United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ, γιαγιά μου, το ξέρεις, τόσες φορές σου τόχω πει, θέλω να είμαι λεύτερη, πάντα λεύτερη. Να παίζω, να τραγουδώ, να λέω τα λόγια μου πάντ' ανοιχτά. Μα ο πατέρας είν' εδώ, μια πίεση φοβερή, μια εξουσία, ένα μάτι που μου κόβει τη χαρά, που μου στερεί τη ζωή, τον αέρα, που μου φέρνει τη μελαγχολία.

Ώστε αν είνε δυνατό σου, κάμε τούτη τη φορά, γιατί τόχω επιθυμία, να της 'δω στα φανερά. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Η πολλές, που προχωρούνε απ' τα δενδροφυτευμένα κι' απ' της ρεματιές, στα πλάγια. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Να, στην είσοδο. . ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πρέπει τούτη πλέον τη φορά να της βλέπης καθαρά, έξω αν έχης εις τα μάτια τσίμπλες, σαν τα κολοκύθια. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω της πολυτιμημένες! Μα τον Δία, ναι, αλήθεια όλα τάχουν κουκουλώση!

Και χάμου τον πετάει μπροστά στα πόδια του και κράζει 190 «Δικός μου, αδρέφια μου, ο λαχνός! Και τόχω εγώ μεγάλη χαρά, γιατί τον Έχτορα θαρρώ θαν τον νικήσω.

Τόχω καμάρι μου που βάζω κοντά στ' όνομα του μεγάλου μας διηγηματογράφου και το δικό μου όνομα, κ' ευτυχισμένος θα είμαι αν κατορθώσω με αυτή μου την έκδοση να δώσω νέα δύναμη και νέα ζωή στη θύμηση και την αγάπη του κάθε ξενιτεμένου αναγνώστη και για τον τόπο του και για την κοινή μας πατρίδα.

Να μη συλλογιέσαι άλλο, μάννα, παρά πως το πουλάκι σας θα περάση από τόνα στ' άλλο χρυσό κλουβί. Διπλή έννοια θα το διαφεντεύη σαν τόχω σιμά μου, γιατί παίρνω μαζί μου και τη λαχτάρα σου. Κωστ. Κράλη μου, είσαι μάλαμα, κ' η ψυχή μου σε χαίρεται. Τη γλυκοπότισες τη μάννα, κ' έγινε δροσοθρεμμένος βασιλικός.

Μην παραξενεύεσαι· είπε τρυφερά αφίνοντας την αξίνα και πιάνοντάς την από το χέρι. Μήπως εδώ σ' αυτήν τη θέση, δε μου είπες άλλοτες εκείνη τη συμβουλή. — Ποια συμβουλή ; τον ρώτησε η κόρη ψάχνοντας το νου της. — Εκείνη την προγονική μας· πως την είπες ; ξέχασα τα λόγια τώρα. Ξέχασα τα λόγια, μα θυμάμε καλά το νόημα τους. Τόχω σφιχτοκλεισμένο στην ψυχή μου και θέλω να το κάμω αλήθεια.

Είμαι, καθώς θα ξέρετε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο, είμαι πολίτης Γάλλος και τόχω για τιμή μου. Αφτά και στο Ταξίδι μου τα είπα . Τη Γαλλία την αγαπώ και την έχω σαν πατρίδα μου. Πολλά της χρωστώ, πολλά της χρωστάει κ' η Ελλάδα, και καλά θα κάμουνε να μην το ξεχνούνε με το παραπάνω.

Να το στόμα της και τα μαλλιά της και το ουράνιο το κορμί, το κορμί της το ξαθό που με τρελλαίνει η μυρωδιά του. — Καλή νύχτα! καλή νύχτα! Λέλα, κοιμήσου καλά! Και της αρπάζω ένα φιλί που ακόμη στα χείλια μου τόχω. — Λέλα μου, Λέλα, κανείς δε σ' αγάπησε σαν και μένα. Ακκουμπά στην πλάτη μου μια στιγμή, σα λιγοθυμισμένη. — Αχ! Εσύ ζωή μου, μου λέει.

Μόνο οι δεισιδαιμονίες με πειράζουν και δεν τις θέλω. Για τούτο μ' αρέσει πολύ να ταξιδέβω με παππάδες. Τόχουν άλλοι για κακό, εγώ τόχω για καλό, όταν είναι καλός ο παππάς και ξέρει να κουβεντιάση, που να περάση η ώρα.

Δε συλλογιέμαι εγώ καμιά μαντολογιά που ξέρω, 50 λόγο δε μούπε η σεβαστή μητέρα μου απ' το Δία· λάβρα όμως τόχω της καρδιάς, πάει να μου φέρει φρένια, όταν κανείς τον ίσο του να παραπάει γυρέβει και πίσω αρπά του το πρεσβιό, τι πιό 'ναι δυνατός του.