United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε εκτύπησε τον ώμον του ένα βαρύ χέρι και κάποια βαθειά φωνή του ωμίλησεν εις την Γαλλικήν γλώσσαν. — Είσθε από το καντόνιον Βαλαί; Ο Ρούντυ εστράφη και είδε ένα ερυθρωπόν φαιδρόν πρόσωπον, ένα παχύν άνδρα: Ήτο ο πλούσιος του Βεξ μυλωθρός· με το μεγάλων διαστάσεων σώμα του έκρυπτε την λεπτήν, κομψήν Μπαμπέτταν, η οποία εν τούτοις επρόβαλε μετ' ολίγον με τα ακτινοβολούντα σκοτεινά μάτια της.

Μολονότι εις τα άλλα δεν μου έκρυπτε τίποτε, δι' αυτό ήτο πολύ ζηλότυπος. Αλλά μίαν ημέραν κρυφθείς εις σκοτεινόν μέρος ήκουσα την επωδήν, ήτο δε τρισύλλαβος. Και αυτός μεν ανεχώρησεν εις την αγοράν παραγγείλας εις το γουδόχερον τι έπρεπε να κάμη.

Επί τρεις μήνας και πλέον την εδιάβαζεν ο ιερεύς της Παναγίας της Κεχρεάς, και κατ' αρχάς αι φωναί της ήσαν ακατάληπτοι. Ύστερον όμως ο τραυλισμός εμετριάσθη, και ηδύνατο μετά δυσκολίας να εκφράση τι επεθύμει. Αλλά πέπλος βαθύς ηπλώθη επί της διανοίας της, όμοιον μ' εκείνον όστις έκρυπτε τους χαρακτήρας της μορφής της Καντίνας. Η πενθερά της «την είχε 'μόσιμο», τόσον πολύ την ηγάπα.

Τον μέγαν τούτον λόγον επρόφερεν ο Μανώλης, ακουμβημένος εις την κορωνίδα του τελάρου· και όπως εκάλυψε το πρόσωπόν του με την πλατείαν του παλάμην, διά να κρύψη την εντροπήν του, εφαίνετο ως να έκρυπτε δάκρυα. Η Πηγή τον ητένισε με ανησυχίαν και είπε, πνιγομένη υπό συγκινήσεως: — Και μαλώνει σ' αφέντης σου; — Να, αν του πη ο μάστορας πως έφυγ' από το χτίρι, θα χαλάση τον κόσμο ...

ΤΥΧ. Και όμως δεν φαντάζεσαι, φίλε μου, τι έλεγε και πώς τα διεβεβαίωνε τα περισσότερα ορκιζόμενος εις την ζωήν των παιδιών του, ούτως ώστε, ενώ τον παρετήρουν, έκανα διαφόρους σκέψεις, και οτέ μεν εσκεπτόμην μήπως ετρελλάθη και τα έχασε, άλλοτε δε πώς δεν διέκρινα τόσον καιρόν ότι είνε ψεύστης και ότι έκρυπτε υπό την λεοντήν γελοίον πίθηκον? τόσον απίθανα πράγματα έλεγε.

Ο Ραβά διά κακήν τύχην πηγαίνοντας συχνώς προς αυτήν συνέλαβεν εις αυτήν έναν υπερβολικόν έρωτα, τον οποίον έκρυπτε διά κάμποσον καιρόν μα εις το τέλος μη εξουσιάζοντας, πλέον τον εαυτόν του, της τον εφανέρωσεν.

Αλλ' εκ του βάθους της αιθούσης έφθανεν είς βόμβος εκπλήξεως και θαυμασμού. Την στιγμήν εκείνην, μία νεάνις είχεν εισέλθη. Κάτω από τον ιόχρουν πέπλον ο οποίος έκρυπτε το στήθος και την κεφαλήν της, διεκρίνοντο τα τόξα των οφθαλμών της, τα ψέλλια των ώτων της, και η λευκότης του δέρματός της.

Ο οίνος του φοίνικος και της ταμαρίνης έρρεεν από τους αμφορείς εις τα κύπελλα, και από τα κύπελλα εις τους λάρυγγας. Τα στόματα εφλυάρουν, αι καρδίαι ηυθύμουν. Ο Ιωακείμ αν και Ιουδαίος, δεν έκρυπτε πλέον την προς τα άστρα λατρείαν του. Είς έμπορος εξ Αφακά έκαμε τους νομάδας να χάσκουν, διηγούμενος λεπτομερώς τα θαυμάσια του ναού της Ιεραπόλεως. Και ηρώτων πόσα θα εστοίχιζεν η αποδημία εκείνη.

Με την ιδέαν δε ότι και οι δύο ήσαν κοσμογυρισμένοι έτρεφε δι' αυτόν αίσθημά τι συναδελφότητος, το οποίον έτεινε να μεταβληθή εις έρωτα. Αλλά την προτίμησιν ταύτην έκρυπτε τόσον βαθειά εις την μικράν της καρδίαν, ώστε ουδ' αυτή η μητέρα της εμάντευε τίποτε.

Περί το Βέττερχορν εκρέματο απειλητικόν σύννεφον, σαν λεπτή κατάμαυρη τουλούπα μαλλιού· κατέβαινε βυθιζόμενον χαμηλά και ήτο γεμάτο σφρίγος από εκείνο που μέσα του έκρυπτε: έκρυπτε Λίβαν βίαιον, εάν εξέσπαγε.