Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Ήτο ανοικτό, πολύ ανοικτό, ορθάνοικτο· η θέα αυτή με κατέστησεν αλλόφρονα. Το είδα κατά τρόπον τελείως καθαρόν, ολογάλανο, από ένα ξέθωρο γαλανόχρωμα με την αθλίαν δέσμην φωτός που απεδίδετο εξ αυτού και ένοιωσα να παγώνη το μυαλό εις τα κόκκαλά μου. Αλλά δεν ημπορούσα να ίδω το υπόλοιπον του προσώπου του γέροντος, ή όλον τον πρόσωπόν του.

Εμπήκα λοιπόν σα λύκος που κινδύνευσε να μείνη με το στόμα ανοικτό• αλλ' ήμουν ντροπιασμένος, γιατί έγινα αφορμή να διωχθή από το τραπέζι το παιδί του Ευκράτους.

Το μπλε του παγωνιού φυσικά το μεταχειριστήκανε στη σκηνή, στο Λύκειο προπάντων, πολύ επιτυχημένα· οι δοκιμές όμως για να πετύχουν ένα καλό ανοικτό ή βαθύ μπλε, που εγώ είδα, ήταν όλες αποτυχίες.

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Ιδέ, μ' ανοικτό βήμα τραβιέται! ΟΡΑΤΙΟΣ Στάσου! Ομίλει! σ' εξορκίζω, ομίλει! ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Εχάθη και ν' αποκριθή δεν θέλει. ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Τώρα, Οράτιε, τι; συ τρέμεις κ' είσαι αχνός· δεν είναι το πράγμα κάτι πλέον παρά φαντασία; Πώς το εξηγείς; ΟΡΑΤΙΟΣ Μα τον Θεόν, δεν θα ημπορούσα να το πιστεύσω δίχως την ομολογίαν την αισθητήν και αληθινήν των οφθαλμών μου.

Σκάλωναν απάνω στα δένδρα να τον ιδούν, ανέβαιναν στα κεραμίδια των σπιτιών, έσπρωχνε ο ένας τον άλλον για να τον πρωτοκυττάξη, Οι μανάδες σήκωναν τα παιδιά τους στα χέρια τους για να τον κυττάξουν και οι γέροι στυλώνανε τα κορμιά τους να τον ιδούν μια φορά πριν πεθάνουν. Αυτά έλεγε ο χωριανός κι' όλη η χώρα τον άκουγε μ’ ανοικτό στόμα.

Όλες οι παρεκάλεσές μου εστάθησαν ανωφελείς και μάταιες· μάλιστα τότε με κάθε σπουδήν εκατέβασαν το λείψανον της γυναικός μου εις τον τάφον· έπειτα αποχαιρετήσαντές με εκατέβασαν και εμένα εις ένα ξυλοκρέββατον ανοικτό με ένα αγγείον νερόν, και με επτά ψωμιά και μετά ταύτα εσφάλισαν το στόμα του πηγαδιού εκείνου με την μεγαλώτατην πέτραν, με όλους τους θρήνους, κλαυθμούς και οδυρμούς που έκαμνα μεγαλοφώνως.

Αν όχι, θα τον δήτε, μόλις λυθή, με το στόμα ανοικτό, με τη γλώσσα μια πήχυ έξω, να κυνηγάη, για να δαγκώση, ζώα και ανθρώπους». Τον λύνουν. Πηδάει στην πόρτα και τρέχει στο δωμάτιο όπου άλλοτε βρισκότανε ο Τριστάνος. Γαυγίζει, κλαίει, ψάχνει, επί τέλους βρίσκει τα ίχνη του κυρίου του. Διασχίζει βήμα προς βήμα το δρόμο που είχε ακολουθήσει ο Τριστάνος ως τον τόπο της φωτιάς.

Κι' εγώ 'θαρρούσα πως αυτή δεν αγαπά κανένα, κι' από την χήραν ήλπιζα τρελλά ν' αγαπηθώ, εγώ γι' αυτή, κι' αυτή για 'με να ζήσουμε 'στα ξένα, και ήμουν έτοιμος ευθύς τη Ρώσσα ν' αρνηθώ. Κι' από τη φρίκη φαίνεται ακόμη πιο φρικτό, συ από έρωτα αγνόν και άγιον ν' ανάπτης, να έχης εις αισθήματα το στήθος ανοικτό, κι' ως σκώληκα να σε πατή χυδαίος φραγκορράπτης.

Και τα μικρά παιδάκια τον κύτταζαν ολοτρόγυρα μ' ανοικτό το στόμα. Άλλος πάλι έλεγε πως τον είδε να κάθεται ώρες στη ρίζα ενός δένδρου, και να κυττάη τον ουρανό με τα μεγάλα παραπονεμένα μάτια του. Όταν περνούσε όμως βιαστικά από μέσα απ' τη χώρα, τα παιδιά τρέχανε από πίσω του. «Αι! Αι! ο τρελλός...» Ύστερ' από καιρόν ο τρελλός, όπως φανερώθηκε άξαφνα, έτσι άξαφνα και χάθηκε.

Α! μπρος της θ' ανοίξω όλη μου την καρδιά: Τη μητέρα σου, το ομοίωμά σου». Κατά τις ένδεκα ερώτησε ο Βέρθερος τον υπηρέτη του, μήπως επέστρεψεν ο Αλβέρτος. Ο υπηρέτης είπε «ναι»· είδε το άλογό του να το ξαναφέρνουν κει πέρα. Έπειτα του έδωκε ο κύριός του ένα ανοικτό γραμματάκι που έγραφε: «Θα έχετε την καλωσύνη 'να με δανείσετε τα πιστόλια σας για ένα ταξείδι που σκοπεύω να κάμω; Υγιαίνετε

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν