United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανήλθεν εις τον θρόνον του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, ακριβώς ότε τούτο ευρίσκετο εις την αρχήν της μεγίστης εξωτερικής του δυνάμεως και της εσωτερικής ακμής του.

Η όψις τω όντι κατ' εμέ μας είναι αιτία μεγίστης ωφελείας, διότι εκ των λόγων, όσοι τώρα λέγονται περί του παντός, ουδείς ήθελΈ ποτε λεχθή υπό των μη ιδόντων μήτε άστρα μήτε ήλιον μήτε ουρανόν, αλλά νυν η ημέρα και η νυξ, τας οποίας είδομεν, και οι μήνες και αι περίοδοι των ενιαυτών παρήγαγον τον αριθμόν και μας έδοσαν την έννοιαν του χρόνου και την έρευναν περί Β. | της φύσεως του παντός.

Δηλαδή εκ των τριγώνων όσα ήσαν αρχικά, κανονικά και λεία, ικανά να παραγάγωσι μετά της μεγίστης ακρι- βείας πυρ και ύδωρ και αέρα και γην, ο Θεός αποχωρίζων από C | τα σχετικά είδη αυτών και αναμιγνύων μεταξύ των μετά τι- νος αναλογίας, ίνα προμηθεύση το κοινόν γεννητικόν σπέρμα εις όλον το ανθρώπινον γένος, κατεσκεύασε τον μυελόν εξ αυτών.

Η Βεάτη ήθελεν αισθανθή φόβον, αν δεν κατείχετο υπό μεγίστης πολυπραγμοσύνης και έμενε χώρος δι' άλλο αίσθημα εν τη καρδία της. Η παράδοσις αύτη έλεγεν ότι μοναχός τις κατοικών το πάλαι εις τα δώματα ταύτα, ασκήσας μεγίστην εγκράτειαν, είχεν αγιάσει.

Αλλ' αύτη εσίγα. Το πλήθος κατείχετο υπό μεγίστης περιεργείας. Ουδείς ηδύνατο να προΐδη ότι ήθελεν αποσιωπήσει η Αϊμά τα συμβάντα. Εν τω μεταξύ η Εφταλουτρού, χωρίς μηδείς να την παρατηρήση, είχε λάβει την ράβδον της υπό μάλης, είχεν οξύνει το βήμα της και έφυγεν ηρέμα, κλίνουσα με την ετέραν των πλευρών προς την γην. Τούτο συνέβη από της πρώτης στιγμής καθ' ην ενεφανίσθη ο Μάχτος.

Διά το τίποτε; αντήχησεν ο λάρυγξ του Γύφτου. — Με μικράς υπηρεσίας και εκδουλεύσεις. — Τι εκδουλεύσεις; ηρώτησε μετά μεγίστης περιεργείας ο Πρωτόγυφτος. — Εκδουλεύσεις φιλικάς. Και όχι δυσκόλους. Ο κύριός μου ο ταλαίπωρος έχει καϋμόν, διότι ο κόσμος ο μικρός δεν του θέλει το καλόν του. Είνε αληθές ότι οι μεγάλοι είνε όλοι φίλοι του.

Ο διάλογος προβαίνει μετά μεγίστης μεν συντομίας αλλά με άφθονον πλούτον γνώσεων και επιχειρημάτων, τα οποία ανακύπτουν το έν μετά το άλλο απροόπτως ως εν μαγικώ λειμώνι πρωτοφανή άνθη, θαμβώνοντα τον αναγνώστην με την φαεινήν ακτινοβολίαν των.

Οι τρεις Γύφτοι είχον κατακλιθή ήδη, ομοίως και η γραία και η Αϊμά. Αίφνης κρότος ηκούσθη εις την θύραν της καλύβης. Ο Πρωτόγυφτος δεν είχεν αποκοιμηθή και ηγέρθη μετά μεγίστης προθυμίας. Έσπευσε ν' ανοίξη την θύραν. — Ποίος είνε, πατέρα; ηρώτησεν ο Μάχτος. Ο Γέρος δεν απήντησε και ήνοιξε την θύραν χωρίς ν' ανησυχήση. Ουδ' ερώτησίν τινα απηύθυνε προς τον κρούοντα.

Ο αρχηγός, στραφείς προς τον ιππότην, είπεν·Ετοίμασε τους ανθρώπους σου. Ιππεύσατε και υπάγετε με τον καλόν τούτον άνθρωπον, όπου σας οδηγήση. — Ορισμός σας, αρχηγέ, απήντησεν ευπειθώς ο ιππότης. Και στραφείς απήλθεν, ακολουθούμενος υπό του βοσκού. Τρεις ημέραι παρήλθον. Κατειχόμην υπό μεγίστης ανυπομονησίας, όπως μάθω το αποτέλεσμα της εκστρατείας ταύτης.

Εν τούτοις οι Συρακούσιοι ελάμβανον ήδη πολλαχόθεν και παρά των ιδίων κατασκόπων θετικάς ειδήσεις ότι τα πλοία των Αθηναίων ήσαν εις το Ρήγιον. Συνεπεία τούτου ήρχισαν να ετοιμάζωνται μετά μεγίστης δραστηριότητος και δεν είχαν πλέον απιστίαν περί της εκστρατείας.