United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να, ωστόσο, είπε ο Αγαθούλης, ένας τόπος, που αξίζει καλύτερα από τη Βεστφαλία. Πήδησε στη γη με τον Κακαμπό κοντά στο πρώτο χωριό που απαντήσανε. Μερικά παιδιά του χωριού, φορώντας χρωματιστά μεταξόρουχα καταξεσκισμένα, παίζανε τις αμάδες στο έμπα του χωριού.

Και ανοίξαντες αμέσως της αιθούσης των την θύραν, Με πολλήν αβροφροσύνην απ' το χέρι τον επήραν Και του είπαν «Ω μεγάλε αντιπρόσωπε του κράτους Των ελλήνων, όπου κρύπτει θησαυρούς αρχαιότατους, Έλα κάθισε κοντά μας με μεγάλη σιωπή, Να ακούσης τι για σένα το συνέδριον θα πη. Το συνέδριον σας δίδει από όσα απαιτείτε Το έν τρίτον, και πιστεύει πως θα ευχαριστηθήτε.

Κοντά κοντά τα δυο ταμάξια, κι αυτός ακκουμπάει στη θυρίδα και γλυκομιλά, και γλυκομιλά· μόνο που δε σκύβει να τη φιλήση. Γαλλικά θαρρώ της μιλάει. Ποιος ξέρει τι δουλειές σκαρώνουνε μεταξύ τους, τι καρυδιάς καρύδια είναι κ' οι δυο τους! Έλα μια στιγμή να τους καλοδούμε. Τους γνωρίζω και τους δυο τώρα. Χίλιες φορές τους είδα. Εγώ γέρασα, κι αυτοί λουλουδίζουν ακόμη. Ποτές αυτοί δε γερνούν.

Τριγύρισαν τα παλάτια της Ανατολής και της Δύσης. Παραστάθησαν στις χαρές και στις λύπες του κόσμου, στους γάμους και στα λείψανα, στις αγάπες και στα μίση, σταγκαλιάσματα του έρωτα και στα δαγκάματα της έχθρας. Οι δάσκαλοι, που ακολουθούσαν από κοντά, εξηγούσαν πάλι τα θαύματα του κόσμου και τα μυστήρια της ψυχής. Μα το βασιλόπουλο κύτταζε πάλι αδιάφορα τριγύρω του και χαμογελούσε,

τον Αίγυπτον οι αθάνατοι, ενώ για δω κινούσα, μ' εκράτησαν, ότιαυτούς δεν έκαμα εκατόμβαις• κ' εκείνοι να ενθυμούμεθα ταις προσταγαίς τους θέλουν. κ' είναι νησίτην θάλασσα την πολυκυματούσα, εκείτον Αίγυπτον εμπρός, και Φάρο τ' ονομάζουν, 355 και απέχει τόσο διάστημα, όσο μετρά καράβι, αν πρύμος άνεμος σφοδρός ολήμερα φυσήση• λιμένας μέσ' ακίνδυνος, απ' όπου τα καράβια βγάζουντην θάλασσαν, αφού μαύρο νερόν επήραν. κει μ' εκρατούσαν οι θεοί είκοσ' ημέραις, μήτε 360 άνεμοι θαλασσόπνοοι φαίνονταν, 'που τα πλοία ξεπροβοδούντα διάπλατα τα νώτα της θαλάσσης. και θε να ελείπαν η τροφαίς, κ' οι άνδρες θα εμαραίναν, αν μια δεν μ' είχ' ελεηθή θεά, και μ' είχε σώσει, κόρη τ' ανδρείου γέροντα της θάλασσας Πρωτέα, 365 η Ειδοθέα, 'πώγγιξα μάλιστ' αυτής το σπλάχνος. αυτή μ' ηύρε οπού σέρνομουν, χωρίς συντρόφους, μόνος• ότι εγυρίζαντο νησί και αλίευαν εκείνοι, με κυρτ' αγκίστρια, την σκληρή την πείναν όπως σιγάσουν. και αυτή κοντά μου εστάθηκε, μου ωμίλησε και είπε• 370

Επάνω από την κοιλάδα υψώθη καπνός και εκινείτο προς τα επάνω ως πέπλος κυμαινόμενος, κυματίζον λοφείον της ατμομηχανής, η οποία διηύθυνε εκείσε την αμαξοστοιχίαν του νεωστί ανοιχθέντος σιδηροδρόμου, αυτού του ελισσομένου όφεως, του οποίου μέλη είναι βαγόνια κοντά σε βαγόνια. Ταχεία ως βέλος επέτα προς τα εκεί η αμαξοστοιχία.

Ένας από τους αγωγιάτες πήγε κοντά 'ςτα πράμματα για να μη πηδήσουν δώθε από το ρέμμα και μπουν μέσα 'ςτα καλαμπόκια και κάμουν ζημιά. Τα λίγα χωράφια των Παλιοχωρίτων, χωρισμένα με ξερολίθι και βασταγμένα με τοίχους απάνου 'ςτες κατωφέριες και 'ςτους βράχους, ήταν σπαρμένα με καλαμπόκια.

Καλύτερα, μαννούλα μου, οπού όλο βρέχει και χιονίζει, και κάθομαι κοντά σου, εις την παραστιά . . . — Την ευχίτσα μου νάχης, παιδί μου. Δεξιά και αριστερά! . . . επανελάμβανεν η γερόντισα αντί πάσης άλλης ομιλίας.

Να, πάρε τον σκούφον μου. — Αυτός που βλέπεις εξώρισε τας δύο κόρας του, κ' έδωκε εις την τρίτην την ευχήν του, χωρίς να το θέλη. Αν μείνης κοντά του, σου πρέπει ο σκούφος μου. — Τι νέα, παππού; — Κρίμα να μην έχω δύο σκούφους και δύο κόρας. ΛΗΡ Διατί, παιδί μου; ΓΕΛΩΤ. Αν εχάριζα ό,τι και αν είχα εις τας κόρας μου, θα εκρατούσα δι' εμένα και τους δύο σκούφους.

ΒΑΤΤΟΣ Ας είνε· πες μου, φίλε μου, το γεροντάκι εκείνο τη μαυροφρύδα κορασιά την αγαπάει ακόμα; ΚΟΡΥΔΩΝ Ακόμα, δόλιε μου· και πριν πουρχόμουν κατά 'δώθε, τους έπιασα τους δυο μαζί κάπου κοντά στη σκάφη. ΒΑΤΤΟΣ Γειά σου, γέρο βαρβάτε μου! ή με τους Σατυρίσκους ή με τους στραβοπόδαρους Πάνας θα συγγενεύης.