Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


« Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου, » Ποιος είνε άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Να μάση χίλια αγριόγιδα και να τα κάνη στάνη, » Να τα βοσκάη στους γκρεμούς, στα πλάγια να τ’ αρμέγη » Να βγάζη τ’ αγριοβούτυρο, να πήγη τ’ αγριοτύρι;

Το φλογερό το μάτι του σπιθοβολάει σαν πόρη. Τηράει ολόυρα τους γκρεμούς, τηράει το χάσμα κάτω Και κάπου σκύφτει, προς την γη καρφώνει αφτιά και μάτια Κι' ακαρτεράει αντίλαλους κι' ακούει και ξεδιαλέγει. 'Σ' άλλο λιθάρι αντίπερα τ' αητάκι του καθέται. Βολαίς-βολαίς σέρνει κραυγή.

Πώς ψάρια, όταν τρανόκορμο τα κυνηγάει δερφίνι, σκορπούν και μες στου λιμανιού τρυπώνουν τους κρυψώνες κατάτρομα, τι χάφτει εφτύς όπιο τυχόν συλλάβει· το ίδιο κάτου απ' τους γκρεμούς στη ρεματιά κι' οι Τρώες 25 ζαρώνανε όλοι. Κι' όταν πια του μπούχτισαν τα χέρια βαρώντας, τότες διάλεξε νιους δώδεκα απ' το ρέμα για να πλερώσουν μ' αίμα τους το φόνο του Πατρόκλου.

Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Οπώχουν τους ψηλούς γκρεμούς και τα μεγάλα λόγγα, Και τες αμέτρητες κορφές και τες πολλές βρυσούλες, Οπώχουν τα περίφημα τα πλούσια τσελιγγάτα, Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Ξάφνου από βράχου, από γκρεμού κορφή και από ραχούλα Στριγγιά γροικάνε σουρατά, σα να σουράη τσοπάνης Και σαλαγάει τα πρόβατα και σαλαγάει τα γίδια.

ΑΓΓΕΛΟΣ Δώρον κάποτε απ’ τα χέρια μου αυτός σ’ επήρε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Κι έτσι με πολυαγάπησε τον ξένο εμένα; ΑΓΓΕΛΟΣ Άκληρος καθώς ήτανε σ’ αγάπα εσένα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μ’ έκαμες, ή μ’ αγόρασες από κανένα και μ’ έδωκες στον Πόλυβον για ψυχοπαίδι; ΑΓΓΕΛΟΣ Σ’ ευρήκα μέσα στους γκρεμούς του Κιθαιρώνος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και πώς επεριγύριζες αυτούς τους τόπους; ΑΓΓΕΛΟΣ Εβόσκαγα τα πρόβατα εκείθε απάνω.

Ξυπόλυτοι βουτούσανε στα κρούσταλλα νερά, ανέβαιναν στα δέντρα, πηδούσαν φράχτες και χαντάκια, σκαλώνανε στους γκρεμούς σαν ασβοί. Έβγαιναν πέρα στα βοσκοτόπια κ' έκαναν συντροφιά με τους πιστικούς.

Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Οπώχουν τους ψηλούς γκρεμούς και τα μεγάλα λόγγα Και τες αμέτρητες κορφές και τες πολλές βρυσούλες, Οπώχουν τα περίφημα τα πλούσια τσελιγγάτα.

Στο τέλος, οι ναυτικοί παρατήρησαν μέσα από τη μαύρη καταχνιά μια ακτή που ύψωνε τους γκρεμούς της και της ξέρες της: κομμάτια θα τους έκανε κει απάνω η θάλασσα. Μετάνοιωσαν. Γνωρίζοντας ότι ο θυμός της θάλασσας ερχότανε από αυτό το παιδίπου, ώρα μαύρη, είχαν αρπάξειαποφάσισαν να το ελευθερώσουν, και τώβαλαν σε μια βάρκα για να το βγάλη στη στεριά. Αμέσως έπεσαν οι άνεμοι και τα κύματα.

Είναι αδύνατο ν' ανεβήτε τορμητικό ποτάμι, με το οποίον ήρθατε εδώ σαν από θαύμα, και που τρέχει κάτου από τη καμάρα των βράχων. Τα βουνά, που περιγυρίζουνε το βασίλειό μου, έχουνε ύψος δέκα χιλιάδων ποδιών κι' είναι ίσα σαν τοίχοι· πιάνουνε το καθένα σε πλάτος περισσότερο από δέκα χιλιάδες λεύγες· δε μπορεί κανείς να κατέβη απ' αυτά παρά από γκρεμούς.

Πρέπει ο Έλληνας να βρεθεί σε κόσμο επικίντυνο, σε κόσμο αλύπητο, περιτριγυρισμένο από γκρεμούς και βάραθρα, από διαβόλους και Βουλγάρους, από τριβόλους και παγίδες, από στοιχειά κι από αίματα, ― σε κόσμο ζωής αληθινής.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν