United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μη κάμνεις ταραχήν. Κουκούλωσέ με τώρα, Καλά καλά! Και αύριον, πρωί πρωί, δειπνούμεν. ΓΕΛΩΤ. Καλά! Λοιπόν θα κοιμηθώ κ' εγώ το μεσημέρι, Φίλ', ένα λόγον να σου 'πω. Ο βασιλεύς πού είναι; ΚΕΝΤ Μη τον ταράξης. Είν' εκεί. Χαμένος είν' ο νους του. ΓΛΟΣΤ. Καλέ μου φίλε, σηκωτόντα χέρια να τον πάρης. Τα μυστικά των ήκουσα· να τον σκοτώσουν θέλουν! Φορείον έχω έτοιμον εδώ απ' έξω.

Αυτά 'πεν ο Τηλέμαχος· κ' η Αθήνητους μνηστήραις 345 γέννησε γέλωτ' άσβυστον, και εσκότισε τον νουν των· και με σαγόνι' αλλότρια γελούσαν ήδη εκείνοι και κρέατ' αιματόβρεκτα μασσούσαν, κ' εγεμίσαν δάκρυα τα μάτια, και οδυρμούς προέβλεπε η ψυχή τους. τότ' είπεν ο θεόμορφος Θεοκλύμενοςεκείνους· 350 «Α! δύστυχοι! ποια συμφορά σας ηύρε; μαύρη νύκτα ταις κεφαλαίς, τα πρόσωπα, τα γόνατα, σας ζώνει· άναψε ο θρήνος, δάκρυατα μάγουλά σας ρέουν, και τα λαμπρά μεσόστυλα και οι τοίχοι στάζουν αίμα. πρόθυρο, αυλή, σκιαίς νεκρών γεμίσαν κινημέναις 355 κατά το ανήλιον Έρεβος· ο ήλιος εσβύσθητον ουρανό, και απλώθη αυτού γύρω κακή μαυρίλα».

ΓΟΝΕΡ. Παρακαλώ, ησύχασε. — Οσβάλδε, αι, Οσβάλδε! — Εσύ, τρελλέ ή πονηρέ, καλλίτερα να φύγης να εύρης τον αυθέντην σου! ΓΕΛΩΤ. Παππού, παππού Ληρ, στάσου μη τρέχης να έλθη μαζί σου και ο τρελλός σου. Μια αλεπού αν τσακωθή ή τέτοια θυγατέρα πρέπει ευθύς να κρεμασθή Το δε σχοινί ν’ αγορασθή κι' η κάπα μου ας πωληθή. Μ' αυτά τα λόγια ο τρελλός σας λέγει καλή 'σπέρα. ΓΟΝΕΡ. Ωραία το εσκέφθηκε!

ΛΗΡ Ποιος θα μου πη ποιος είμ' εγώ; Ο Ληρ αυτός δεν είναι. Ο Ληρ εδώ περιπατεί; Αυτά ο Ληρ τα λέγει; Τι έγιναν τα μάτια του; Ή μη αδυνατίζει κ' εις λήθαργον ευρίσκεται ο νους του; — Ή κοιμάται; Α! Όχι! — Δεν θα μου ειπή κανείς εδώ ποιος είμαι; ΓΕΛΩΤ. Ίσκιος του Ληρ! ΛΗΡ Ποιος είμ' εγώ, ειπήτε μου. ΓΕΛΩΤ. Κι' αυταίς πατέρα ευπειθή ηθέλησαν να έχουν.

ΛΗΡ Τρελλόν με λέγεις εμένα; ΓΕΛΩΤ. Όλους σου τους άλλους τίτλους τους παραίτησες. Αυτόν τον έχεις εκ γενετής σου. ΚΕΝΤ Αυτά οπού λέγει δεν είναι όλα τρέλλα, αυθέντα μου. ΓΕΛΩΤ. Όχι βέβαια! Πού με αφίνουν οι μεγάλοι και οι τρανοί να έχω όλην την τρέλλαν εγώ; Αν την είχα μονοπώλιον, θα μου εγύρευαν κ' εκείνοι μερτικόν.

ΓΕΛΩΤ. Να του δώσω κ' εγώ αρραβώνα. Ιδού· πάρε τον σκούφον μου. Προσφέρει τω ΚΕΝΤ τον κωδωνοφόρον αυτού πίλον. ΛΗΡ Καλώς το παιδί μου! Τι γίνεσαι; Άκουσέ με, σου λέγω, και πάρε τον σκούφον μου. ΚΕΝΤ Διατί, τρελλέ; ΓΕΛΩΤ. Διατί; Διότι πηγαίνεις με τους ξεπεσμένους. Αν δεν ηξεύρης να γελάς εκεί, από όπου ο αέρας φυσά, θ' αρπάξης γρήγορα κρυολόγημα.

ΓΕΛΩΤ. Ποία είναι η διαφορά μεταξύ ενός κακού και ενός καλού τρελλού; Ηξεύρεις, παλληκάρι μου; ΛΗΡ Όχι, αγόρι μου· μάθε μου την. ΓΕΛΩΤ. Όποιος είν' αυτός, που είχε σοφισθή κ' είπε να χαρίσης τα βασίλειά σου, φέρε τον εδώ, κοντά μου να σταθή· ή εσύ δι’ εκείνον στάσου. Δυο τρελλοί θα είναι τότ' εδώ εμπρός, ο κακός ο ένας κι’ άλλος ο καλός. Παρδαλά φορεί ένας, ο σκουφάτος· και ο άλλος νά τος!

Κ' εκεί ο λύχνος έσβυσε, κ' εμείναμεντο σκότος . ΛΗΡ Είσαι η κόρη μου; ΓΟΝΕΡ. Aρκεί! θέλω να κάμνης χρήσιν του λογικού, που βέβαια διόλου δεν σου λείπει, κι' αυτούς τους θυμούς οπού σε κάμνουν τώρα να γίνεσάλλος άνθρωπος παρά το φυσικόν σου. ΓΕΛΩΤ. Μήπως το γαϊδούρι δεν βλέπει πότε το αμάξι σέρνει το άλογο; Εμπρός! Τράβα να μου ζήσεις.

Ορκίζομαι ενώπιον του σεβαστού τούτου δικαστηρίου, ότι έδιωξε με ταις κλωτσιαίς τον δυστυχή τον βασιλέα τον πατέρα της. ΓΕΛΩΤ. Πλησίασε, κυρία! Τ' όνομά σου είναι Γονερίλη; ΛΗΡ Δεν ημπορεί να το αρνηθή. ΓΕΛΩΤ. Να με συμπαθήσης. Σε πήρα διά σκαμνί. ΛΗΡ Ιδού κ' η άλλη. Μαρτυρούν τι έχειτην καρδιά της τα βλέμματά της τα λοξά. — Θα φύγη! Πιάσετέ την! 'Σ τα όπλα!

Εσύ, αθώε, κάμε την προσευχήν σου και φυλάγου από τα δαιμόνια. ΓΕΛΩΤ. Ειπέ μου, παππού, τι πράγμα είναι ο τρελλός; Είναι από το αρχοντολόγι ή από τον λαόν; ΛΗΡ. Είναι βασιλεύς! Βασιλεύς! ΓΕΛΩΤ. Όχι. Είναι άνθρωπος του λαού, και ο υιός του αρχόνταινε. Διότι μόνον ένας τρελλός ημπορεί ν' αφήση τον υιόν του να γίνη άρχοντας προτίτερα από τον πατέρα του.