United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ενόσω μεν ήτο μικρόν, η Άτοσσα αισχυνομένη το έκρυπτε και δεν έλεγε τίποτε περί αυτού εις κανένα· αλλ' επί τέλους, βλέπουσα τον κίνδυνον, προσεκάλεσε τον Δημοκήδη και το έδειξεν. Αυτός δε υποσχεθείς να την θεραπεύση την ώρκισε να τω παραχωρήση προς αμοιβήν ό,τι ήθελε τη ζητήσει, λέγων ότι δεν θα ζητήση τίποτε προσβάλλον την τιμήν της.

Ησθάνετο, ότι ηγαπάτο και ελατρεύετο αμέτρως, ότι ο άνθρωπος ούτος ο άκαμπτος ανήκεν εις αυτήν ως δούλος, και βλέπουσα αυτόν τόσω ταπεινόν, ήτο ευτυχής διά την δύναμιν, την οποίαν εξήσκει επ' αυτού. Εν μια στιγμή ανέζησεν όλον το παρελθόν.

Τ' άια , την μεγάλην είσοδον των τιμίων Δώρωνουδέποτε ηυτύχησε να ίδη από εκεί όπου ίστατο. Μόνον βλέπουσα να κύπτουν αι έμπροσθέν της ιστάμεναι γυναίκες έκυπτε και αυτή λέγουσα με τον νουν της: περνούν τα άια, μνήσθητί μου Κύριε! Ενίοτε μάλιστα και ηπατάτο.

Πεπροικισμένη με φρόνησιν ανωτέραν της προκατόχου της, αφ' ενός μεν αφήκε μνημεία τα οποία θα περιγράψω αμέσως, αφ' ετέρου δε βλέπουσα τους Μήδους μεγαλυνομένους και μη ησυχάζοντας, αλλά κυριεύοντας πόλεις, μεταξύ των οποίων ήτο και η Νίνος, έλαβε κατ' αυτών όλα τα δυνατά αμυντικά μέτρα.

Ούτος κατά την ώραν της εκτελέσεως αναχαιτίζεται υπό σκέψεων παμπληθών, των οποίων η γυνή, καθ' ό ευπαθεστέρα, μένει απηλλαγμένη. Η διάνοια αυτής, μη διασπωμένη ένθα κακείθεν δεν αποπλανάται· βλέπουσα δ' ευκρινώς τα ενώπιον αυτής κείμενα, δύναται εν στιγμή κινδύνου ή κρίσεως, να ίδη διέξοδον ή απαλλαγήν, όπου ο νους του ισχυροτέρου φύλου εκθαμβούται.

Ούτω έσωθεν υπό του Φρουμεντίου και έξωθεν υπό της κοινής γνώμης πολεμουμένη η Ιωάννα και βλέπουσα τον ζήλον των πιστών της ψυχραινόμενον καθ' εκάστην υπό του φόβου του αναθέματος, ενώ ηύξανεν η αυθάδεια των εχθρών, ήρχισε να σκέπτεται σπουδαίως περί αποδημίας.

— Ω Θεέ μου! έκραξεν η Αϊμά, συνάπτουσα τας χείρας. Σώσε με. — Μη φοβείσαι. Η Αϊμά εστάθη διστάζουσα επί μακρόν και βλέπουσα επιμόνως εις την θύραν. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος, βαρύς, σκληρός και ακίνητος ως ανδριάς δεν παρεμέριζεν εκ της παραστάδος. — Στάσου να σου πω, Αϊμά, τη είπε. Να, αυτή η πόρτα κλείει από μέσα. Συ η ιδία την κλειδόνεις, και έχεις το κλειδί απάνω σου, διά να μην υποπτεύεσαι τίποτε.

Ακολούθως βλέπουσα ότι ο γαμβρός της, ο προκομμένος, δεν επήγαινε καλά εις τας υποθέσεις του, ότι είχεν αναγκασθή να πωλήση την πατρικήν οικίαν και να γείνη αγρομερινός, απεφάνθη·Δεν θα κάμης προκοπή, θυγατέρα. Επόμενον ήτο. Δεν είνε μικρόν πράγμα αυτό, να πάρης την τύχην της ορφανής, για να παντρευτής του λόγου σου. Αλλά πώς να κάμουμε πάλι; Πώς να ζήση κανείς; Ζωή είνε αυτό, πόλεμος είνε.

Δύο κρανία γυμνά, τα οποία ευρέθησαν εκεί ως παραπεταμένα, ίσως διότι δεν ηξιώθησαν εντίμου ανακομιδής και τριτοετούς μνημοσύνου, κατεσυνετρίβησαν από την χάλαζαν των πληγών, όσας υπέστησαν από τας εξαγριωθείσας κνήμας. Η θεια-Συνοδιά, βλέπουσα το παράδοξον θέαμα, εδοκίμαζε να κάμη τον σταυρόν της κ' εψιθύριζε: Κύριε ελέησον!

Αλλά βλέπουσα την μεγάλην του Λιάκου δυσαρέσκειαν, επανέλαβε σοβαρώτερον·Πώς το εσοφίσθης αυτό το συνοικέσιον; — Όχι, υπέλαβεν εκείνος, χωρίς ν' αποκριθή εις την ερώτησιν. Επιθυμώ να μου είπης τι του ευρίσκεις το επιλήψιμον. — Επιλήψιμον! ανέκραξεν η εξαδέλφη μιμουμένη την φωνήν του. Ο άνθρωπος δεν είναι επιλήψιμος, είνε απλώς γελοίος. — Ομολογώ ότι το εξωτερικόν του δεν είναι επιβλητικόν.