United States or El Salvador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τρέχει μέσ' το εκκλησάκι, περνάει το χορό, φθάνει στην τζαμαρία του ιερού, πιάνει το παράθυρο, το ανοίγει και πηδάει στο γκρεμό... Καλλίτερα αυτό το πήδημα παρά ο θάνατος στη φωτιά, μπροστά σ' εκείνη τη συνάθροισι. Αλλά, μάθετε, Άρχοντες, ότι ο Θεός τον ελυπήθη. Ο άνεμος πιάνεται στα ρούχα του, τον σηκώνει και τον αποθέτει σε μια πλατειά πέτρα στα πόδια του γκρεμού.

Ήταν έτοιμος να ρίξη τ' άρματα, έτοιμος να μολογήση την κακογνωμιά του και να ζητήση συμπάθειο· έτοιμος ν' απλώση χέρι στο έλεός μου. Μα τη γλύτωσε. Ήρθε στα χείλη του γκρεμού κι αντί να πέση μέσα ψήλωσε στα μεσούρανα. Πλούτη, δόξα, τιμές σωριάστηκαν απάνου σ' αυτόν τον κάβουρα!

Την αγαπώ με την ψυχή και την καρδιά μου όλην, Όπως κανείς δεν αγαπά στον κόσμο τον απάνω, Κι’ όμως αυτή δεν μ’ αγαπά, δεν θέλει να με πάρη.... Μου γύρισε την προξενιά, την τίμια μου αρραβώνα, Που χίλιες μου την γύρεψαν και χίλιες τη γυρεύουν, Κι’ από τον πόνο τον πολύ κι’ από την εντροπή μου Ήρθα στην άκρη του γκρεμού κι’ από ψηλά να πέσω Στη σκοτεινή την άβυσσο, στη αγκαλιά του Χάρου.

Όταν έφθασε κάτω στο ποτάμι, είδε με φρίκη στις πέτρες της ακροποταμιάς ένα σώμα ξεκλειδωμένο και κομματιασμένο, σχεδόν λυωμένο· κιόλα τα γύρω ματωμένα. — Ω Χριστέ μου! είπεν ο χωρικός κέτρεμε μπροστά στο φρικτό θέαμα. Και μ' ένα βλέμμα, που μετρούσε το ύψος, είδε το τσεμπέρι της πεθαμένης νανεμίζεται κρεμασμένο στα μέσα του γκρεμού.

Τότες οι πιστικοί οι καλοί, που γύρω εκεί σταλίζουν, Δείχναν με τες αγκλίτσες τους και τα στραβορράβδια Σε βράχου απάνου, σε γκρεμού κορφή και σε ραχούλα Μικρό σταχτόφτερο πουλί και λένε: — &Ω ψωμοπάτης&— Λεβέντες αρματώνονται να παν ν' αρπάξουν κόρην, Κόρην για τον σταυράδερφο τον μπράτιμο το Θύμιο.

Κι' ο σκοπός κ' οι πόθοι αυτοί μ' έφεραν, έλεγε με το νου του αναστενάζοντας, 'ςτό φρύδι του γκρεμού, της κόλασης, να ψευτίσω την τέχνη μου και να χαλαστώ ο ίδιος, να σκάψω ο ίδιος το λάκκο μου με τα χέρια μου. Διαβολομαζώματα ανεμοσκορπίσματα, καλά λέει ο λόγος. Τώρα χτυπάω το κεφάλι μου, μόν' 'ςτά χαμένα.

Κι ο σκοπός κ' οι πόθοι αυτοί μ' έφεραν, έλεγε με το νου του αναστενάζοντας, 'ςτο φρύδι του γκρεμού, της κόλασης, να ψευτίσω την τέχνη μου και να χαλαστώ ο ίδιος, να σκάψω ο ίδιος το λάκκο μου με τα χέρια μου. Διαβολομαζώματα ανεμοσκορπίσματα, καλά λέει ο λόγος. Τώρα χτυπάω το κεφάλι μου, μόν' 'ςτα χαμένα.