United States or Philippines ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΘΕΡΑΠΩΝ Τη δοξασμένη μας κυρά, την κόρη του Ερεχθέως, γυναίκες, που θα την ευρώ; Ολόκληρη την πόλι εγύρισα ζητώντας την, και όμως δεν τη βρήκα. ΧΟΡΟΣ Δούλε και συ, καθώς εμείς, τι τάχατε συμβαίνει; πως τρέχεις τόσο γρήγορα και λόγο ποιόν μας φέρνεις; ΘΕΡΑΠΩΝ Μας κυνηγούν οι άρχοντες της χώρας τη γυρεύουν να την πετροβολήσουνε. ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονο!

Τι λες να είνε; ηρώτησεν εν αδημονία το Λιαλιώ. — Χωρίς άλλο θα είνε για μας, απήντησεν ο νέος. — Βγήκαν να μας κυνηγήσουν; — Εμάς γυρεύουν, χωρίς αμφιβολία. — Και τι μεγάλη βάρκα είνε αυτή; — Αυτή είνε σκαμπαβία, με πολλά κουπιά, που κόβει δρόμο. — Ώστε αν είμασταν μπροστά εκεί, θα μας έπιαναν; — Αυτοί έχουν πλώρη το Τραχήλι. Σε λίγο θα μας έφταναν, αν είχαμε κάμει δρόμο προς τα εκεί.

Μη μας σκοτίζετε, εμάς εδώ πέρα, έχουμε άλλες δουλειές· οι προλετάριοι γυρεύουν κι αυτοί ψωμί· ο Φαρδαύλης φρενιάζει· το κεφάλαιο δεν ακούει· η βουρζουαζία κοιμάται». Ίσως θα είταν κι αυτό μια πολιτική. Μα έλα που παθαίνονται πολλοί στην Ελλάδα, άμα μάθουν καμιά τέτοια είδηση από κείνες που περιγράφω. Μπορεί να τους ονομάσει ο κ.

Να μ’ αποχάση η δύστυχη, χωρίς παιδί να μείνη. Γυρίζει η Μάρω με θυμό κι’ αντιλογιά του δίνει: — Και ποιον να πρωτολυπηθώ και ποιον να προπάρω, Που χίλιοι με γυρέψανε και χίλιοι με γυρεύουν, Κι’ ουδέ κανέναν αγαπώ κι’ ουδέ κανέναν θέλω; — Μόνον εμένα αγάπησε! μόνον εμένα πάρε, Γιατ’ είμαι άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι!

Πρέπει να πάρω τα βουνά, δυχατέρα! είπεν αίφνης. Αν προφτάσω! — Γιατί, μάννα; είπεν εν αγωνία η Δελχαρώ. — Γιατί . . . με γυρεύουν για να με φυλακώσουν. — Αλήθεια; . . . Εσύ το έρριξες, μάνα, το κορίτσι στο πηγάδι;! — Όχι, μάρτυς μου ο Θεός! . . . Αυτό δεν το έκαμα, είπεν η Φραγκογιαννού. — Τότε; . . . — Σιώπα! — Η αμαρτία σε κυνηγά, μάνα, είπε δειλώς η Δελχαρώ. — Σιώπα!

Γεννήθηκε από τις ανάγκες και τα αισθήματα των εργατικών, που γυρεύουν να καλλιτερέψουν την τύχη τους, να δουλεύουν δηλαδή λιγώτερο, να κερδίζουν περισσότερο, και να γλεντούν και να ξεκουράζουνται όσο μπορούν περισσότερογιατί είναι αλήθεια κατακουρασμένοι άνθρωποι. Αλλά γιατί το ιδανικό των εργατών να γίνει όλων των ανθρώπων ιδανικό, αυτό δεν το νοιώθω.

« Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου, » Σαν τέτοιον άντρα επιθυμώ, σαν τέτοιον άντρα θέλω, » Να δώσω την αγάπη μου, να δώσω την καρδιά μου, » Και τη χρυσή αρραβώνα μου, την πολυγυρεμένη, » Που χίλοι την εγύρεψαν και χίλιοι την γυρεύουν » Και χίλιοι φαρμακώθηκαν πο την πολλή τους λύπη, » Κι’ ακόμα δεν την έδωκα κι’ ακόμα δεν τη δίνω, » Γιατ’ όσοι μου την ζήτησαν και την ζητούν, κανένας » Δεν είνε άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Όπως το θέλει η Μοίρα μου, το μαύρο ριζικό μου

Εκεί απάνω, να σου κι ανοίγει η πόρτα, του παλατιού, και μπαίνει μέσα κόσμος πολύς, και φωνάζουν πως πλάκωσε η Μωραϊτιά, και ρίχτουνε σκάλες στους τοίχους τους, να σκαλώσουν και να πηδήξουνε μέσα στη χώρα! Τότες πετιούνται απάνω τα παλικάρια και γυρεύουν το Βασιλιά. Μα Βασιλιάς πουθενά! Φωνάζουν τη Βασίλισσα, λείπει κ' η Βασίλισσα!

Άμα το εύρουν, εσκέφθηκαν, ανασταίνουν εύκολα τους σκοτωμένους. Πάνε μέσα στη σπηλιά, ψάχνουν αποδώ, γυρεύουν αποκεί· σταλιά νερό. Ο μισητός φόνος εμόλυνε το αθάνατο κ' έφυγε να κρυφθή από τα μάτι του ανθρώπου· μαζί εχάθη και το ψαράκι. Φαρμακωμένοι τόρα εβγήκαν έξω οι καπετάνοι. Αλλ' ως που να έβγουν ακούνε που εφρεσκάριζεν ο καιρός.

Δεν κάνεις το σταυρό σου, επανελάμβανε συχνά, να πανδρευθής τώρα που σε γυρεύουν; Ταχειά σα σουφρώσης, ποιος θα γυρίση να σε κυττάξη; Αλλ' η νεάνις είχε τον σκοπόν της. Απίθανον μεν και σκοτεινόν, όνειρον σχεδόν, πλην είχε πάντοτε ένα σκοπόν, ένα όνειρον. Κάθε άνθρωπος έχει το όνειρόν του.