United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετ' ολίγον είδα εις την θάλασσαν ένα πλοίον και ήρχετο με τα πανιά γεμάτα αέρα και μετά παρέλευσιν ολίγης ώρας έφθασεν εις το νησί και άραξαν όπου και πρότερον· κατόπιν εβγήκαν έξω οι σκλάβοι και ο πατήρ του νέου και φθάνοντας εις το υπόγειον και ως εύρον τον νέον θανατωμένον, άρχισαν όλοι εμού να ολολύζουν και να θρηνούν με τόσους κλαυθμούς και οδυρμούς που εκινούσαν εις έλεος και τα άψυχα δένδρα και λίθους· έπειτα ενταφιάσαντες τον νεκρόν ολίγον μακράν από το υπόγειον, ανεχώρησαν και κάμνοντες πανιά με επιτήδιον άνεμον, γλήγορα έφθασαν εις την στερεάν.

Το Τελώνιον με θυμόν της λέγει· ψεύδεσαι, τίνος είνε το τσεκούρι και τα παπούτσια εκείνα; Λέγει η βασιλοπούλα· εγώ ούτε τα είδα, ούτε ηξεύρω τίνος είνε· ίσως με την ορμήν που ήλθες τα έφερες μαζί σου, χωρίς να καταλάβης. Μετά ταύτα δεν ήκουσα άλλο, παρά κλαυθμούς και οδυρμούς της βασιλοπούλας που αλύπητα την έδερνε, και ευθύς έφυγα μακράν απ' εκεί.

Όλες οι παρεκάλεσές μου εστάθησαν ανωφελείς και μάταιες· μάλιστα τότε με κάθε σπουδήν εκατέβασαν το λείψανον της γυναικός μου εις τον τάφον· έπειτα αποχαιρετήσαντές με εκατέβασαν και εμένα εις ένα ξυλοκρέββατον ανοικτό με ένα αγγείον νερόν, και με επτά ψωμιά και μετά ταύτα εσφάλισαν το στόμα του πηγαδιού εκείνου με την μεγαλώτατην πέτραν, με όλους τους θρήνους, κλαυθμούς και οδυρμούς που έκαμνα μεγαλοφώνως.

Τότες με θρήνους μ' οδυρμούς το λατρεφτό του τέρι 590 τούπεσε πια στα πόδια του, κι' όλες μια μια τις πίκρες τ' αράδιασε των δύστυχων που τους παρθεί το κάστρο· σφάζουνται οι άντρες, η φωτιά τα σπίτια τούς ρημάζει, οχτροί τούς παίρνουν τα παιδιά, οχτροί και τις γυναίκες. Κι' εκείνου τούβραζε η καρδιά π' αγρίκαε τέτια πάθια, 595 κι' ορμά να πάει, και φόρεσε τ' αστραφτερά άρματά του.

Ο βασιλεύς μετά πόνου μεγάλου την επήκουσε, και της έταξε διά να κάμη καθώς παρήγγειλε. Και τελειώνοντας αυτά τα λόγια η Τζελίκα έχασε τες αίσθησές της, και ο πατέρας της νομίζοντάς την αποθαμμένην, ετραβήχθη από εκεί γεμάτος κλάματα και οδυρμούς διά τον θάνατόν της· έπειτα έδωσε θέλημα και την έφεραν εις τον τάφον με πολλήν τιμήν καθώς το είδες με τα μάτια σου.

Οι λόγοι αυτοί, αντί να καταπαύσωσιν, ηύξησαν έτι μάλλον τα δάκρυα και τους οδυρμούς ημών, και καταφιλούντες τας θερμάς χείρας του γέροντος, κατεβρέχομεν αυτάς με τα θερμότερα δάκρυά μας.