United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλα τους λόγγους πήρανε και τα 'ψηλά βουνά σου, Και 'σάν τ' αγρίμια ζούν' εκείτα σπήληατα λιθάρια, Και με τομάρια ντύνονται, τρέφονται με χορτάρια. Στο Μεσολόγγι έφαγαν μπαρούτι για ψωμί. Αλλά δεν δίνουν τα κλειδιά, δεν δίνουν την τιμή. Χρόνος ακέρηος πέρασε, που τώχουνε ζωμένο. Και του γυρεύουν τα κλειδιά, το θέλουνε πεσμένο.

Όλα κουράζονταιτο δρόμο τους και γυρεύουν ανάπαυσι· είπεν η Μάρω έμφροντις· ποιος ξεύρει τι μας βρίσκει αύριο; Εφ' όσον η Μάρω προυχώρει, διέκρινε καθαρώτερον εν μέσω συσκίου κήπου, υψηλόν πύργον. Ευθύς ανεθάρρησε κ' ενεψυχώθη.

Την αγαπώ με την ψυχή και την καρδιά μου όλην, Όπως κανείς δεν αγαπά στον κόσμο τον απάνω, Κι’ όμως αυτή δεν μ’ αγαπά, δεν θέλει να με πάρη.... Μου γύρισε την προξενιά, την τίμια μου αρραβώνα, Που χίλιες μου την γύρεψαν και χίλιες τη γυρεύουν, Κι’ από τον πόνο τον πολύ κι’ από την εντροπή μου Ήρθα στην άκρη του γκρεμού κι’ από ψηλά να πέσω Στη σκοτεινή την άβυσσο, στη αγκαλιά του Χάρου.

Σήκωσε τα χέρια του και μούντζωσε πέρα, κατά το τρισέκι που είχε χαθή ο γέρος με τη μαγκούρα κρεμασμένη από το ένα χέρι, με το κόκκινο μαντήλι στο άλλο. — Ανάθεμά τον που βασιλεύει μέσα στα ρημάδια!... — Αφέντη, σε γυρεύουν, Σηκώθηκα και άνοιξα. — Ποιος; — Ένας κύριος και καλά θέλει να σε ιδή. Άρχισα να ντύνομαι βιαστικά.

Να λείψει, ολότελα το πολιτικό ρουσφέτι δεν είναι δυνατό, μα θα περιοριστούν πρώτα πρώτα οι θέσες που θα έχει να δώσει το κράτος, γιατί πολλές θέσες θα τις δίνουν οι κοινότητες. Πολλοί λοιπόν από τους τωρινούς θεσιθήρες θα γυρεύουν και θα βρίσκουν θέσες από την κοινότητα και όχι από το κράτος, και αντί να μαλλιοτραβιέται το κράτος μ' αυτούς, καλλίτερα να μαλλιοτραβιέται μονάχα η κοινότητα.

Κι αυτό γίνεται όχι σ' ένα, όχι σε δυο, μα σε πεντακόσια χωριά. Πιάνουν λοιπόν κι αυτοί κάτω στην Ελλάδα και γυρεύουν προστασία. Αυτά, κ. Σκληρέ, δεν είναι μεγάλες ιδέες, ούτε μικρές. Είναι πραγματικότητες.

Με το ζόρι θα τους κάμουν δικούς τους. Τους Ρουμάνους σ' αυτό τους το φέρσιμο τους υποστηρίζουν και άλλοι, οι Γερμανοί, οι Αυστριακοί και οι Τούρκοι, που γυρεύουν με κάθε τρόπο να μας αδυνατίσουν. ― Για την ίδια αιτία έχουνε βάλει οι Γερμανοαυστριακοί και τους Εβραίους να μας χτυπούν στη Μακεδονία, Αυτοί φυσικά, εμπορικός και τραπεζιτικός λαός, μας κάνουν συναγωνισμό μέσα σ' όλη την Τουρκιά.

Εξαίρετα, του είπε, σα στον καλόν καιρό 145 Λαλούσες, τώρ' αρχίνα, και στήσε το χορό. Όσοι τον καιρό ξοδεύουν, Και το μέλλον δε μετρούν, Στα χαμένα τον γυρεύουν, Σαν και πρώτα να τον βρουν. 150 Επειδής φτερά βαστάει. Φεύγει, τρέχει σα νερό, Κι' όπιος δεν τον κυνηγάει, Χάνει πάντα τον τορό. Σύναζε νιος όσο μπορείς, 155 Γέροντας άνεσι να βρης. Στα νιάτα σου αν οκνεύεις. Γέρος κακά πορεύεις·

Και δυστυχώς οι Τούρκοι δεν ξέρουν ούτε να κυβερνήσουν δίκαια τους λαούς που κατάχτησαν, και γι' αυτό όλοι όσοι έχουν να κάμουνε μαζί τους, έ ν α μονάχα γυρεύουν, πώς να τους ξεφορτωθούν μια ώρα αρχήτερα. Σεις οι σκλαβωμένοι Έλληνες, που σας ορίζουν οι Τούρκοι, ξέρετε πόσο δυνατή είναι η λαχτάρα σας για να ξεσκλαβωθήτε από τα χέρια τους.

Τι τρέχει; είπεν η γραία, προσπαθούσα να φανή ατάραχος. · — Οι ταχτικοί σε χαλεύουν; Τι ζαράρ έκαμες, χριστιανή; Τρέχουν οι ταχτικοί γυρεύοντάς σε. Σήκου, τρέχα! να κρυφτής πουθενά, μπάριμ! Σε λυπούμαι καϋμένη! Τι κρίμα έκαμες; — Εγώ; κρίματα πολλά . . . Μα δεν ξέρω γιατί να με γυρεύουν οι ταχτικοί, που μου λες; — Τρέχα, κατά 'δω έρχονται τόρα.