέσης, εδώ δεν έχουν πέρασι τα χρήματαΚαι είπε η πλουσία 'στην πτωχή: « Αν κι' ήναι απρεπές να σ' απαντήσω, αφού δεν είσαι άρχοντος ψυχή, αλλά με αναγκάζεις να 'μιλήσω.

Ο αυτοκράτωρ τότε εμήνυσεν εις αυτόν ότι ήτο πρόθυμος να συνομολογήση ειρήνην. «Εάν εξακολουθώ να σε καταδιώκω, έλεγεν ο Ηράκλειος, ο σκοπός μου δεν είναι να πολεμώ, αλλά να σε αναγκάσω να κάμης ειρήνην. Τα δεινά, όσα επιφέρει ο πόλεμος, έλεγεν ο φιλάνθρωπος βασιλεύς, με λυπούν όσον και τους υπηκόους σου, τους εκ τούτου πάσχοντας. Αλλά συ με αναγκάζεις να ερημώνω τας χώρας σου.

Να σταθής εις την αποβάθραν, να τους εξετάζης ένα ένα και να τους παραλαμβάνης αφού τους αναγκάζεις να εισέρχωνται γυμνοί. ΕΡΜ. Καλά λέγεις και αυτό θα πράξω. —Συ ο πρώτος ποίος είσαι; ΜΕΝ. Είμαι ο Μένιππος εγώ. Ιδού η σακκούλα μου, ω Ερμή, και η βακτηρία ερρίφθησαν εις την λίμνην• την κάπα μου ούτε καν την έφερα και έκαμα καλά.

Με αναγκάζεις να σε βρίζω. Αλλ' άρχισε από τον Εύφορβον και πε μου πώς έγινες Πυθαγόρας και έπειτα τα άλλα μέχρι του Πετεινού• διότι θα έχης ιδή και πάθη πολλά εις τις τόσες διαφορετικές ζωές που πέρασες. ΠΕΤ. Θα εχρειάζετο πολλή ώρα να σου διηγηθώ πώς εις την αρχήν η ψυχή μου εστάλη από τον Απόλλωνα και εισήλθεν εις σώμα ανθρώπου διά να τιμωρηθή.

Τότε ο Οτάνης βλέπων τον Δαρείον τόσον σπεύδοντα είπεν· «Αφού μας αναγκάζεις να επιταχύνωμεν και δεν μας επιτρέπεις να αναβάλωμεν, ειπέ μας συ πώς να εισέλθωμεν εις τον βασιλικόν οίκον και με ποίον τρόπον να επιτεθώμεν κατ' αυτών· διότι ηξεύρεις, ή, εάν δεν είδες, θα ήκουσες ότι φύλακες είναι τοποθετημένοι πανταχού· πώς λοιπόν να διέλθωμεν δι' αυτώνΑπεκρίθη ο Δαρείος τα ακόλουθα· «Πολλά πράγματα, Οτάνη, δεν δύνανται να σαφηνισθώσι διά λόγων αλλά δι' έργου· υπάρχουσιν επίσης άλλα τα οποία με τον λόγον μεν είναι ευκατόρθωτα, άμα όμως τα επιχειρήση τις ουδέν λαμπρόν αποτέλεσμα έχουσιν.

Διατί όμως με αναγκάζεις εμένα να συγκλίνω εις την θέλησιν της βασιλοπούλας, και ότι εμπρός εις την ζωήν δεν πρέπει να κυττάζη κανείς τίποτε, διατί δεν κάμνεις τώρα εσύ εκείνο που με ερμηνεύεις; Σου δίδω κάθε δίκαιον, μου απεκρίθη αυτός, και γνωρίζω πως έσφαλα εις τα όσα σου είπα· και το ευρίσκω εύλογον, ότι είνε καλύτερον να χαθώμεν και οι δύο, παρά να κλίνωμεν εις την αγάπην δύο υποκειμένων τόσον ασχημοτάτων.

Ο Άδραστος απεκρίθη· «Εάν δεν με διέταττες, ω βασιλεύ, δεν θα μετέβαινον εις τοιούτον αγώνα, διότι δεν αρμόζει εις άνθρωπον δυστυχή να αναμιγνύεται μεταξύ φαιδρών ομηλίκων· δεν επιθυμώ τούτο ποσώς, και πολλάκις ήδη το απέφυγα. Αλλά τώρα, αφού με αναγκάζεις, πρέπει να υπακούσω, πρέπει να ανταμείψω τας προς εμέ ευεργεσίας σου.