United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις με είδε από εκεί που εμβήκεν ο Κλεινίας, να κάθωμαι μόνος μου, διευθύνεται αμέσως προς το μέρος μου και κάθεται πλάι μου, δεξιά μεριά, όπως το παρετήρησες και συ.

Η γατούλα άνοιξε τα ματάκια της απάνω στα κάγκελλα του παραθυριού, νιαούρισε γλυκά και ξανακοιμήθηκε. Ο φονιάς γύρισε και τηνέ κύτταξε προσεκτικά, πρόσχαρα. — Γατί μαθές. Ένα γατί χωρίς ψυχή τούδωκα ψες το βράδυ και το γνωρίζει. Κάθεται και μου κάνει συντροφιά. Και το σκοτώνεις το γατί και λόγο δε δίνεις σε κανένα. Ας είνε. Αναποδιές γεμάτος ο κόσμος!

Ναι, αφτός στα γοργοτάξιδα φιγουρωτά καράβια κάθεται αργός, τι χόλιασε του βασιλιά Αγαμέμνου· 230 μα να σου βγούμε εδώ 'μαστε σαν τέτιους που γυρέβεις πολλοί, όσους θες. Μον άρχιζε τη μάχη και τους χτύπους

Το φλογερό το μάτι του σπιθοβολάει σαν πόρη. Τηράει ολόυρα τους γκρεμούς, τηράει το χάσμα κάτω Και κάπου σκύφτει, προς την γη καρφώνει αφτιά και μάτια Κι' ακαρτεράει αντίλαλους κι' ακούει και ξεδιαλέγει. 'Σ' άλλο λιθάρι αντίπερα τ' αητάκι του καθέται. Βολαίς-βολαίς σέρνει κραυγή.

Δεν ήθελε τον παπά: περισσότερο και από τον θάνατο και τη θεία καταδίκη, φοβόταν ν’ αποκαλύψει το μυστικό του. Να, έρχεται και ο ντον Πρέντου, κάθεται κοντά στην ψάθα και αρχίζει τα αστεία.

Νέος άνθρωπος, βλέπεις, χεροδύναμος, πολυκάτεχος, άτρομος, για τον κίνδυνο και τον αγώνα γεννημένος, πώς ημπορεί να κάθεται άδουλος, περιφρονημένος σαν το άκαρπο δεντρί. Και όχι μόνον οι συγγενείς αλλά και οι ξένοι έπασχαν για την κατάστασί του. Ο ναυτόκοσμος, βλέπεις, καταντά όλος μια οικογένεια.

'Στόν πύργο κόρη κάθεται με δεκαπέντε σκλάβαις, Κι' όλο αρμαθιάζει τα φλουριά και τα μαργαριτάρια. Αρμάθιαζε, ξαρμάθιαζε τα κρέμαε 'ςτο λαιμό της, 'Στά παραθύρια ξέβγαινε και γλυκοτραγουδούσε. Ξανοίγει γλήγορο άλογο 'ςτήν άκρη από τον κάμπο. Γλυστράει 'ςτό χιόνι το στρωτό, σαν η αστραπή 'ςτά νέφια, Κ' ένα ψηλό χλημίντρισμα βολαίς-βολαίς ξεχύνει.

Όταν εκείνος ο βασιλεύς υπάγη εις περιδιάβασιν κάθεται επάνω εις θρόνον υψηλόν και μεγαλοπρεπή, κατασκευασμένον επάνω εις Ελέφαντα· εις το έμπροσθεν μέρος του θρόνου στέκει ένας αρχιστράτηγος ενδεδυμένος στρατιωτικά χρυσά με χρυσούν σκήπτρον, ομοίως και από το όπισθεν ένας άλλος παρόμοιος, κρατώντας χρυσούν κοντάριον, συντροφιασμένος με όλην την παράταξιν των μεγιστάνων και αρχόντων του παλατίου, προπορευομένων των σωματοφυλάκων έως δέκα χιλιάδες τον αριθμόν· τότε ο έμπροσθεν αρχιστράτηγος μεγαλοφώνως λέγει·

Εάν μου κάμης αυτό το καλό, είπεν επί τέλους, θα γενώ σκλάβα σου, να σκουπίζω το κατώφλιον του σπιτιού σου με τας βλεφαρίδας των οφθαλμών μου! — Είτα ήρχισε να διηγήται: Ήταν πριν γενή το μονοπωλείον του καπνού στην Πόλι. Ο Κιαμήλης μου δεν ήτον παιδί για να γένη σ ο φ τ ά ς και να κάθεται με τα χέρια σταυρωμένα, καθώς τον βλέπεις τώρα.

Δεν είνε παράδοξον καμμίαν ημέραν, χάριν οικονομίας, να βάλουν τον Βωτύ, αντί ατμαμάξης, να σύρη τον τροχιόδρομον. Αλλά και έτσι η σημερινή ταχύτης της συγκοινωνίας δεν θα ελαττωθή και ο Βωτύ θα εύρη τρόπον ν' αδυνατίση ολίγον. Επί του τροχιοδρόμου κάθεται δίπλα του πελώριος κύριος, με γαστέρα πελωρίαν και θερμότητα δέκα κλιβάνων, γνώριμός του.