United States or Ecuador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θεοί κι' εμάς μας παραστέκουν. 440 Μον πάμε τώρα το φιλί στο στρώμα να χαρούμε· τι τέτια φλόγα στην καρδιά δεν ένιωσα ποτές μου, μήτ' όταν πρώτα σ' άρπαξα απ' την πανώρια Σπάρτη και με τα πελαγόδρομα ταξίδεβα καράβια και στην Κρανιά εκεί σ' έσφιξα στην αγκαλιά, όσο τώρα 445 σε λαχταράω κι' αποθυμιά γλυκιά με κυριέβει

Το ίδιο κι’ οι Νεράιδες. Ο, τι κάνουν οι Ξωτικιές στους πιστικούς, οι Νεράιδες το κάνουν στους ψαράδες και στους ναύτες, αλλά θεωρούνται όχι τόσο κακιές, όσο οι Ξωτικιές. Η ώρα αυτή, που χάνεται το παλιό φεγγάρι και πιάνεται το καινούργιο, θεωρείται ως η καταλληλότερη στιγμή των μαγικών. Όσους αριθμούς αναφέρω, 3, 7, κλ. είναι καθιερωμένοι από τες προλήψες του λαού.

Σε δυο μήνες λαβαίνω ένα γράμμα από το Κεϊπτάουν με τρεις λίρες. «Δουλειές δεν έχει, πατέρα, μούγραφε ο Μιχαληός. Κάνω εδώ ένα κουτσοεμπόριο στο πόδι, όσο για το ψωμί. Ο Θεός ξέρει πώς οικονόμησα αυτές τις τρεις λίρες. Κάνετε υπομονή και πάλι εδώ είμαι». Πέρασαν μήνες· τίποτε, ούτε γράμμα, ούτε να μάθωμε αν ζη για πέθανε ο Μιχαληός.

Αρρόδο, καπετάν Βγενιέ! αρρόδο όσο μπορείς! . . Επετάχθη τότε όλη βλέπουσα προς το παράθυρον όθεν εφαίνετο το πέλαγος. Εσκέφθη να φύγη αμέσως αλλά πώς ναφήση την παράκλησιν, αμαρτία της εφαίνετο, εν ώ ο παπα-Λάμπρος επροχώρει προς το τέλος ψάλλων τώρα τα Μεγαλυνάρια και θυμιάζων γύρω τον ναόν και τας γυναίκας. — Γρήγορα, παπά μου, κάμε γρήγορα, θα σώσω!

Αυτές η αναδημιουργίες πιτυχαίνουνείναι γνωστότόσο καλλίτερα όσο ο οργανισμός είναι λιγώτερο οριστικός και λιγώτερο ανεπτυγμένος. Αυτή ίσα-ίσα ήταν η περίπτωσις για τον Μπερούλ.

Σ' εκείνον τον απόσκεπον λιμένα, απ' όπου ένα μεσανύκτι μ' εσήκωσες να πάω να σου φέρω δροσιά μέσ' απ' τες καταπολεμημένες Βέρμουθες, εκεί τόχω κρυμμένο· οι ναύταις κοίτοντ' όλοι πλαγιασμένοι αποκάτω εις το κατάστρωμα, γιατί από τον κόπο καταδυνατισμένους εύκολα μ' ένα μάγευμα τους αποκοίμισα· όσο για τάλλα καράβια, που 'χα περισκορπίσει, εματάσμιξαν όλα, και πλέουνε στα Μεσόγαια πέλαγα, κινημένοι θλιβερά προς την Νεάπολη, θαρρώντας πως είδαν του βασιλέα το καράβι καταποντισμένο, και το μέγα υποκείμενό του χαμένο.

Όμως και τ' άλλα ακόμα να βγάλει πλουμιστά άρματα δε μπόρεσε απ' τους ώμους, τι οι χτυπησές τον στένεβαν. Και σκιάχτηκε των Τρώων το δυνατό διαφέντεμα, που τόσοι εκεί, ένας κι' ένας, στάθηκαν στο νεκρό σιμά βαστώντας τα κοντάρια, κι' όσο κι' αν είταν δυνατός φανταχτερός μεγάλος, 625 πίσω τον άμπωξαν· κι' αφτός ανοίγει και κωλώνει. Σαν έτσι οι άλλοι δούλεβαν μες στην καρδιά της μάχης.

Κ’ εγώ όλα εκείνα ακούοντας, την Κορινθίαν γην φεύγω γλιγωρότερα όσο μπορούσα, τ’ άστρα πέρνοντας οδηγούς στο μισεμό μου° μη θέλοντας όσα κακά οι χρησμοί σ’ εμένα επρόβλεπαν να τελεσθούν, έφευγα πάντα. Και προχωρώντας έφθασα στον τόπο εκείνον που λες ότι εσκοτώθηκεν ο άναξ της Θήβας. Και θα σου πω βασίλισσα την πάσα αλήθεια.

Κάποια σ' ένα δροσόνερο σκύφτει σιγά και πίνει, άλλη διαβαίνει ονειρευτή στο κρύο το δειλινό κι άλλη άπιαστη γοργοπετά και πίσω δεν αφίνει μηδέ όσο ροδοσύννεφο στον αυγινό ουρανό. Όλες εσείς την ώρα αυτή καθώς σιγοπερνάτε κι αυλές μπροστά μου φεύγετε και χάνεστε θολές, ή τα χλωρά στεφάνια σας περήφανες κρατάτε, ή κουρασμένες σέρνεστε σε λιτανίες δειλές,

Καλώς ήρθες, Κύριε· τούτο το σπήλαιο είν' η Αυλή μου· εδώ έχω λίγους υπηρέτες, και εις το νησί δεν έχω υπηκόους. Σε παρακαλώ να κυττάξης εκεί μέσα. Αφού μου ξανάδωσες τη δουκαρχία μου, εγώ σ' ανταμείβω με πράμμα ώμορφο άλλο τόσο· βγάνω όξω τουλάχιστο ένα θαύμα, να σ' ευχαριστήσω, όσο μ' ευχαριστάει ο θρόνος μου.