Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Ο Πρωτόγυφτος εκύτταζε τον ξένον απορηματικώς. — Θα είνε με δύο οπλισμένους ανθρώπους, επανέλαβεν ο άρχων. — Με δύο ωπλισμένους; αντήχησεν υποκώφως η φωνή του Γύφτου. — Ναι. — Δεν το είξευρα. — Και εν ανάγκη θα γείνουν τρεις, τέσσαρες, ημίσεια δωδεκάςΤο πιστεύω. — Δεν μας είνε δύσκολον. — Ειξεύρω ότι ο άρχων έχει εξουσίαν εις τον τόπον. — Διότι την απέκτησα. — Βέβαια.

Πάντα τα κινήματα του Γύφτου εφαίνοντο αβέβαια και συγκεχυμένα. Τα δε κινήματα του ξένου είχον το ευχερές, το άφροντι και αβίαστον, όπερ ιδιάζει εις τους ανθρώπους τους συνειθισμένους να άρχωσι. Τοιούτος ήτο ο συνοδοιπόρος του Γύφτου. Εκάθισεν ούτος υπό δένδρον τι. Ο Γύφτος έμεινεν όρθιος. Ο ξένος προσεκάλεσεν αυτόν να τον μιμηθή.

Μερικοί είναι δυνατώτεροι από τους άλλους. Ο «Ερχομός» του Γύφτου είναι πολύ μουσικός και τρέχει σαν ποτάμι. Άπειρα πράγματα λέει ο στίχος ο όμορφος: Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρη. Δείχνει όλη την εξάντληση της Πόλης. Δεν είχε πια τη δύναμη να θέλει τίποτα. Ο «Δουλευτής» είναι πολύ δυνατό.

Θα ήταν απαράλλαχτη, αν δεν είχαμε μνημονικό οι άνθρωποι, κι αν ξεχνούσαμε ολότελα. Πρέπει να μάθουμε να ξεχνούμε. Είναι πολύ όμορφο εκείνο το «Κι όποιος δούλος σας θα γίνη...» στο τέλος της στροφής. Αλλά και τι δεν είναι όμορφο και δυνατό και σκληρό στο στόμα του Γύφτου; Σαν κ' εμάς είν' η φυλή σας· δε θαράξη πουθενά! Κάθε «Λόγος» του ποιήματος είναι ένα ολάκαιρο και ξεχωριστό ποίημα.

Ούτος δε τον υπεδέχθη μετά φαιδρότητος. — Και πώς δεν σε είδαμε ψες, τω είπε· τι έγεινες; Μας εκάκιωσες; Το σημείον τούτο της ευπροσηγορίας ήρεσεν εις τον ξένον, και προσεπάθησε να κρύψη την χαράν του. Πριν ή απαντήση εις την ερώτησιν του Γύφτου, απήντησεν εις εαυτόν. — Θα τον καταφέρω, είπεν ενδομύχως, βαθύτατα, εις τον πυθμένα της συνειδήσεώς του. Ακολούθως απήντησε μεγαλοφώνως·

Ο ξένος απήντησεν εις την τελευταίαν παρατήρησιν του Γύφτου. — Φτειάσε μου, όσα θέλεις, και βάλε τα δυνατά σου. — Όσα θέλω; — Βέβαια. — Μη τα έχης χαμένα; είπεν ο Γύφτος μη δυνηθείς να κρατηθή. — Διατί; είπεν ο ξένος, χωρίς να φανή δυσαρεστηθείς. — Οι μουστερήδες που κάμνουν παραγγελιαίς, ξεύρω 'γώ, εμυρμύρισεν ο Γύφτος, λέγουν σωστά πράγματα, πόσα τους χρειάζονται.

Η νέα περιετυλίχθη εντός του επενδύτου της, αλλά δεν είχε σκοπόν να κοιμηθή· εφοβείτο. Άγνωστα αισθήματα αποστροφής και οδύνης συνέθλιβον την καρδίαν της. Διετέλει εν αμηχανία και δεν είξευρε τι να σκεφθή περί του Γύφτου, ή τι να τω είπη. Ανεμιμνήσκετο ότι ο άνθρωπος ούτος την είχε πωλήσει. Η νέα είχεν εννοήσει καλώς τούτο.

Ο αρχηγός των ξένων είχε σκεφθή επί τινας στιγμάς και κατενόησεν ότι δεν ώφειλε να υποχωρήση. — Λοιπόν, τι κάμνομεν; είπε προς τον Πρωτόγυφτον. — Ό,τι αγαπά ο αφέντης, απήντησεν ούτος. — Όλα τα &μέσα& τα έχομεν, είπεν εκείνος τονίζων την λέξιν. — Χμ . . . έκαμεν ο Πρωτόγυφτος. — Ιδού, εψιθύρισεν ο ξένος. Και έθηκεν εις την παλάμην του Γύφτου υπερμέγεθες βαλάντιον.

Ο θόρυβος ούτος προήλθεν εκ του τελευταίου βαναύσου κινήματος του Γύφτου, όστις ηγωνίζετο ν' αποσπάση την Αϊμάν εκ της κλίνης της, εκ της αντιστάσεως αυτής και εκ της παρεμβάσεως του Μάχτου. Ο νέος ηναγκάσθη να κρατήση τας δυο χείρας του πατρός του όπως απαλλάξη την Αϊμάν εκ της ενοχλήσεως.

Αν σκοπός ενός έργου τέχνης είναι να ξελευτερώνει τον άνθρωπο, το ποίημα «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου» τον επέτυχε το σκοπό του. Αλλά είναι βαθύ, και όσο περισσότερο το διαβάζω, τόσο θέλω περισσότερο να το διαβάζω, και πάντα βρίσκονται καινούρια πετράδια ατίμητα μέσα του.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν