United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εδώ προ του καντονίου Βαλαί, το οποίον περατούται εις αυτό το μέρος, ίσταται παλαιός πύργος ως φρουρός, και βλέπει πέραν της μαρμαρίνης γεφύρας προς το επί της άλλης πλευράς τελωνείον. Εκεί αρχίζει το καντόνιον Βωντ. Η εγγυτάτη πόλις η ουχί πολύ απέχουσα εντεύθεν είναι το Βεξ.

Αύριον πρέπει να επανέλθω εις το σπίτι! έλεγεν ο Ρούντυ, ολίγας στιγμάς βραδύτερον. — «Έλα να μας επισκεφθής εις το Βεξεψιθύρισεν η Μπαμπέττα. «Θα ευχαριστηθή ο πατέρας».

Όταν συντοπίται συναντηθούν εις έν μέρος μακράν της πατρίδος των, τότε ομιλούν ο ένας με τον άλλον και κάνουν γνωριμίαν μεταξύ των. Ο Ρούντυ κατά την σκοπευτικήν εορτήν διά της επιτυχίας των βολών του ήτο ο πρώτος, όπως ο μυλωθρός ήτο ο πρώτος εις την κοινωνίαν του Βεξ διά το χρήμα και τον κομψόν του Μύλον.

Ο Ρούντυ κατέλιπε το Βεξ, και επήρε το δρόμο προς το σπίτι του· επήρε το βουνό προς τον καθαρόν δροσιστικόν αέρα, εκεί που εξετείνετο χάμω το χιόνι, όπου η Νεράιδα του Πάγου εκυριάρχει.

Κάτω εις την κοιλάδα κοντά εις το Βεξ ανάμεσα εις της μεγάλες καρυδιές, πλησίον εις μικρόν ορμητικόν χείμαρρον κατώκει ο πλούσιος μυλωθρός· η κατοικία του ήτο μέγα κτίριον με τρία πατώματα, με μικρούς πύργους· οι πύργοι ήσαν στεγασμένοι με σχίζες και ήσαν στρωμένοι επάνω με πλάκας λευκοσιδήρου που κατέλαμπον εις το φως του ηλίου και της σελήνης.

Το μικρό γλυκύ στόμα δεν έμενε ήσυχο ούτε μια στιγμή, και ό,τι έλεγε η Μπαμπέττα ηχούσε εις τα ώτα του Ρούντυ ως πράγμα μεγίστης σπουδαιότητος· και αυτός πάλιν διηγείτο, ό,τι είχε να διηγηθή· δηλαδή πόσας φοράς επήγεν εις το Βεξ, ότι εγνώριζε καλά τον Μύλον, και πόσας φοράς είχεν ιδεί την Μπαμπέτταν, ενώ αυτή κατά πάσαν πιθανότητα ποτέ δεν τον είχε παρατηρήσει· και ότι τώρα τελευταίως, όταν επήγεν εις τον Μύλον και μάλιστα με πολλάς σκέψεις, τας οποίας δεν ηδύνατο να εκφράση, απουσίαζον αυτή και ο πατήρ της μακράν ταξειδιώται, αλλά μόλα ταύτα όχι τόσον μακράν, ώστε να μην ημπορή να σκαρφαλώση επάνω εις τα τείχη, τα οποία καθίστων την οδόν μακράν.

Η Νεράιδα του Πάγου ιππεύει τον συρίζοντα Άνεμον και εποχείται εις τας βαθυτάτας κοιλάδας. Η σινδών της χιόνος εκτείνεται κάτω και κάτω εις το Βεξ, η Νεράιδα του Πάγου έρχεται και εκεί και βλέπει τον Ρούντυ να κάθεται μέσα εις τον Μύλον· εκάθητο αυτόν τον χειμώνα μέσα εις το δωμάτιον περισσότερον από όσον ήτο η συνήθειά του άλλοτε· εκάθητο κοντά εις την Μπαμπέτταν.

Τότε εκτύπησε τον ώμον του ένα βαρύ χέρι και κάποια βαθειά φωνή του ωμίλησεν εις την Γαλλικήν γλώσσαν. — Είσθε από το καντόνιον Βαλαί; Ο Ρούντυ εστράφη και είδε ένα ερυθρωπόν φαιδρόν πρόσωπον, ένα παχύν άνδρα: Ήτο ο πλούσιος του Βεξ μυλωθρός· με το μεγάλων διαστάσεων σώμα του έκρυπτε την λεπτήν, κομψήν Μπαμπέτταν, η οποία εν τούτοις επρόβαλε μετ' ολίγον με τα ακτινοβολούντα σκοτεινά μάτια της.

Προ δεκαοκτώ ετών, όταν εβαπτίσθη η Μπαμπέττα, είχεν έλθει αυτή η νονά της εις το Βεξ. Είχε δωρήσει εις την Μπαμπέτταν την πολύτιμον καρφίτσα, που εφορούσε εις το στήθος της. Είχε γράψει δύο φοράς η νονά, και το έτος τούτο θα συνηντώντο με αυτήν και τας θυγατέρας της εδώ εις το Ιντερλάκεν. Αι θυγατέρες ήσαν ανύπανδροι τριάκοντα περίπου χρόνων, ενώ αυτή ήτο μόλις δεκαοκτώ.

Θα είναι φθασμένοι εις το σπίτι των», είπε καθ' εαυτόν. «Είναι πλέον δύο ημέραι περισσότερον από τον χρόνον, που πρέπει να έχουν επανέλθει. Πρέπει να υπάγω εις το Βεξ!» Ο Ρούντυ επήγε εις το Βεξ και εκεί εις τον Μύλον πράγματι ήσαν εις το σπίτι!